«Ενεργοποιήθηκε» η φορολόγηση των υπερεσόδων των προμηθευτών ρεύματος, με την υπογραφή της απαιτούμενης Κοινής Υπουργικής Απόφασης (ΚΥΑ) από τους υπουργούς Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Οικονομικών, Θόδωρο Σκυλακάκη και Κωστή Χατζηδάκη. Η ΚΥΑ εξειδικεύει τη μεθοδολογία υπολογισμού της εισφοράς των εταιρειών, ανοίγοντας επομένως τον δρόμο ώστε η Ρυθμιστική Αρχή (ΡΑΑΕΥ) να προχωρήσει στον προσδιορισμό τους.
Η ΚΥΑ για τον μηχανισμό ανάκτησης ακολουθεί τον χρονικό «βηματισμό» που προέβλεπε η σχετική νομοθετική ρύθμιση, δηλαδή οι υπολογισμοί θα γίνουν σε πρώτη φάση για το διάστημα Αύγουστος 2022 – Δεκέμβριος 2022 και μετά ανά τρίμηνο, για όλο το 2023. Επίσης, όσον αφορά τη «φόρμουλα» υπολογισμού, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, η Απόφαση ενσωματώνει την πρόταση που είχε υποβάλει η Ρυθμιστική Αρχή προς τα συναρμόδια υπουργεία.
Μάλιστα, με τη συγκεκριμένη «φόρμουλα» και με επικαιροποιημένα οικονομικά στοιχεία των εταιρειών, η Αρχή προχώρησε στο τέλος Αυγούστου σε προκαταρκτική εκτίμηση της εισφοράς των προμηθευτών όχι μόνο για το πρώτο 5μηνο, αλλά και για τα δύο επόμενα τρίμηνα που ακολούθησαν (δηλαδή και για τα χρονικά διαστήματα Ιανουάριος – Μάρτιος και Απρίλιος – Ιούνιος 2023). Με βάση αυτή την προκαταρκτική εκτίμηση, για το εν λόγω 11μηνο προκύπτει ένα ποσό στα επίπεδα των 275 εκατ. ευρώ.
Στις επιδοτήσεις τα ποσά
Η εισφορά θα «οδεύσει» στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης (ΤΕΜ), για τη χρηματοδότηση των επιδοτήσεων στους λογαριασμούς ρεύματος. Όπως έχει γράψει το insider.gr, αν και οι οριζόντιες επιδοτήσεις θα διακοπούν από το τέλος Δεκεμβρίου, το ΤΕΜ θα συνεχίσει να χρηματοδοτεί τα «στοχευμένα» πλέον μέτρα στήριξης. Κι αυτό γιατί από το Ταμείο θα προέλθουν τα ποσά για το επίδομα θέρμανσης στο ρεύμα, το οποίο θα τεθεί σε ισχύ από την Ιανουάριο.
Η νομοθετική ρύθμιση για τον μηχανισμό προέβλεπε πως, για κάθε «κύκλο» υπολογισμού, από το ποσό που θα προκύψει οι προμηθευτές θα πρέπει να αποδώσουν άμεσα το 60%, ενώ το υπόλοιπο 40% θα καταβληθεί μετά την εκπνοή των πρόωρων μέτρων στη λιανική αγορά ρεύματος. Πάντως, με δεδομένο ότι τα μέτρα εκπνέουν στο τέλος Δεκεμβρίου, πρακτικά το μεγαλύτερο μέρος της εισφοράς θα ανακτηθεί απευθείας στο 100%.
Υπενθυμίζεται ότι σκοπός του μηχανισμού είναι να ανακτηθούν τυχόν συγκυριακά υπερβάλλοντα έσοδα που αποκόμισαν οι προμηθευτές από τον Αύγουστο του 2022, όταν και τέθηκαν σε ισχύ τα προσωρινά μέτρα στη λιανική ρεύματος, με την ανακοίνωση κάθε 20 του μηνός των ονομαστικών χρεώσεων που θα ισχύσουν τον επόμενο μήνα. Καθώς οι χρεώσεις των εταιρειών βασίζονται σε εκτίμηση της πορείας των χονδρεμπορικών τιμών τον επόμενο μήνα, είναι πιθανό σε κάποιες περιπτώσεις να αποκομίσουν υπερέσοδα (αν η χονδρεμπορική κινηθεί χαμηλότερα από τις προβλέψεις) ή να έχουν ζημία (αν αντίθετα η αγορά διαμορφωθεί σε υψηλότερα επίπεδα από τις εκτιμήσεις τους).
Για τον υπολογισμό της έκτακτης εισφοράς σε κάθε «κύκλο» (δηλαδή σε πρώτη φάση για το 5μηνο Αύγουστος-Δεκέμβριος 2022), θα χρησιμοποιείται το ισοζύγιο των τυχόν υπερεσόδων με τις ζημίες, που καταγράφηκαν τη συγκεκριμένη περίοδο. Αυτό σημαίνει πως, αν ένας προμηθευτής αποδειχθεί πως είχε υπο-έσοδα κάποιον μήνα (καθώς η χρέωση δεν κάλυψε τελικά τα κόστη του) το ποσό αυτό θα αφαιρείται από τα τυχόν υπερέσοδα που είχε κάποιον άλλο μήνα στο προαναφερόμενο διάστημα.
Η μεθοδολογία
Η υιοθέτηση της πρότασης της ΡΑΑΕΥ σημαίνει ότι ακολουθήθηκε η πρόταση της Αρχής για τον καθορισμό του εύλογου περιθωρίου κέρδους και, κατά συνέπεια, πως αυτό καθορίστηκε στα 25 ευρώ ανά Μεγαβατώρα. Κρίσιμη παράμετρος είναι το «εύλογο περιθώριο δραστηριότητας», το οποίο εκτός από το εύλογο περιθώριο κέρδους περικλείει τις επιβαρύνσεις που έχουν όλες ανεξαιρέτως οι εταιρείες προμήθειας, δηλαδή τα λειτουργικά τους έξοδα και τις επισφάλειες.
Έτσι, σε κάθε «κύκλο» υπολογισμού, ανά μήνα και ανά προμηθευτή, θα προσδιοριστεί η διαφορά ανάμεσα στη χρέωσή του και το μέσο κόστος εξασφάλισης ηλεκτρικής ενέργειας από την εγχώρια χονδρεμπορική αγορά (με βάση τη Μεσοσταθμική Τιμή Αγοράς).
Από το αποτέλεσμα θα αφαιρείται το εύλογο περιθώριο δραστηριότητας, ώστε με βάση τις Μεγαβατώρες που προμήθευσε τον συγκεκριμένο μήνα το πελατολόγιό του, να προσδιοριστεί αν τυχόν έχει αυξημένες εισροές και ποιο είναι το ύψος τους. Από αυτές τις αυξημένες εισροές θα προσδιορίζονται τα υπερέσοδα, αφαιρώντας το κόστος για hedging (για τις εταιρείες που προχωρούν σε αντιστάθμιση κινδύνου). Προφανώς, από τους υπολογισμούς μπορεί κάποιον μήνα (ή και περισσότερους) να προκύψει πως οι προμηθευτές είχαν ζημίες.