Ο πληθωρισμός συνεχίζει να πλήττει σκληρά τους πολίτες της Αργεντινής: έξι ημέρες πριν από τον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών, που αναγγέλλονται εξαιρετικά αμφίρροπες, ανακοινώθηκε χθες Δευτέρα ότι άγγιξε τον Οκτώβριο το 143% σε ετήσια βάση, παραμένοντας ανάμεσα στους υψηλότερους σε ολόκληρο τον κόσμο και βαραίνοντας τόσο στην καθημερινότητα, όσο και στην προσεχή ψηφοφορία.
Σε μηναία βάση, η άνοδος των τιμών καταναλωτή κατέγραψε μείωση τον περασμένο μήνα, αν και σχετική, στο 8,3% (από 12,7% τον Σεπτέμβριο), σύμφωνα με τα δεδομένα που δημοσιοποίησε χθες το εθνικό ινστιτούτο στατιστικής (INDEC).
Σε ετήσια βάση όμως η άνοδος του πληθωρισμού συνεχίστηκε, στο 142,7%, έναντι 138,3% τον Σεπτέμβριο, υψηλό 32 ετών στην τρίτη οικονομία της Λατινικής Αμερικής. Από την αρχή της χρονιάς, σωρρευτικά έφθασε το 120%.
Και αναλυτές που συμμετείχαν σε έρευνα της κεντρικής τράπεζας ανέβασαν την πρόβλεψή τους για τον πληθωρισμό όλη τη χρονιά στο 185%, από 180,7%.
Οι αριθμοί αυτοί αντανακλούν τον καθημερινό πονοκέφαλο των πολιτών που βλέπουν τις ετικέτες με τις τιμές να αλλάζουν με τρόπο εντελώς απρόβλεπτο και συχνά διαφορετικό από το ένα κατάστημα στο άλλο, καθώς οι λιανέμποροι προσπαθούν να προβλέψουν πώς θα διαμορφωθούν.
Ο χρόνιος πληθωρισμός –διψήφιος επί περίπου δώδεκα χρόνια– εξαιτίας διαφόρων αιτίων, εσωτερικών και εξωτερικών, κυριάρχησε στην προεκλογική εκστρατεία για τη διαδοχή του προέδρου Αλμπέρτο Φερνάντες (κεντροαριστερά), που δεν διεκδικεί την επανεκλογή του.
Ο Σέρχιο Μάσα, υπουργός Οικονομίας τους τελευταίες 16 μήνες, δεν έχει καταφέρει να φρενάρει τον δείκτη, που έγινε προοδευτικά τριψήφιος (το 2022 είχε κλείσει με τον δείκτη στο 94,8%). Ούτε τη συνεχιζόμενη υποτίμηση του πέσο, του νομίσματος της Αργεντινής, που επισήμως βρίσκεται στην ισοτιμία 365:1 έναντι του δολαρίου ΗΠΑ, επίπεδο που αγορές και αναλυτές θεωρούν μάλλον υπερτιμημένο.
Πήρε τις αποστάσεις του από τον τρόπο που κυβερνήθηκε η χώρα από το 2019, δηλαδή προτού ενταχθεί στο κυβερνητικό σχήμα, προσπάθησε να πείσει ότι προσεχώς η τάση θα αντιστραφεί. Και, παρότι ο κεντρώος πολιτικός είναι μέλος περονιστικής κυβέρνησης η δημοτικότητα της οποίας σπάει αρνητικά ρεκόρ (το 81% των πολιτών αποδοκιμάζει τα πεπραγμένα της), κέρδισε τον πρώτο γύρο εξασφαλίζοντας 36,68% των ψήφων.
Από την άλλη, ο Χαβιέρ Μιλέι, «αντισυστημικός» υποψήφιος, άκρως φιλελεύθερος, κατά τους επικριτές του ακροδεξιός, που υπόσχεται να περάσει από «αλυσοπρίονο» τις δημόσιες δαπάνες, να προωθήσει ιδιωτικοποιήσεις και να δολαριοποιήσει την οικονομία, κατέλαβε τη δεύτερη θέση με το 29,98%, επίδοση εντυπωσιακή για νεοεισελθόντα στην πολιτική — στην οποία δεν έχει κλείσει ούτε δυο χρόνια. Ο υποψήφιος εξασφάλισε ενόψει δεύτερου γύρου την υποστήριξη της «κλασικής» δεξιάς, συμπεριλαμβανομένου του πρώην προέδρου Μαουρίτσιο Μάκρι.
Οι δημοσκοπήσεις προβλέπουν σκληρή αναμέτρηση: μικρό προβάδισμα για τον κ. Μιλέι κάποιες, για τον κ. Μάσα άλλες, πάντως τόσο μικρό (1,5-4%) που απαγορεύει κάθε ασφαλές προγνωστικό.
Το ντιμπέιτ στο οποίο συμμετείχαν οι δυο υποψήφιοι προχθές Κυριακή σημάδεψαν σκληρές εκφράσεις και βαριές κατηγορίες (ανταλλάχθηκαν χαρακτηρισμοί όπως «ψεύτη», «κλέφτη», «εγκληματία», «γελωτοποιέ»...).
Για μεγάλο μέρος του Τύπου πάντως, ακόμα και για εφημερίδες προσκείμενες στη δεξιά αντιπολίτευση (όπως οι Clarín και La Nación), ο κ. Μάσα πήρε «προβάδισμα» έναντι του κ. Μιλέι, που δεν κατάφερε να αξιοποιήσει τα αδύνατα σημεία του αντιπάλου του, πρωτίστως την κατάσταση της οικονομίας.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ