HSBC: Η «απογείωση» της ευρωπαϊκής περιφέρειας και ο «μεγάλος ασθενής» της Ευρώπης

Ανδρέας Βελισσάριος
Viber Whatsapp
Μοιράσου το
HSBC: Η «απογείωση» της ευρωπαϊκής περιφέρειας και ο «μεγάλος ασθενής» της Ευρώπης
Στην ευρωπαϊκή οικονομική περιφέρεια που «ίπταται» πλέον και στις άλλοτε «ατμομηχανές» της περιοχής που αγωνίζονται να βγουν από μια κυκλική και διαρθρωτική αδυναμία, αναφέρεται η HSBC.

Στην ευρωπαϊκή οικονομική περιφέρεια που «ίπταται» πλέον και στις άλλοτε «ατμομηχανές» της περιοχής που αγωνίζονται να βγουν από μια κυκλική και διαρθρωτική αδυναμία, αναφέρεται η HSBC.

Κατά τη διάρκεια της κρίσης δημόσιου χρέους της Ευρωζώνης το 2011 - 2012, οι λεγόμενες χώρες της περιφέρειας – Πορτογαλία, Ιρλανδία, Ιταλία, Ελλάδα, Ισπανία και Κύπρος – επλήγησαν πολύ περισσότερο από τον «πυρήνα». Οι λόγοι διέφεραν. Για την Ισπανία και την Ιρλανδία, τα βασικά προβλήματα απέρρεαν από μια «φούσκα» στην αγορά ακινήτων που προηγήθηκε της Παγκόσμιας Χρηματοπιστωτικής Κρίσης. Για τις υπόλοιπες, ήταν περισσότερο ζήτημα χρόνιων προβλημάτων μεγάλης δημοσιονομικής σπατάλης – όλες αυτές οι χώρες χαρακτηρίζονταν από υψηλό δημόσιο χρέος και μεγάλες εξωτερικές ανισορροπίες.

Η διόρθωση αυτών των ανισορροπιών χρειάστηκε πολλά χρόνια επώδυνης δημοσιονομικής λιτότητας και εσωτερικής υποτίμησης. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η λιτότητα αποδείχτηκε αυτοκαταστροφική, καθώς οι απότομες συρρικνώσεις του ΑΕΠ κατέληξαν να ωθήσουν τα επίπεδα του χρέους ακόμη υψηλότερα, όπως σημειώνουν οι οικονομολόγοι της HSBC. Υπήρχαν και πολιτικές συνέπειες. Η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα που ψήφισε μια λαϊκιστική κυβέρνηση (ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ το 2015), με μια έντονα ευρωσκεπτικιστική ατζέντα που παραλίγο να σπρώξει τη χώρα εκτός Ευρωζώνης. Το 2018, μια λαϊκιστική κυβέρνηση που συνδύαζε τη σκληρή αριστερά και τη σκληρή δεξιά ανέλαβε την εξουσία στην Ιταλία, προκαλώντας ανησυχίες στις αγορές (διεύρυνση των spreads των κρατικών ομολόγων). Από πολλές απόψεις, οι πολιτικές συνέπειες των παραπάνω εξακολουθούν να γίνονται αισθητές.

Ωστόσο, μόλις δέκα χρόνια μετά την κρίση της Ευρωζώνης - και με μια πανδημία και μια ενεργειακή κρίση ενδιάμεσα αυτής - αυτές οι χώρες φαίνεται να έχουν γυρίσει επιτέλους σελίδα. Οι πρόσφατοι ρυθμοί ανάπτυξης συχνά ξεπέρασαν τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (σε ορισμένες περιπτώσεις με πολύ υψηλότερο περιθώριο), ενώ η συνολική οικονομική κατάσταση φαίνεται πολύ πιο βιώσιμη. Οι οικονομίες της ευρωπαϊκής περιφέρειας έχουν πλέον από τα χαμηλότερα ελλείμματα στην Ευρωζώνη, με εξαίρεση την Ιταλία.

Τα ελλείμματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών έχουν μετατραπεί σε πλεονάσματα εκτός από αυτό της Ελλάδας, καθώς το εξωτερικό έλλειμμα πιέστηκε κατά την πανδημία και την ενεργειακή κρίση και δεν έχει ανακάμψει πλήρως. Από την άλλη, η Ιταλία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει μια σημαντική δημοσιονομική πρόκληση, κάτι που μπορεί να σχετίζεται με το γεγονός ότι δεν χρειάστηκε ποτέ να λάβει πρόγραμμα διάσωσης, επομένως, σε αντίθεση με τις άλλες χώρες, δεν χρειάστηκε να υπομείνει ένα μεγάλο δημοσιονομικό «πόνο» μετά την κρίση. Και η Ισπανία - η οποία δεν έλαβε ποτέ πρόσθετα μέτρα - εξακολουθεί να αντιμετωπίζει επίσης ένα σημαντικό έργο δημοσιονομικής προσαρμογής.

Οι σκληρές μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της ευελιξίας της αγοράς εργασίας έχουν αυξήσει τα ποσοστά συμμετοχής του εργατικού δυναμικού και διευκόλυναν μια σημαντική προσαρμογή του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος. Συνδυαστικά με τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά προϊόντων και τη βελτιωμένη πρόσβαση σε ξένους επενδυτές, υπήρξε βελτίωση της εξωτερικής ανταγωνιστικότητας αυτών των χωρών.

Επιπλέον, ο τουριστικός κλάδος - ο οποίος σε ορισμένες περιπτώσεις όπως της Πορτογαλίας ή της Ελλάδας αντιπροσωπεύει το 10% του ΑΕΠ μόνο ως προς τις ξένες εισπράξεις – ανθεί τα τελευταία χρόνια, συμβάλλοντας στην αύξηση του μεριδίου των εξαγωγών στο ΑΕΠ. Η βελτιωμένη ανταγωνιστικότητα είναι επίσης εμφανής όταν εξετάζονται οι διεθνείς συγκρίσεις. Σύμφωνα με το Παγκόσμιο Κέντρο Ανταγωνιστικότητας, η Ιρλανδία από την 24η θέση στον κόσμο σε ανταγωνιστικότητα το 2011 έφτασε στην 4η πέρυσι και η Ελλάδα από την 58η στην 47η.

Ως αποτέλεσμα της βελτίωσης των εξωτερικών ισοζυγίων, βελτιώθηκε σημαντικά και η καθαρή διεθνής επενδυτική θέση των χωρών αυτών, υποστηρίζοντας την προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων, έναν πιο σταθερό μέσο χρηματοδότησης ενός εξωτερικού ελλείμματος που είναι λιγότερο επιρρεπές σε «ξαφνικά στοπ» στις εισροές κεφαλαίων. Το χρέος του ιδιωτικού τομέα έχει επίσης μειωθεί - σε ορισμένες περιπτώσεις (Ιρλανδία και Ισπανία) σημαντικά – γεγονός που υποδηλώνει ένα πιο βιώσιμο περιβάλλον ανάπτυξης.

«Ξυπνώντας τους γίγαντες που κοιμούνται»...

Οι ιδιαίτερα αρνητικές επιδόσεις της Γερμανίας μετά την πανδημία, της επανέφεραν τον χαρακτηρισμό... ο «μεγάλος ασθενής» της Ευρώπης. Ωστόσο, παρά τις πολλές διαρθρωτικές προκλήσεις, η Γερμανία διαθέτει εργατικό δυναμικό υψηλής εξειδίκευσης. Στο παρελθόν, έχει θεσπίσει σαρωτικές αλλαγές για να ανακτήσει την ανταγωνιστικότητά της, ενώ με τις εκλογές που αναμένονται τον Φεβρουάριο και την πιθανότητα για μια ελαφρώς μεγαλύτερη δημοσιονομική επέκταση, ο κίνδυνος πιθανώς να μετριάζεται.

Όσο για τη Βρετανία, μετά από έναν σκληρό πρώτο προϋπολογισμό, εάν η κυβέρνηση μπορέσει να αξιοποιήσει τα κεφάλαια του ιδιωτικού τομέα για να αυξήσει τις επενδύσεις και την ανέγερση κατοικιών, η ανάπτυξη αναμένεται να ενισχυθεί. Μια καλύτερη σχέση με την ΕΕ θα μπορούσε να βοηθήσει τους βρετανούς εξαγωγείς, ενώ οι «ελευθερίες» μετά το Brexit θα μπορούσαν να το βοηθήσουν να αντιμετωπίσει τις αβεβαιότητες γύρω από το παγκόσμιο εμπόριο. Ο σχεδιασμός και οι μεταρρυθμίσεις στο συνταξιοδοτικό, καθώς και η πολιτική σταθερότητα και μια καλύτερη σχέση με την ΕΕ θα μπορούσαν να ενεργήσουν θετικά στην περιοχή.

Τέλος, η Σκανδιναβία έχει πιο ευνοϊκές θέσεις σε επίπεδο χρέους και δημογραφικού, και μια ακμάζουσα τεχνολογική σκηνή – που όλα τους προσφέρουν σημαντικές ευκαιρίες.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA

gazzetta
gazzetta reader insider insider