Την άποψη πως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει μπροστά της ένα δύσκολο έργο σχετικά με τις αποφάσεις της νομισματικής της πολιτικής εξέφρασε η επικεφαλής οικονομολόγος του Οργανισμού για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), Κλερ Λομπαρντέλι.
Υπενθυμίζεται πως από το καλοκαίρι του 2022 η ΕΚΤ προχωρά σε συνεχιζόμενες αυξήσεις των βασικών της επιτοκίων με στόχο την επαναφορά του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη στο 2%. Η σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής της ευρωτράπεζας έχει ανεβάσει το κόστος δανεισμού για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, με μεγάλη μερίδα των επενδυτών να προσδοκά σε «φρένο» των αυξήσεων στα επιτόκια της ΕΚΤ αν και η ίδια η τράπεζα έχει τονίσει πως αυτές θα συνεχιστούν τουλάχιστον και μέσα στον Ιούλιο.
Μιλώντας στο Bloomberg, η Λομπαρντέλι υποστήριξε πως οι δομικές αλλαγές που έχουν σημειωθεί από τον πιο πρόσφατο κύκλο αύξησης του κόστους δανεισμού, όπως το υψηλότερο ποσοστό δανείων με σταθερό επιτόκιο, καθιστούν δύσκολη την αξιολόγηση των επιπτώσεων στην πραγματική οικονομία. Αυτό θολώνει την εικόνα για τους κεντρικούς τραπεζίτες.
«Η μετάδοση της νομισματικής πολιτικής είναι πολύ αβέβαιη. Είναι αρκετά δύσκολο να κρίνουμε τον αντίκτυπο και πότε θα είναι το μέγιστο σημείο αυτού του αντίκτυπου» ανέφερε η αξιωματούχος του ΟΟΣΑ.
Ακόμα, η Λομπαρντέλι δήλωσε ότι η πρόκληση είναι ιδιαίτερα μεγάλη στην τρέχουσα συγκυρία στην Ευρώπη, διότι, ακόμη και αν ο γενικός πληθωρισμός υποχωρεί, υπάρχει ακόμη μεγάλη ισχύς στις πιέσεις των βασικών τιμών, οι οποίες αφαιρούν τα ευμετάβλητα στοιχεία, όπως η ενέργεια.
«Η Ευρώπη αντιμετωπίζει μια πραγματικά δύσκολη πρόκληση όσον αφορά τον πληθωρισμό. Είναι αντιδημοφιλής η σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής, αλλά είναι απαραίτητο να συμπιέσουμε τον πληθωρισμό, επειδή πονάει πραγματικά και είναι δύσκολο για τους ανθρώπους να τον αντιμετωπίσουν» πρόσθεσε η ίδια.