Θετικές εκτιμήσεις για το ΑΕΠ και το χρέος αλλά και συστάσεις για ένα σωστό μείγμα πολιτικής που να συνδυάζει τη δημοσιονομική σταθερότητα με την ανάπτυξης συστήνει το ΔΝΤ στην Ελλάδα. Δίνει εύσημα για το νέο φορολογικό νομοσχέδιο και συστήνει να περιορισθούν οι μισθολογικές διεκδικήσεις στο δημόσιο και στους συνταξιούχους.
Οι οικονομικές προοπτικές της Ελλάδας έχουν βελτιωθεί σημαντικά με το ΑΕΠ να αυξάνεται και το χρέος να έχει μειωθεί ως αναλογία του ΑΕΠ κάτω από τα προ πανδημίας επίπεδα, υπογραμμίζει το ΔΝΤ στην έκθεση που συντάσσει για την Ελλάδα βάσει του Άρθρου 4 του καταστατικού του.
Επίσης, τονίζει, το τραπεζικό σύστημα παρέμεινε ανθεκτικό. Ωστόσο, η οικονομία αντιμετωπίζει μακροοικονομικές προκλήσεις λόγω της σημαντικής αυστηροποίησης της νομισματικής πολιτικής, του επίμονου δομικού πληθωρισμού και της αύξησης των τιμών των ακινήτων.
Το ΔΝΤ αναφέρει πως οι διαρθρωτικές ανισορροπίες που προκύπτουν από τις χαμηλές αποταμιεύσεις των νοικοκυριών και το ακόμη χαμηλό επίπεδο επενδύσεων, καθώς και από την κλιματική αλλαγή, επιβαρύνουν τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης. Η επίτευξη υψηλότερης και πιο πράσινης ανάπτυξης και η διασφάλιση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας με παράλληλη διαφύλαξη της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας απαιτεί το σωστό μείγμα πολιτικών με στόχο τη συνέχιση της δημοσιονομικής εξυγίανσης με τρόπο φιλικό προς την ανάπτυξη, την ενίσχυση της ανθεκτικότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος και την επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων υπέρ της ανάπτυξης, αναφέρει το ΔΝΤ.
Τι αναφέρει για την Ελλάδα
Παράλληλα, το ΔΝΤ επισημαίνει πως η άνοδος του ΑΕΠ στηρίχθηκε στην ιδιωτική κατανάλωση που ενισχύθηκε λόγω της αύξησης των πραγματικών μισθών και της σταδιακής μείωσης των υπερβολικών αποταμιεύσεων των νοικοκυριών που προκλήθηκαν από την πανδημία. Θετικά είναι τα σχόλια για τις επενδύσεις, αλλά και για το ποσοστό ανεργίας.
Δίδεται έμφαση μάλιστα, στη συνεχή πρόοδο στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις οι οποίες λειτούργησαν ήδη θετικά στην αγορά. ο τραπεζικό σύστημα παρέμεινε ανθεκτικό, ενώ τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια είναι κάτω του 5% το δεύτερο τρίμηνο του 2023 στις μεγάλες τράπεζες, με τη βοήθεια και του προγράμματος Ηρακλής, όπως σημειώνεται.
Οι προβλέψεις
Επίσης, το πραγματικό ΑΕΠ προβλέπεται να αυξηθεί κατά 2,5% το 2023 και κατά 2% το 2024, αντίστοιχα, πριν αρχίσει να έχει πιο αργή άνοδο. Το ΔΝΤ θεωρεί πως προς το παρόν τα Ταμείο Ανάκαμψης στηρίζει το ΑΕΠ, ωστόσο, μετά το 2026 που λήγει -και με το αυξημένο δημογραφικό βάρος που αναμένεται στο μέλλον- η αύξηση του ΑΕΠ προβλέπεται να συγκρατηθεί σε περίπου 1,25% μεσοπρόθεσμα. Ταυτοχρόνως, ο δομικός πληθωρισμός θα παραμείνει πάνω από το 2% έως και το τέλος του 2025.
Τα αρνητικά σενάρια
Σε ένα εναλλακτικό σενάριο, το ΔΝΤ αναφέρει πως μια πιθανή κλιμάκωση του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία και η σύγκρουση στη Μέση Ανατολή θα μπορούσε να διαταράξει το εμπόριο και να προκαλέσει ανανεωμένες πιέσεις στις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων και να υπονομεύσει το κλίμα εμπιστοσύνης. Επιπροσθέτως, η υψηλότερη από την αναμενόμενη επιμονή των πληθωριστικών πιέσεων στην Ευρωζώνη θα άφηνε τα επιτόκια υψηλά για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και θα επιβάρυνε τη ζήτηση. Ακόμη, τα πιο συχνά ακραία κλιματικά φαινόμενα θα μπορούσαν να διαταράξουν τον τουρισμό και εξ γένει τις δραστηριότητες.
Αντίθετα, η επιτάχυνση των φιλόδοξων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, σε συνδυασμό με ισχυρότερες από τις αναμενόμενες αντιδράσεις της αγοράς στην επιστροφή σε επενδυτική βαθμίδα θα μπορούσε να βελτιώσει περαιτέρω τις προοπτικές ανάπτυξης. Ο πληθωρισμός θα μπορούσε να παραμείνει υψηλός ως αποτέλεσμα των κλυδωνισμών που σχετίζονται με τις καιρικές συνθήκες καθώς και των εγχώριων πιέσεων από τις πρόσφατες και από τις αναμενόμενες αυξήσεις μισθών και συντάξεων.
Πλεονάσματα στο 2% του ΑΕΠ
«Η φιλική προς την ανάπτυξη δημοσιονομική εξυγίανση μπορεί να ενισχύσει περαιτέρω τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, υποστηρίζοντας παράλληλα την ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς και την πράσινη ανάπτυξη. Θα βοηθούσε περαιτέρω στη μείωση του λόγου του δημόσιου χρέους ως προς το ΑΕΠ, περιορίζοντας παράλληλα την πρόσθετη πίεση στον πληθωρισμό» αναφέρει το ΔΝΤ. Εκτιμά πως η διατήρηση πρωτογενούς πλεονάσματος περίπου στο 2% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα θα βελτιώσει περαιτέρω τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, παρέχοντας παράλληλα πρόσθετο χώρο για εγχώρια χρηματοδοτούμενες δημόσιες επενδύσεις και για κρίσιμες κοινωνικές δαπάνες. Αυτό θα συνέβαλε στη μείωση του μεγάλου επενδυτικού χάσματος της Ελλάδας, διατηρώντας παράλληλα σταθερά τον δείκτη δημόσιου χρέους ως προς το ΑΕΠ σε πτωτική πορεία.
Η συγκράτηση των πιέσεων στις δαπάνες είναι κρίσιμης σημασίας για τη διατήρηση δημοσιονομικού χώρου για κρίσιμες κοινωνικές και επενδυτικές δαπάνες, λέει το ΔΝΤ συστήνοντας να αντισταθεί η κυβέρνηση σε πιέσεις για νέες αυξήσεις στους μισθούς και στις συντάξεις του δημόσιου τομέα, που εξακολουθούν να βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα σε σύγκριση με άλλες χώρες. «Αντίθετα, οι επενδυτικές ανάγκες είναι μεγάλες, μεταξύ άλλων αυτές για πράσινη και ψηφιακή μετάβαση». Επίσης μιλά για «κρίσιμες κοινωνικές δαπάνες, όπως οι στοχευμένες κοινωνικές μεταβιβάσεις, η υγειονομική περίθαλψη και η εκπαίδευση» που θα πρέπει να προστατεύονται ή να επεκταθούν για να γίνει εφικτή μεγαλύτερη ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς. «Οι συνεχείς προσπάθειες για την ενίσχυση του δικτύου κοινωνικής ασφάλειας, μεταξύ άλλων μέσω μιας ενιαίας πύλης για τις παροχές, θα προστατεύσουν καλύτερα τους ευάλωτους» αναφέρει. Έμφαση δίδεται στις συνεχείς προσπάθειες των αρχών για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, συμπεριλαμβανομένων στοχευμένων μεταρρυθμίσεων για τους αυτοαπασχολούμενους, που «είναι σημαντικές και ευπρόσδεκτες».
Ακολούθως, ζητείται επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων για τη στήριξη των επιχειρήσεων και ειδικά σε σχέση με το ρυθμιστικό πλαίσιο. Τέλος, συστήνεται έμφαση στη δια βίου μάθηση που θα μπορούσε να μειώσει τις ελλείψεις δεξιοτήτων, ενίσχυση των μεταρρυθμίσεων τη δικαιοσύνη και συντονισμένες προσπάθειες για την επίτευξη των φιλόδοξων στόχων για το κλίμα και την πράσινη μετάβαση.