Καθησυχαστικός για την πορεία του ελληνικού χρέους εμφανίστηκε ο Δημήτριος Τσάκωνας, Γενικός Διευθυντής του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ), τονίζοντας ότι η χώρα θα συνεχίσει να αποπληρώνει πρόωρα τα δάνειά της.
Μιλώντας στο 9o Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, που πραγματοποιείται στους Δελφούς 10- 13 Απριλίου και τελεί υπό την Αιγίδα της Α.Ε. της Προέδρου της Δημοκρατίας, κας Κατερίνας Σακελλαροπούλου, ο κ. Τσάκωνας απέφυγε να ξεκαθαρίσει αν αυτό θα γίνει άμεσα, η απάντησή του όμως μάλλον εκεί παραπέμπει: «Κάποιες φορές η σιωπή είναι πιο ισχυρή» είπε με νόημα στο σχετικό ερώτημα του δημοσιογράφου της ΕΡΤ, Θάνου Τσίρου, συντονιστή της σχετικής συζήτησης για το ελληνικό χρέος.
Ο κ. Τσάκωνας είπε πως δεν έχει κανέναν φόβο για το τι θα συμβεί μετά το 2032, οπότε και λήγει η περίοδος χάριτος, εξηγώντας ότι υπάρχουν πολλά μαξιλάρια για την αντιμετώπιση του αβέβαιου. Όπως είπε η χώρα έχει ήδη αποπληρώσει το ΔΝΤ, τα διμερή δάνεια έπεσαν κάτω από 40 δις ευρώ και θα συνεχίσει να προπληρώνει τα δάνειά της, αναζητώντας χώρο για εκδοτική δραστηριότητα. Υποστήριξε ότι η διάρθρωση του ελληνικού χρέους είναι ελκυστική, διαθέτοντας καλή δομή και προσέθεσε πως το απόλυτο ύψος του χρέους όχι μόνο δεν θα ανέβει, αλλά μπορεί να βαίνει και μειούμενο, ειδικά από τη στιγμή που τα πρωτογενή πλεονάσματα είναι ίσα με τους ταμειακούς στόχους.
Ο Γενικός Διευθυντής του ΟΔΔΗΧ χαρακτήρισε ως τεράστιο επίτευγμα την επενδυτική βαθμίδα, σημείωσε όμως ότι ο στόχος της ελληνικής οικονομίας πρέπει να είναι το A+. «Όσο πιο γρήγορα κινηθούμε τόσο πιο γρήγορα θα φθάσουμε εκεί που ήμασταν πριν από την κρίση» δήλωσε ο κ. Τσάκωνας. Όσον αφορά στην ανάπτυξη, υπογράμμισε ότι μπορεί κάποιοι να λένε ότι ο ρυθμός του 2% είναι χαμηλός, όταν όμως όλοι οι άλλοι στην Ευρώπη βρίσκονται σε ύφεση και η Ελλάδα πετυχαίνει πέντε φορές την ανάπτυξή τους σημαίνει ότι συγκλίνει στον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Από την πλευρά του ο Τάσος Αναστασάτος, επικεφαλής οικονομολόγος του ομίλου Eurobank, σημείωσε ότι ναι μεν ο μεγαλύτερος δημοσιονομικός χώρος σημαίνει μεγαλύτερες δαπάνες, όμως η πιθανότητα μιας χώρας να τρέχει με υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα μπορεί να έχει αρνητικό αποτέλεσμα στην εμπιστοσύνη των αγορών και να οδηγήσει σε ύφεση, αύξηση των επιτοκίων και φυγή των επενδύσεων.
«Το 2032, όταν θα λήξει η περίοδος χάριτος, θα υπάρχει μια αύξηση του λόγου του χρέους προς το ΑΕΠ. Για τα επόμενα πολλά χρόνια η Ελλάδα έχει την ανειλημμένη νομική υποχρέωση να μειώνει την αναλογία του χρέους προς το ΑΕΠ, κάτι που μας δυσκολεύει λίγο περισσότερο» είπε ο κ. Αναστασάτος. Εξήγησε ότι παρά τις μεγάλες περικοπές στις συντάξεις, η Ελλάδα παραμένει ακόμα η 5η χώρα όσον αφορά στο ποσοστό των συντάξεων στο ΑΕΠ της.
Σύμφωνα με τον κ. Αναστασάτο, η ελληνική οικονομία μπορεί να υπεραποδίδει της Ευρωζώνης τα επόμενα τρία χρόνια, μακροπρόθεσμα όμως η πορεία είναι μεγάλη και η χώρα πρέπει να αναπτύσσεται με περίπου 2,5% ετησίως για να καλύψει το κενό και να επιστρέψει εκεί που ήταν το 2008. «Δεν μας αρκεί η υψηλή ανάπτυξη, θέλουμε να είναι και διατηρήσιμη, δηλαδή μία ανάπτυξη που δεν δημιουργεί δημοσιονομικά ελλείμματα, ούτε εξωτερικά ελλείμματα. Χρειαζόμαστε μια μεταστροφή του οικονομικού υποδείγματος και ο μόνος τρόπος είναι οι περισσότερες επενδύσεις, οι οποίες έχουν μεν αυξηθεί αλλά παραμένουν στο 14% του ΑΕΠ και φθάνουν οριακά για να καλύψουν τις αποσβέσεις. Χρειαζόμαστε επενδύσεις στους τομείς που θα αποτελέσουν την εμπροσθοφυλακή της ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια» συμπλήρωσε ο κ. Αναστασάτος.