Με το ενδιαφέρον στραμμένο στις ΗΠΑ λόγω εκλογών, αλιεύσαμε μια είδηση που μας προκάλεσε εντύπωση: Η Lactalis, η μεγαλύτερη γαλακτοκομική εταιρεία του κόσμου, ανακοίνωσε ότι χτίζει εργοστάσιο για την παραγωγή φέτας στο Tulare της Καλιφόρνιας, μια επένδυση ύψους 55 εκατ. δολαρίων. Το νέο εργοστάσιο θα έχει επιφάνεια 3500 μ2, θα λειτουργήσει το 2027 και θα καλύψει την ολοένα αυξανόμενη ζήτηση για φέτα στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με την συμβουλευτική εταιρεία Straits Research, η ζήτηση για φέτα στην Αμερικάνικη Ήπειρο αυξάνεται με ρυθμό 5,6% ετησίως, ο οποίος εκτιμάται ότι θα συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια, φθάνοντας το συνολικό μέγεθος της αγοράς στα 19 δισ. δολ το 2030!
Η νέα μονάδα θα απασχολεί 20 άτομα. Δεν ανακοινώθηκε το είδος της χρησιμοποιούμενης πρώτης ύλης, δηλαδή πρόβειο, κατσικίσιο ή αγελαδινό γάλα.
H Lactalis δραστηριοποιείται στο χώρο της φέτας στις ΗΠΑ εδώ και πολλά χρόνια, διαθέτοντας ένα εργοστάσιο στο Belmond του Wiconsile. Το 1999 απέσπασε σε διαγωνισμό στην περιοχής του εργοστασίου το αργυρό μετάλλιο για το προϊόν της σε κύβους. Πολλά βραβεία προστέθηκαν από τότε στη συλλογή της.
Η Lactalis διαθέτει και αντίστοιχη μονάδα στην Ελλάδα με αμιγώς εξαγωγικό προσανατολισμό.
Το ενδιαφέρον της είδησης εστιάζεται στην δικαιολογητική βάση που στηρίχθηκε η εταιρεία για το χτίσιμο του καινούργιου εργοστασίου. Ο CEO Lactalis USA, δήλωσε ότι «Η επέκταση αυτή θα μας βοηθήσει στην κάλυψη της ολοένα αυξανόμενης ζήτησης από τους οικιακούς καταναλωτές που συνεχίζουν να διαλέγουν την φέτα μας για μαγείρεμα στο σπίτι και να δημιουργούν νέους τρόπους να την απολαύσουν».
Η Straits Research με τη σειρά της επιβεβαιώνει τα λεχθέντα, αναφέροντας ότι οι ΗΠΑ είναι ένας τόπος ιδιαίτερα ελκυστικός σε πολίτες όλους του κόσμου για μόνιμη εγκατάσταση, λόγω των ευκαιριών απασχόλησης που προσφέρει. Έτσι, οι διάφορες κουλτούρες που φέρουν μαζί τους οι νεοεγκατεστημένοι, δημιουργούν μια νέα πραγματικότητα στις διατροφικές τάσεις της περιοχής. Κλασικό παράδειγμα τα ζυμαρικά και η πίτσα που καταναλώνονται παντού. Η ευρωπαϊκή τώρα κουζίνα, έχει σε μεγάλο βαθμό υιοθετηθεί τόσο στις διεθνείς αγορές όσο και στις ΗΠΑ (σσ, εξ ου και τα συνεχή ρεκόρ εξαγωγών ευρωπαϊκών διατροφικών προϊόντων παρόλη την υψηλή τους τιμή). Ειδικότερα το βρετανικό πρωινό, έχει μετεξελιχθεί σε Ευρωπαϊκό πρωινό, στο οποίο η φέτα κατέχει δεσπόζουσα θέση. Έτσι η αυξανόμενη δημοτικότητα της ευρωπαϊκής διατροφικής κουλτούρας και της φέτας αυξάνει την ζήτηση και οδηγεί την αγορά προς τα πάνω.
Μπορεί εμείς οι Έλληνες σαν γνήσιοι πρεσβευτές της φέτας, να έχουμε μια αρκετά διαφορετική γνώμη για τα παραπάνω αναγραφόμενα, αλλά η διεθνής τάση είναι αυτή που διαμορφώνει τα δεδομένα. Εμείς εξακολουθούμε να συνδέουμε τη φέτα με τα γεμιστά και τα λαδερά στα ζεστά καλοκαιρινά μεσημέρια, αλλά οι υψηλές πρωτείνες, το ασβέστιο, οι πολλές βιταμίνες και η ευκολία στην παρασκευή γευμάτων είναι αυτές που προσελκύουν τους νέους καταναλωτές σε διεθνές επίπεδο.
Το διαδίκτυο, τα τηλεοπτικές εκπομπές, τα περιοδικά και εφημερίδες είναι από τους βασικούς παράγοντες που κάνουν τους καταναλωτές να δοκιμάσουν αρχικά και να χρησιμοποιήσουν στη συνέχεια φέτα στο καθημερινό τους τραπέζι. Αυξανόμενη παγκοσμιοποίηση οδηγεί στην αύξηση του ενδιαφέροντος για τις διεθνείς κουζίνες και την έκθεση σε διαφορετικές διατροφικές κουλτούρες, δημιουργώντας ζήτηση για νέες κουζίνες. Το Raclette και το cheesesteak για παράδειγμα έχουν αυξημένη δημοφιλία στις ΗΠΑ. Επιπλέον ο τομέας της εστίασης έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια λόγω ακριβώς της αυξανόμενης ζήτησης για διεθνείς κουζίνες που κατά κόρο χρησιμοποιούν φέτα. Η τάση αυτή αναμένεται να συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια.
Συνεχίζοντας την ανάλυση της η Straits Research για τα είδη γάλακτος από τα οποία παρασκευάζεται η φέτα διεθνώς, αναφέρει το πρόβειο γάλα ως το πλέον κατάλληλο λόγω και της υψηλής του απόδοσης σε τυροκόμιση. Αναγνωρίζοντας την εποχικότητα της παραγωγής του, επισημαίνει την μεγάλη αποδοχή των πλέον παραγωγικών φυλών προβάτων που παράγουν περισσότερο γάλα και σε μεγαλύτερη διάρκεια του χρόνου. (Η συζήτηση αυτή είναι ζωντανή κι εδώ στην Ελλάδα, με τους πλέον παραδοσιακούς να επιμένουν στη φέτα από γάλα ντόπιων φυλών. Πιθανόν εδώ να κρύβεται ένα ενδιαφέρον κομμάτι της αγοράς). Το αγελαδινό γάλα είναι το πλέον βολικό για βιομηχανική τυροκόμιση, αφού είναι διαθέσιμο παντού και ολόκληρο το χρόνο. Το κατσικίσιο γάλα τέλος δίνει φέτα με χαμηλότερα λιπαρά και απαλότερη γεύση, γεγονός που το καθιστά ποιό εύκολοδούλευτο στην κουζίνα της εστίασης που επιθυμεί να δημιουργήσει ποιό σύνθετες γεύσεις.
Είναι πάντως απορίας άξιο οτι ενώ η φέτα (όχι μόνο Ελληνικής προέλευσης ως ΠΟΠ) κινείται πολύ δυναμικά στα ράφια των Σούπερ Μάρκετ όλου του κόσμου, η ελληνική κτηνοτροφία, που δίνει την πρώτη ύλη για την πρωτότυπη φέτα με Ονομασία Προέλευσης, βρίσκεται σε δύσκολη θέση χάνοντας καθημερινά ζώα, μονάδες παραγωγής και έμπειρους ανθρώπους.
Η ελληνική τυροκομία από την πλευρά της βρίσκεται σε φάση δυναμικής ανάπτυξης. Οι εξαγωγές φέτας αυξάνονται με ρυθμό σχεδόν 10%, δηλαδή περίπου διπλάσιο της ανάπτυξης της παγκόσμιας αγοράς. Αρα δεν μπορεί κάποιος να κατηγορήσει τους τυροκόμους οτι ολιγωρούν και δεν φροντίζουν για την ανάπτυξη της εθνικής μας προίκας. Στην δύσκολη κατάσταση που βρίσκεται τόσο η εθνική μας οικονομία όσο κυρίως η αγροτικής μας οικονομία, της οποίας η φέτα αποτελεί έναν από τους πλέον σημαντικούς κινητήριους μοχλούς, όλοι θα θέλαμε οι ρυθμοί επέκτασης να ήταν υψηλότεροι. Αρα να μια πρώτη πρόκληση, πως θα επιταχύνουμε ακόμη περισσότερο τους ρυθμούς εξαγωγών μας.
Για όποιον γνωρίζει τα τεκταινόμενα στο χώρο της Ελληνικής κτηνοτροφίας (για εξαγωγή φέτα ΠΟΠ απαιτείται γάλα αιγοπροβάτων Ελληνικής προέλευσης) δημιουργείται μια ανησυχία για το πως θα διατηρηθούν, πριν επιταχυνθούν, οι ρυθμοί παραγωγής φέτας στη χώρα. Με τρία καίρια πλήγματα τα τελευταία δύο χρόνια, την κακοκαιρία Daniel και τις δύο ζωονόσους, πανώλη κι ευλογιά και μετά από μια διετία ιδιαίτερα υψηλών τιμών ζωοτροφών, οι Ελληνες κτηνοτρόφοι μάχονται να κρατηθούν έξω από το νερό. Ο αριθμός των κτηνοτροφικών μονάδων μειώνεται σημαντικά και με μικρότερο ρυθμό το ζωικό κεφάλαιο. Αντίθετα η παραγωγή γάλακτος δεν έχει επηρεαστεί σημαντικά, σύμφωνα με στοιχεί ΕΛΓΟ.
Φαίνεται λοιπόν οτι η συγκεντροποίηση σε μεγαλύτερες μονάδες έχει αποδώσει σημαντικούς καρπούς. Πιθανόν όχι απολύτως επαρκείς αλλά είναι μια αρχή. Οι προκλήσεις όμως παραμένουν πολλές και δύσκολες, με πρώτη αυτή του ανθρώπινου δυναμικού. Αρκετά νέα παιδιά δέχονται να συνεχίσουν την οικογενειακή παράδοση, συχνά καθετοποιώντας την παραγωγή τους δίνοντας στη νέα μας διατροφική πραγματικότητα τυροκομικά διαμαντάκια! Αλλα πάλι προτιμούν να πάρουν διαφορετικό επαγγελματικό δρόμο, εγκαταλείποντας συχνά τους γενέθλιους τόπους.
Οι αλβανικής καταγωγής τσοπάνηδες που προσέφεραν σημαντική βοήθεια στους Ελληνες κτηνοτρόφους έχουν κι αυτοί αρχίσει να μειώνονται, σε σημαντικό μάλιστα βαθμό. Αρα οι επενδύσεις εκσυγχρονισμού είμαι μονόδρομος. Ετσι ίσως υπάρξει μια πιθανότητα να γίνει ο κλάδος στόχος σε Ελληνες.
Η ύπαρξη επαρκούς ανθρώπινου δυναμικού στον κλάδο, συναρτάται με την αναγκαστική του πορεία τα επόμενα χρόνια στα δύσκολα μονοπάτια της βιωσιμότητας. Η αιγοπροβατοτροφία, αξιοποιούσε άριστα στο μεσογειακό μας τοπίο την χλωρίδα και ήταν ένα πρώτης τάξεως ρυθμιστής του περιβάλλοντος. Είναι άραγε τυχαίο οτι η μεγάλης έκτασης και κυρίως έντασης φωτιές των τελευταίων χρόνων συνέπεσαν με την υποχώρηση (για να μη πούμε εγκατάλειψη) της υπαίθριας κτηνοτροφίας? Η επανάκαμψη της έννοιας βιωσιμότητας είναι μια πολύ υψηλής προτεραιότητα για την Ελληνική κτηνοτροφία και απαραίτητη προυπόθεση για την συνέχιση της διεθνούς καριέρας της φέτας.
Φαίνεται όμως οτι αυτό που δεν έχει γίνει κατανοητό στους Ελληνες κτηνοτρόφους είναι η διπλή τους υπόσταση: αφενός με την καθημερινή τους λειτουργία κρατούν ζωντανή την ελληνική γεωργία (καλαμπόκι, χονδροειδεις ζωοτροφές, υποπροιόντα, κτηνοτροφικά σιτηρά κα) αφετέρου οτι αποτελούν ένα κομμάτι της γαστρονομικής μας διπλωματίας. Μιας διπλωματίας που μπορεί να μην στηρίζεται στα κανόνια, ούτε να διεξάγεται σε ακριβά ξενοδοχεία αλλά έχει πολλά και μεγάλα αποτελέσματα: κάνει τη χώρα μας γνωστή για τον (και διατροφικό) πολιτισμό της!
Τα έχει πει άραγε όλα αυτά κάποιος στους Ελληνες κτηνοτρόφους και τα παιδιά τους; Οτι είναι δηλαδή προστάτες του περιβάλλοντος, οτι είναι στυλοβάτες της Ελληνικής γεωργίας, οτι είναι γαστρονομικοί μας πρεσβευτές; Εαν οι ίδιοι πειστούν για όλα αυτά και πάρουν το νέο τους ρόλο στα σοβαρά , γιατί είναι από τη φύση τους δύσπιστοι και πολλοί θα νομίζουν οτι τους κοροιδεύουμε, τότε θα μπορέσει κάποιος με ασφάλεια να δει μέλλον για την φέτα μας και η κτηνοτροφία μας να μην αποτελεί αδύναμο κρίκο στην αλυσίδα μέχρι το ράφι. Με πρώτο το εμπορικό μας ισοζύγιο που ευεργετείται με ετήσιες εξαγωγές 1 δις ευρώ! Που μαζί με το γιαούρτι φτάνουν να δημιουργούν το 1% του συνολικού Ελληνικού ΑΕΠ!
Κάτι θα ξέρει και η Lactalis που πριν την Καλιφόρνια ήλθε να μάθει τη δουλειά εδώ στο Βόλο...