Δύο μόλις εβδομάδες πριν από την κρίσιμη συνεδρίαση του Ιουνίου, οπότε αναμένεται η πρώτη μείωση των επιτοκίων μετά από δύο χρόνια, η ΕΚΤ δέχεται νέες πιέσεις από τις μισθολογικές αυξήσεις, οι οποίες έρχονται να ενισχύσουν τα επιχειρήματα όσων δεν θέλουν και νέα κίνηση τον Ιούλιο. Ενώ η μείωση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης από την ΕΚΤ στις 6 Ιουνίου θεωρείται πλήρως προεξοφλημένη, οι συζητήσεις έχουν μετατοπιστεί στα επόμενα βήματά της, τα οποία αναμένεται να διαμορφωθούν από το μείγμα εξέλιξης σε μισθούς, εταιρικά κέρδη και παραγωγικότητα. Λαμβάνοντας υπόψη τον κίνδυνο αυτόν, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν επανήλθε με νέες δηλώσεις, ζητώντας τη διεύρυνση της εντολής της ΕΚΤ, έτσι ώστε να συμπεριλάβει την ανάπτυξη και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Αύξηση των μισθών σε Ευρωζώνη, Γερμανία
Ενώ τα σοκ σε επίπεδο προσφοράς έχουν μετριαστεί το τελευταίο διάστημα, το μεγαλύτερο μέρος των ανησυχιών έγκειται στον πληθωρισμό του κλάδου υπηρεσιών, το οποίο καθοδηγείται κατά το πλείστον από το κόστος εργασίας. Υπό αυτό το πλαίσιο, οι μισθολογικές αυξήσεις στο σύνολο της Ευρωζώνης, στο πλαίσιο των συλλογικών συμβάσεων, αυξήθηκαν κατά 4,7% στο πρώτο τρίμηνο, μετά την αντίστοιχη αύξηση 4,45% τους τελευταίους τρεις μήνες του 2023, καθώς τα εργατικά συνδικάτα ζητούν μεγάλες αυξήσεις για να αντισταθμίσουν την απώλεια των πραγματικών εισοδημάτων τους μετά από την ραγδαία άνοδο του πληθωρισμού. Είχαν προηγηθεί τα στοιχεία στη Γερμανία, που έδειξαν αύξηση 6,2% στους μισθούς στο πρώτο τρίμηνο από 3,6% τους τρεις τελευταίους μήνες του 2023, μέτρηση υψηλότερων των προβλέψεων. Η Bundesbank προειδοποίησε ότι οι μισθοί στη Γερμανία αυξάνονται ταχύτερα του αναμενομένου, θέτοντας εν αμφιβόλω τις προσδοκίες για συνεχιζόμενη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού και κατά συνέπεια τη λογική της περαιτέρω μείωσης των επιτοκίων μετά τον Ιούνιο. Για το λόγο αυτό, η κεντρική τράπεζα της Γερμανίας προβλέπει ότι ο πληθωρισμός Μαίου στην Ευρωζώνη θα είναι υψηλότερος από το 2,4% του Απριλίου και πιθανόν να συνεχίσει ελαφρώς υψηλότερος και τους επόμενους μήνες, που σημαίνει ότι θα χρειαστεί περισσότερος χρόνος για να επιστρέψει στον στόχο του 2%.
Η ΕΚΤ επισημαίνει ότι παρότι οι αυξήσεις των μισθών στην Ευρωζώνη στο πλαίσιο των συλλογικών συμβάσεων αναμένεται να παραμείνουν υψηλές καθ΄όλη τη διάρκεια του 2024, ωστόσο οι μισθοί στις νέες προσλήψεις αρχίζουν να είναι πιο συγκρατημένοι. Η ΕΚΤ αναμένει ότι οι μισθοί ανά εργαζόμενο στη ζώνη του ευρώ θα αυξηθούν κατά 4,5% φέτος, 3,6% το επόμενο έτος και 3% το 2026. Πρόκειται για ποσοστά υψηλότερα από το 3% που η ΕΚΤ κρίνει ότι συνάδει με το στόχο της 2% για τον πληθωρισμό. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, η ΕΚΤ αναγνωρίζει ότι οι εργαζόμενοι αξίζουν να αποζημιωθούν κάπως για τα χαμένα τους εισοδήματα και συνεπώς είναι αποδεκτή μία περίοδος πιο γρήγορων μισθολογικών αυξήσεων, ειδικά εφόσον τα υψηλότερα του μέσου όρου περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων μπορούν να απορροφήσουν το μεγαλύτερο μέρος αυτής της αύξησης.
Οι αυξήσεις των μισθών φρενάρουν τη μείωση του Ιουλίου
Αναλυτές δεν αναμένουν ότι οι μισθολογικές αυξήσεις του πρώτου τριμήνου θα εμποδίσουν την ΕΚΤ από μία μείωση των 25 μονάδων βάσης τον Ιούνιο, όμως οι αυξήσεις αυτές περιορίζουν την πιθανότητα διαδοχικών μειώσεων τον Ιούλιο. Στο 2,4%, ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη βρίσκεται τώρα σε απόσταση αναπνοής από το στόχο του 2%, όμως θα χρειαστεί να περάσει χρόνος έως το 2025 για να επιστρέψει στο σημείο αυτό, εν μέρει εξαιτίας των ασταθών τιμών εμπορευμάτων. Αυτός είναι και ο λόγος που κάποιοι αξιωματούχοι της ΕΚΤ υποστηρίζουν ότι το τελευταίο μίλι κατά του πληθωρισμού θα είναι και το πιο δύσκολο και ταυτόχρονα το πιο απρόβλεπτο, γεγονός που συνηγορεί υπέρ της μεγαλύτερης προσοχής.
Ενώ η μείωση του Ιουνίου είναι προεξοφλημένη, τα σημερινά στοιχεία για τους μισθούς είναι πολύ πιθανόν να χρησιμοποιηθούν από τα «γεράκια» που δεν θέλουν δεύτερη μείωση των επιτοκίων τον Ιούλιο. Το μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου Ίζαμπελ Σνάμπελ, ο Βέλγος κεντρικός τραπεζίτης Πιέρ Βουνς, ο Ολλανδός Κλάας Νοτ και ο Λετονός συνάδελφός του Μάρτιν Κάζακς θεωρούν πρόωρη μία δεύτερη επιτοκιακή μείωση τον Ιούλιο, ενώ και ο Νάγκελ επέστησε συγκράτηση ως προς τις προσδοκίες για δεύτερη μείωση. Ορισμένοι επίσης οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι η διαδικασία αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού έχει βαλτώσει, θέτοντας εν αμφιβόλων και τη λογική μείωσης του Ιουνίου. «Εάν παρατηρήσουμε την κεκτημένη ταχύτητα των εγχώριων πληθωριστικών πιέσεών στην Ευρωζώνη, οι εξελίξεις είναι ανησυχητικές...και σίγουρα δεν είναι κάτι που ικανοποιεί την ΕΚΤ», ανέφερει ο Πίετ Χέινς Κρίστιανσεν της Danske Bank.
Συνετή πολιτική υπέδειξε ο Λουί ντε Γκίντος
O Αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Λουί ντε Γκίντος, δήλωσε ότι μία μείωση των 25 μονάδων βάσης τον επόμενο μήνα φαίνεται λογική. «Είμαστε πολύ διαφανείς ως προς την απόφαση του Ιουνίου, ακολουθούμε μία συνετή προσέγγιση», ανέφερε σε συνέντευξή του στην Oberosterreichische Nachrichten. Υπογράμμισε ωστόσο την τεράστια αβεβαιότητα και δήλωσε ότι δεν έχουν ληφθεί αποφάσεις ως προς τον αριθμό των επιτοκιακών μειώσεων ή το μέγεθος των μειώσεων. «Κινούμαστε με βάση τα στοιχεία», εξήγησε.
Στο ερώτημα εάν είναι πιθανές αυξήσεις των επιτοκίων, απάντησε ότι αυτό δεν είναι το βασικό σενάριο της ΕΚΤ. «Όλα θα εξαρτηθούν από το πως κινείται ο πληθωρισμός. Πιστεύουμε ότι θα έχουμε διακυμάνσεις σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα και ότι θα συγκλίνουμε σημαντικά με το στόχο του 2% το 2025. Υπάρχουν ωστόσο ορισμένοι κίνδυνοι: πώς θα εξελιχθούν οι μισθοί, τι θα συμβεί με την παραγωγικότητα, το κόστος εργασίας και τα μειούμενα περιθώρια κέρδους. Σε όλα αυτά όμως θα πρέπει να προστεθεί και ο γεωπολιτικός κίνδυνος και οι αβεβαιότητες - ο πόλεμος στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή, πιθανές εντάσεις στη ΝΑ Ασία. Θα πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί. Τίποτε δεν είναι προκαθορισμένο ως προς τις μειώσεις των επιτοκίων ή τις αλλαγές στη νομισματική πολιτική», υπογράμμισε.
Ο Μακρόν ζητά διεύρυνση της εντολής της ΕΚΤ
Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν επανήλθε στο αίτημά του, ζητώντας και πάλι από την ΕΚΤ να ακολουθήσει μία «πιο τολμηρή νομισματική πολιτική», που σημαίνει ότι θα πρέπει να συμπεριλάβει στους στόχους της την ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Σε συνέντευξή του στο CNBC, σημειώνοντας ότι δεν θέλει να σχολιάζει τις αποφάσεις της ΕΚΤ, καθότι είναι ανεξάρτητο θεσμικό όργανο, εξέφρασε την άποψη ότι οι ευρωπαϊκές οικονομίες θα πρέπει να αντιμετωπίσουν τον πληθωρισμό, χωρίς ωστόσο να σκοτώσουν σε υπερβολικό βαθμό την ανάπτυξη. «Για το λόγο αυτό, πιστεύω ότι χρειαζόμαστε μία ευρύτερη νομισματική πολιτική, χωρίς ωστόσο να ανησυχώ από τη βραχυπρόθεσμη πολιτική της ΕΚΤ», προσέθεσε.
Τόνισε ότι η αλλαγή αυτή είναι αναγκαία για την τόνωση της ανταγωνιστικότητας και της παραγωγικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας, αλλά και επειδή η προσπάθεια μείωσης της κατανάλωσης ορυκτών καυσίμων, όπως και η αποσπασματικότητα του παγκόσμιου εμπορίου είναι από μόνες τους πληθωριστικές.
«Τάσσομαι ξεκάθαρα υπέρ της διεύρυνσης της εντολής της ΕΚΤ, ακολουθώντας το μοντέλο της Fed», ανέφερε ο Μακρόν. «Επομένως θα πρέπει να διευρύνουμε την εντολή. Αυτό είναι ένα πολιτικό ζήτημα όμως θα κάνει πολύ πιο αποτελεσματική την ανάπτυξη της Ευρώπης και χρειαζόμαστε ανάπτυξη».
Ο Μακρόν είχε δηλώσει τον Απρίλιο ότι ο πληθωρισμός δεν θα πρέπει να είναι ο μοναδικός στόχος της νομισματικής πολιτικής της Ευρωζώνης και στο πλαίσιο αυτό ζήτησε να προστεθούν το κριτήριο της ανάπτυξης και πιθανόν της απανθρακοποίησης.