Σημαντικό «ψαλίδισμα» των επενδύσεων έως το 2030, χωρίς ωστόσο να «ψαλιδίζεται» και η φιλοδοξία στους κλιματικούς και ενεργειακούς στόχους, προβλέπει το αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), το οποίο τέθηκε χθες σε διαβούλευση από το ΥΠΕΝ.
Όπως έχει ήδη γράψει το insider.gr, παρουσιάζοντας όλες τις βασικές παραμέτρους του αναθεωρημένου ΕΣΕΚ, προβλέπεται η κινητοποίηση ιδιωτικών και δημόσιων κεφαλαίων 95 δισ. ευρώ μέχρι το 2030. Ένα νούμερο που είναι αισθητά μικρότερο από τις προβλεπόμενες δαπάνες του draft του Σχεδίου το οποίο είχε σταλεί στις Βρυξέλλες τον περασμένο Οκτώβριο.
Όπως είναι φυσικό, από την επόμενη 10ετία και μέχρι το 2050 -όταν θα έχει «πρασινίσει» πλήρως το ενεργειακό μίγμα- θα συνεχίσουν να πραγματοποιούνται σημαντικές δαπάνες για την επίτευξη μιας κλιματικά ουδέτερης οικονομίας. Έτσι, τα κεφάλαια που θα κινητοποιηθούν την 20ετία 2031-2050 εκτιμώνται σε 332 δισ., κάτι που σημαίνει πως οι συνολικές επενδύσεις θα ανέλθουν στα 427 δισ. ευρώ.
Συγκρατημένες δαπάνες
Το αναθεωρημένο ΕΣΕΚ επιμερίζει την πορεία προς την κλιματική ουδετερότητα σε τρεις περιόδους, ξεκινώντας από το διάστημα 2025-2030. Σε αυτή την πρώτη περίοδο, προβλέπεται η ταχεία διείσδυση των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή και η κατασκευή υποδομών εξηλεκτρισμού της τελικής κατανάλωσης ενέργειας. Λόγω της στοχαστικότητας των ΑΠΕ, αναπτύσσονται και υδροηλεκτρικά, καθώς και συστήματα αποθήκευσης ενέργειας (μπαταρίες, αντλησιοταμιευτικά) και δρομολογείται η επέκταση της δυναμικότητας των διασυνδέσεων με τις γειτονικές χώρες.
Σε αυτή την πρώτη περίοδο, τερματίζεται η χρήση του λιγνίτη, ολοκληρώνονται οι νησιωτικές διασυνδέσεις, ενώ επεκτείνεται η εγκατάσταση «έξυπνων» μετρητών. Σημαντικός αυτή την περίοδο παραμένει ο ρόλος του φυσικού αερίου. Συγκεκριμένα, η χρήση του φυσικού αερίου στην ηλεκτροπαραγωγή μειώνεται αλλά το φυσικό αέριο συνεχίζει να έχει ρόλο για την ευστάθεια του συστήματος ηλεκτροπαραγωγής. Ωστόσο, η ανάπτυξη των δικτύων φυσικού αερίου την περίοδο αυτή γίνεται λελογισμένα.
Η μείωση των δαπανών έως το 2030, σε σχέση με την προηγούμενη εκδοχή του ΕΣΕΚ, οφείλεται κατ΄ αρχάς στο ότι το μεγάλο «κύμα» διείσδυσης ηλεκτρικών οχημάτων και αντλιών θερμότητας τοποθετείται πλέον στη δεύτερη περίοδο (2030-2040), όταν το κόστος του εξοπλισμού θα έχει μειωθεί ώστε να μην χρειάζονται κρατικές ενισχύσεις.
Το χρονοδιάγραμμα αναβάθμισης κατοικιών
Επίσης, κατά την πρώτη περίοδο, προβλέπεται συγκράτηση των επενδύσεων σε νεοεμφανιζόμενες «πράσινες» τεχνολογίες. Ενδεικτικά, σημειώνεται πως την περίοδο 2025-2030 οι μονάδες «πράσινου» υδρογόνου θα προορίζονται κυρίως για την παραγωγή ανανεώσιμων συνθετικών καυσίμων στα διυλιστήρια (συνθετική κηροζίνη, συνθετική μεθανόλη).
Παράλληλα, αν και δεν ανακόπτεται η ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών, για τα προγράμματα εξοικονόμησης ενέργειας επιδιώκεται η βελτιστοποίηση της σχέσης κόστους/οφέλους (επικέντρωση στις κλιματικές ζώνες Γ και Δ και σε κτίρια υψηλού βαθμού χρήσης). Σε αυτό το πλαίσιο, καθορίζεται στόχος μείωσης της μέσης χρήσης πρωτογενούς ενέργειας στα κτίρια του οικιακού τομέα κατά 16% έως το έτος 2030 και κατά 20-22% έως το έτος 2035.
Ο ετήσιος ρυθμός ανακαίνισης κτιρίων κατοικίας την περίοδο 2025-2030 θα ανέλθει σε 68.000 ανακαινίσεις, δηλαδή σε 409.000 για το συγκεκριμένο διάστημα. Αντίστοιχα, την περίοδο 2031-2040 ο ετήσιος ρυθμός ανακαίνισης θα μειωθεί σε 64.000 ανακαινίσεις, ενώ σημαντική αύξηση αναμένεται να επιτευχθεί την περίοδο 2041-2050 στις 83.000 με σκοπό την απανθρακοποίηση του οικιακού τομέα. Συνολικά, μέχρι το 2050 θα αναβαθμιστούν 1.880.000 κατοικίες περίπου.
Προέλαση των ΑΠΕ
Καθώς η πρώτη περίοδος της ενεργειακής μετάβασης (μέχρι το 2030) χαρακτηρίζεται από την προέλαση των ΑΠΕ, οι εθνικές εκπομπές προβλέπεται να μειωθούν κατακόρυφα. Έτσι, στο τέλος της 10ετίας προβλέπεται μείωση εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου κατά 58,6%, από 54% που ήταν ο στόχος στο draft.
Η συμμετοχή των ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας θα αγγίξει το 45,4% -όταν ο ευρωπαϊκός στόχος είναι 42,5%- με το ποσοστό των ανανεώσιμων πηγών στην κατανάλωση ηλεκτρισμού να διαμορφώνεται στο 76,8%. Συγκριτικά, στο draft ο στόχος είχε τεθεί στο 79% για τις ΑΠΕ στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, με την Ε.Ε. να θέτει τον «πήχη» στο 69% για όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Όσον αφορά τη συμμετοχή κάθε «πράσινης» τεχνολογίας, το αναθεωρημένο Σχέδιο προβλέπει μεγαλύτερη «παρουσία» των χερσαίων αιολικών, τα οποία θα αθροίζουν 8,9 GW το 2030, σε σχέση με τα 7,6 GW του draft. Παρόμοιοι είναι οι στόχοι για φωτοβολταϊκά (13,5 GW), υπεράκτια αιολικά (1,9 GW) και υδροηλεκτρικά (3,458 GW).
«Γκάζι» στην αποθήκευση
Σε σχέση με το προσχέδιο, ενισχυμένοι είναι επίσης οι στόχοι για μονάδες μπαταριών που θα βρίσκονται σε λειτουργία το 2030, με το χαρτοφυλάκιό τους να αυξάνεται στα 4,325 GW (από 3,1 GW). Αντίθετα, πιο συγκρατημένες είναι οι προβλέψεις για σταθμούς αντλησιοταμίευσης, στα 1,745 GW (από 2,2 GW).
Με τον λιγνίτη να είναι το 2030 απών από το ενεργειακό μίγμα, όσον αφορά τις μονάδες αερίου, προβλέπεται ότι το 2030 θα είναι εγκατεστημένο ένα χαρτοφυλάκιο συνολικής ισχύος 7,885 GW (από 7,7 GW στο προσχέδιο), αυξημένο κατά 0,8 GW σε σχέση με το 2025. Ωστόσο, η ετήσια παραγωγή τους θα βαίνει μειούμενη μέχρι το 2030, ελαττωμένη κατά 45% σε σχέση με το 2022 (στις 10,4 Τεραβατώρες).
Αξίζει να σημειωθεί ότι η παραγωγή των μονάδων αερίου προβλέπεται ακόμη πιο συρρικνωμένη σε σχέση με το draft, το οποίο την «τοποθετούσε» το 2030 στις 11,7 Τεραβατώρες ετησίως. Η κατανάλωση φυσικού αερίου προβλέπεται να μειωθεί συνολικά σε όλες τις χρήσεις του καυσίμου.
Ως συνέπεια, στο τέλος της 10ετίας να κινείται στις 44 Τεραβατώρες ετησίως, από 51 Τεραβατώρες ετησίως το 2022. Πάντως, σε χαμηλότερα επίπεδα (36,9 Τεραβατώρες) ήταν ο «πήχης» στο draft.
Η εξέλιξη του κόστους ηλεκτρισμού
Όπως έχει γράψει το insider.gr, σύμφωνα με το αναθεωρημένο ΕΣΕΚ, η «πράσινη στροφή» του ενεργειακού μίγματος θα έχει άμεσα οφέλη για τους καταναλωτές, προκαλώντας μικρή μείωση του κόστους ηλεκτρισμού ήδη μέχρι το 2030. Έτσι, με σημείο αναφοράς το 2025, όπου το συνολικό κόστος ηλεκτρισμού υπολογίζεται στα 145 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, το 2030 εκτιμάται ότι το νούμερο αυτό θα έχει αποκλιμακωθεί κατά 4%, στα 139 ευρώ ανά Μεγαβατώρα.
Με βάση το αναθεωρημένο Σχέδιο, τα κέρδη θα αρχίσουν να διευρύνονται αισθητά από την επόμενη 10ετία. Συγκεκριμένα, και πάλι με σημείο αναφοράς το 2025, το 2035 το συνολικό κόστος θα έχει πλέον αποκλιμακωθεί κατά 16%, στα 125 ευρώ ανά Μεγαβατώρα. Η «βουτιά» θα είναι ακόμη μεγαλύτερη το 2040, αγγίζοντας το 20% (116 ευρώ ανά Μεγαβατώρα).
Όπως είναι φυσικό, η αποκλιμάκωση θα συνεχιστεί και την επόμενη 10ετία, ώστε το 2045 να περιοριστεί κατά 25% (στα 109 ευρώ ανά Μεγαβατώρα) και κατά 34% το 2050 (στα 96 ευρώ ανά Μεγαβατώρα). Όπως επισημαίνεται χαρακτηριστικά στο αναθεωρημένο ΕΣΕΚ, το μέσο κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος θα βαίνει μειούμενο, καθώς διεισδύουν οι ΑΠΕ και καθώς θα αποσβένονται οι σχετικές επενδύσεις.