Σε άμεση εγρήγορση έθεσαν τον SSM οι πρόσφατες καταστροφικές πλημμύρες στη Θεσσαλία και τα ακραία καιρικά φαινόμενα που βίωσε το φετινό καλοκαίρι η χώρα μας.
Παρά το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει θέσει σε υψηλή προτεραιότητα τους κινδύνους από την κλιματική αλλαγή και διενήργησε, μάλιστα, πιλοτικό κλιματικό stress test στις ευρωπαϊκές τράπεζες, οι θεομηνίες που χτύπησαν την Ελλάδα χτύπησαν συναγερμό στον SSM για τις επιπτώσεις στις ελληνικές τράπεζες.
Σύμφωνα με πληροφορίες του insider.gr, ο SSM ζήτησε να του αποσταλούν στοιχεία από την κάθε τράπεζα για την έκταση της έκθεσής τους στις πληγείσες περιοχές, αλλά και γενικότερα στοιχεία για τη σύνθεση του χαρτοφυλακίου τους που θα μπορούσαν να τις εκθέσουν στους κινδύνους της κλιματικής αλλαγής. Ειδικότερα, στοιχεία για τις εταιρείες που έχουν δανειοδοτήσει και οι οποίες είναι περισσότερο εκτεθειμένες στον κλιματικό κίνδυνο, αλλά και πλήρη διαχωρισμό του δανειακού χαρτοφυλακίου τους, με κατηγοριοποίηση εταιρειών που επηρεάζονται άμεσα από την κλιματική αλλαγή και διάκριση σε αυτές που έχουν αναλάβει δράσεις για να περιορίσουν την έκθεσή τους στον κίνδυνο, αυτές που σχεδιάζουν σχετικές δράσεις και αυτές που έχουν παραμείνει απαθείς, παραβλέποντας τους κινδύνους από την αλλαγή του κλίματος.
Τα στοιχεία που θα παράσχουν οι τράπεζες στον SSM θα αποτελέσουν μεν ένα μοντέλο για την πρόβλεψη δυνητικών νέων κόκκινων δανείων, κυρίως, όμως, θα οδηγήσουν στην επιβολή περιορισμών στη μελλοντική δανειοδότηση επιχειρήσεων. Στο πλαίσιο αυτό, επιχειρήσεις με μεγαλύτερη «οχύρωση» έναντι των κινδύνων από την κλιματική αλλαγή, θα έχουν άνετη και ευνοϊκότερη πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό, ενώ «ανοχύρωτες» επιχειρήσεις θα μπουν στη «μαύρη λίστα», με περικοπές έως και αποκλεισμό από την τραπεζική χρηματοδότηση.
Η ΤτΕ και οι κίνδυνοι από την κλιματική αλλαγή για τις τράπεζες
Η κλιματική αλλαγή συγκαταλέγεται ολοένα και περισσότερο στις προτεραιότητες πολλών κεντρικών τραπεζών ανά τον κόσμο. Η Τράπεζα της Ελλάδος δε, είναι μία από τις πρώτες κεντρικές τράπεζες παγκοσμίως που ασχολήθηκε με το θέμα της κλιματικής αλλαγής, ήδη από το 2009, αναπτύσσοντας πολλές και ποικίλες συναφείς δράσεις.
Το πρόγραμμα δράσης κατά της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα έχει υποστηρίξει σθεναρά η ΤτΕ και ο διοικητής, Γιάννης Στουρνάρας. Μιλώντας στο περιοδικό Global Finance, ο διοικητής της ΤτΕ είπε ότι η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, είναι αξιέπαινη για την αποφασιστικότητά της να διασφαλίσει ότι η νομισματική μας πολιτική λαμβάνει υπόψη τα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής. Οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής ήδη λαμβάνονται υπόψη στη διαχείριση εξασφαλίσεων, στη διαχείριση κινδύνων και στα προγράμματα αγοράς τίτλων, ιδίως με τη στροφή προς εκδότες με καλύτερες κλιματικές επιδόσεις στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς τίτλων του επιχειρηματικού τομέα (CSPP). Το πρόγραμμα δράσεων της ΕΚΤ για το κλίμα 2022 επικαιροποιείται σε τακτική βάση καθώς επιτυγχάνονται τα σχετικά ορόσημα.
Ο κ. Στουρνάρας επεσήμανε ότι υπάρχει ένα μεγάλο κενό χρηματοδότησης δράσεων για το κλίμα. «Η χρηματοδότηση έργων προσαρμογής και μετριασμού της κλιματικής αλλαγής είναι αναγκαία, εν όψει της μεγάλης κλίμακας των επενδύσεων που απαιτούνται. Σ’ αυτό καλούνται να συμβάλουν από την πλευρά τους οι τράπεζες και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα», σημείωσε.
Για τις τράπεζες, οι κίνδυνοι από την κλιματική αλλαγή εστιάζονται καταρχάς στον πιστωτικό κίνδυνο. Αυτός, σχετίζεται με τη μείωση της ικανότητας εξυπηρέτησης του χρέους των δανειοληπτών ή/ και την ικανότητα των τραπεζών να ανακτήσουν πλήρως την αξία ενός δανείου σε περίπτωση πτώχευσης ενός νοικοκυριού ή μιας επιχείρησης εξαιτίας φυσικών καταστροφών από την κλιματική αλλαγή. Η τελευταία ενδέχεται ακόμα να οδηγήσει σε απομείωση της αξίας των εξασφαλίσεων/ ενεχύρων, ενισχύοντας περαιτέρω τις ζημίες των τραπεζών ή/και περιορίζοντας την πιστωτική επέκταση.
Η κλιματική αλλαγή θέτει και τον κίνδυνο αγοράς που αφορά στην προσαρμογή της αξίας των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, όταν ο κλιματικός κίνδυνος δεν έχει ακόμη ενσωματωθεί πλήρως στις τιμές των ανοιγμάτων (π.χ. ζημίες από την υποχώρηση των τιμών των εταιρικών ομολόγων μετά από μια φυσική καταστροφή ή νέους κανονισμούς που πλήττουν το λειτουργικό και επιχειρηματικό μοντέλο μιας επιχείρησης).
Η κλιματική αλλαγή απειλεί και με κίνδυνο ρευστότητας το χρηματοπιστωτικό σύστημα, καθώς μπορεί να έχει επίπτωση στην πρόσβαση των τραπεζών σε σταθερές πηγές χρηματοδότησης, επηρεάζοντας τις ροές των καταθέσεων και των πιστώσεων, αλλά και τις διακρατήσεις τίτλων (οδηγώντας σε απότομο ξεπούλημα τίτλων, fire sales).
Η κλιματική αλλαγή θέτει και λειτουργικό κίνδυνο για τις τράπεζες, καθώς φυσικές καταστροφές μπορεί να επηρεάσουν άμεσα τη λειτουργία των εγκαταστάσεων των τραπεζών (π.χ. υποκαταστημάτων, κεντρικών μονάδων) με την πρόκληση ζημιών (π.χ. από πλημμύρες, πυρκαγιές), αλλά και των τρίτων επιχειρήσεων με τις οποίες μπορεί να συνεργάζεται μια τράπεζα για την παροχή υπηρεσιών προς τους πελάτες της και οι οποίες μπορεί να είναι εκτεθειμένες σε φυσικούς κινδύνους.
Τέλος, εγείρεται και νομικός κίνδυνος και κίνδυνος φήμης μιας τράπεζας, δύο κίνδυνοι που μπορεί να αυξηθούν σε περίπτωση χρηματοδότησης δραστηριοτήτων με υψηλό επίπεδο εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου καθώς και στο λεγόμενο «περιβαλλοντικό ξέπλυμα» (π.χ. μέσω προϊόντων που μπορεί να προωθεί μια τράπεζα στους πελάτες της ως βιώσιμα, ενώ οι πραγματικές επιδόσεις αυτών των επενδύσεων δεν είναι ευθυγραμμισμένες με βιώσιμους στόχους).