Πιο περιορισμένη έναντι της φετινής χρονιάς αναμένεται να είναι η εκδοτική δραστηριότητα της Ελλάδας το 2025, αναφορικά με τη συνολικό όγκο των κεφαλαίων που θα θελήσει να αντλήσει ο ΟΔΔΗΧ.
Αυτό έρχεται ως απόρροια των θετικών εξελίξεων που αφορά τα υψηλά ταμειακά διαθέσιμα, τις εκταμιεύσεις από τα ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά σχήματα (τόσο από τα διαρθρωτικά ταμεία όσο και από το Ταμείο Ανάκαμψης) καθώς τις σχετικά περιορισμένες χρηματοδοτικές ανάγκες λόγω και των προπληρωμών διμερών δανείων, που θα συνεχισθούν και το 2025 με κίνηση αξίας 5 δισ. όπως επιβεβαιώνεται στον νέο Προϋπολογισμό.
Συγκεκριμένα, η στόχευση της δανειακής στρατηγικής θα είναι η διασφάλιση της συνεχούς εκδοτικής παρουσίας του Ελληνικού Δημοσίου στις διεθνείς αγορές κεφαλαίων, η περαιτέρω παροχή εκδόσεων υψηλής ρευστότητας με διατήρηση κατά το δυνατόν της ήδη εκτεταμένης φυσικής ωρίμανσής τους, η μείωση των περιθωρίων δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου καθώς και η περαιτέρω διασφάλιση της συνέπειας του Ελληνικού Δημοσίου ως κρατικού εκδότη με
χαρακτηριστικά χώρας της Ευρωζώνης.
Ταυτόχρονα, θα αξιοποιηθούν στον μέγιστο δυνατό βαθμό οι υφιστάμενες θέσεις και τα χαρακτηριστικά του ελληνικού χαρτοφυλακίου δημόσιου χρέους, στο πλαίσιο των εν γένει ευκαιριών που παρέχονται στο βραχυχρόνιο τμήμα της ευρωπαϊκής καμπύλης. Για την επίτευξη των παραπάνω στόχων θα επιδιωχθεί στο πλαίσιο λειτουργίας της πρωτογενούς αγοράς, πλέον της εκδοτικής δραστηριότητας, η εφαρμογή πολιτικής διαχείρισης χαρτοφυλακίου μέσω της οποίας θα διασφαλίζονται ο αναγκαίος χώρος για τη συνεχή παρουσία του Ελληνικού Δημοσίου στις αγορές, η περαιτέρω μείωση του κινδύνου αναχρηματοδότησης, η παροχή της αναγκαίας ρευστότητας και η βελτίωση της λειτουργίας της δευτερογενούς αγοράς των ελληνικών ομολόγων, με ταυτόχρονη αξιοποίηση της εκάστοτε κλίσης της ελληνικής καμπύλης αποδόσεων για τη διασφάλιση βέλτιστου αποτελέσματος αναφορικά με το κόστος δανεισμού.
Σύμφωνα με τον Προϋπολογισμό, το Ελληνικό Δημόσιο άντλησε μέχρι στιγμής για φέτος 9,3 δισ. ευρώ από τις αγορές, μέσω της έκδοσης δεκαετούς τίτλου (4 δισ.), τριακονταετούς (3 δισ. ευρώ) και επανεκδόσεων - για ενίσχυση της ρευστότητας στην καμπύλης - ύψους 2,3 δισ. ευρώ (επανεκδόσεις των ομολόγων λήξεως 15.6.2028, 15.6.2033, 15.6.2028, 15.6.2028, 04.02.2035, 15.6.2034, 15.6.2034, 12.3.2029, 15.6.2034 και 12.3.2029, συνολικής ονομαστικής αξίας 2.300 εκατ. ευρώ, με αποδόσεις 2,720%, 3,320%, 2,854%, 2,850%, 3,613%, 3,506%, 3,556%, 2,807%, 3,113% και 2,381%, αντίστοιχα).
Όπως αναφέρεται, οι μικτές χρηματοδοτικές ανάγκες του Ελληνικού Δημοσίου για το 2024, περιλαμβανομένης και της επικείμενης πρόωρης εξόφλησης των διμερών δανείων με τις χώρες της Ευρωζώνης (GLF), με λήξεις 2026, 2027 και 2028, καλύφθηκαν κατ’ αρχήν από δύο κοινοπρακτικές εκδόσεις ομολόγων σταθερού επιτοκίου, με διάρκειες δέκα και τριάντα έτη, συνολικής ονομαστικής αξίας 7 δισ. ευρώ.
Με αυτόν τον τρόπο το Ελληνικό Δημόσιο υλοποίησε το σύνολο του εγκεκριμένου δανειακού προγράμματος του έτους, περιλαμβανομένων και των ποσών για πρόωρες εξοφλήσεις δημόσιου χρέους. Συγχρόνως, καλύφθηκαν τα κενά ληκτότητας της καμπύλης αποδόσεων με επαρκούς ρευστότητας ομολογιακές εκδόσεις αναφοράς (benchmark issues) και βελτιώθηκαν περαιτέρω οι όγκοι συναλλαγών της δευτερογενούς αγοράς ελληνικών κρατικών χρεογράφων. Επιπλέον, για δεύτερο συνεχόμενο έτος διενεργήθηκαν δημοπρασίες επανέκδοσης ομολόγων σε προκαθορισμένα τακτά χρονικά διαστήματα (τρίτη εβδομάδα κάθε μήνα), μέσω των οποίων αντλήθηκε συνολικό ποσό 2,3 δισ. ευρώ.
Οι εν λόγω δημοπρασίες έχουν ως κύριο σκοπό την ικανοποίηση της επενδυτικής ζήτησης και ταυτόχρονα τη διευκόλυνση της λειτουργίας της δευτερογενούς αγοράς ομολόγων με παροχή περαιτέρω ρευστότητας σε επιλεγμένα σημεία της καμπύλης αποδόσεων, ενώ η ανακοίνωση του χρονικού προγραμματισμού τους πιστοποιεί την επιστροφή του Ελληνικού Δημοσίου στην εκδοτική κανονικότητα.