Μελανό σημείο στο αναπτυξιακό «story» της ελληνικής οικονομίας αποτελεί η έλλειψη εργατικού δυναμικού, όπως επισημαίνει η Capital Economics.
Οι οικονομολόγοι του οίκου παρότι εκτιμούν πως οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας είναι καλύτερες από ό,τι για τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης τα επόμενα δύο χρόνια, ωστόσο, η έλλειψη εργατικού δυναμικού θα διατηρήσει την ανάπτυξη σε επίπεδα χαμηλότερα από ό,τι σε άλλες «περιφερειακές» οικονομίες, ιδίως στην Ισπανία. Θα μπορούσε επίσης να προκαλέσει περαιτέρω επιβράδυνση της ανάπτυξης στην Ελλάδα. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι υπάρχει μικρή χαλάρωση στην αγορά εργασίας, ενώ ο πληθυσμός που βρίσκεται σε ηλικία εργασίας μειώνεται και η μετανάστευση είναι πεισματικά χαμηλή.
Η ελληνική οικονομία αποτελεί μία εκ των κορυφαίων σε απόδοση οικονομιών της Ευρώπης τα τελευταία χρόνια. Το τέταρτο τρίμηνο, το ΑΕΠ της Ελλάδας ήταν 9,7% υψηλότερα από τα προ πανδημίας επίπεδα, ενώ η ευρύτερη οικονομία της Ευρωζώνης είχε αναπτυχθεί μόλις κατά 4,7%. Η υπεραπόδοση της Ελλάδας υποστηρίχθηκε από τη μεγάλη αύξηση της απασχόλησης, η οποία ενισχύθηκε κατά 8% μεταξύ του τέταρτου τριμήνου του 2019 και του τρίτου τριμήνου του 2024.
Τρία «αγκάθια» στην αγορά εργασίας
Ωστόσο, η αύξηση της απασχόλησης, οφείλεται εξ ολοκλήρου στη μείωση του επιπέδου ανεργίας και όχι στην αύξηση του μεγέθους του εργατικού δυναμικού.
Σύμφωνα με την Capital Economics, η αγορά εργασίας φαίνεται πλέον πολύ στενή και υπάρχουν τρεις βασικοί λόγοι για τους οποίους οι οικονομολόγοι αμφιβάλλουν ότι η απασχόληση θα αυξηθεί σημαντικά τα επόμενα χρόνια. Πρώτον, το φυσικό ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα είναι πιθανώς γύρω στο 8%-9%, πράγμα που σημαίνει ότι υπάρχουν περιορισμένα περιθώρια να μειωθεί πολύ περισσότερο. Η μοναδική φορά που η ανεργία ήταν κάτω από το 9% στην Ελλάδα ήταν μεταξύ 2006 και 2008, εν μέσω μιας μη βιώσιμης έκρηξης. Και ενώ από τότε έχουν γίνει σημαντικές μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας της Ελλάδας, δεν είναι σαφές ότι έχουν μειώσει ουσιαστικά το ουδέτερο ποσοστό ανεργίας.
Δεύτερον, η Ελλάδα έχει πολύ αδύναμες δημογραφικές προοπτικές, με τον πληθυσμό που βρίσκεται σε ηλικία εργασίας να μειώνεται ραγδαία. Αυτό υποδηλώνει ότι το εργατικό δυναμικό είναι επίσης πιθανό να μειωθεί τα επόμενα χρόνια. Ο πληθυσμός 15 - 64 ετών στην Ελλάδα έχει συρρικνωθεί κατά μέσο όρο 0,7% ετησίως τα τελευταία πέντε χρόνια και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει ότι θα μειωθεί έως και 0,9% ετησίως τα επόμενα χρόνια, μια από τις μεγαλύτερες μειώσεις στην Ευρωζώνη.
Τρίτον, η ιστορικά χαμηλή μετανάστευση σημαίνει ότι είναι απίθανο οι μετανάστες να καλύψουν μεγάλο μέρος των ελλείψεων εργατικού δυναμικού στο μέλλον. Σε έντονη αντίθεση με ορισμένες από τις άλλες ταχέως αναπτυσσόμενες οικονομίες του Νότου στην Ευρωζώνη, ιδίως την Πορτογαλία και την Ισπανία, η Ελλάδα γνώρισε πράγματι πτώση του εργατικού δυναμικού που γεννήθηκε στο εξωτερικό τα τελευταία δύο χρόνια. Και φαίνεται απίθανο αυτή η τάση να αλλάξει αρκετά ώστε να αντισταθμίσει τη μείωση του πληθυσμού (σε ηλικία εργασίας) επί του παρόντος.
Το αποτέλεσμα είναι ότι η προσφορά εργασίας θα αποτελέσει σημαντικό εμπόδιο για την ελληνική οικονομία τα επόμενα χρόνια και μάλιστα θέτει ορισμένους καθοδικούς κινδύνους για την πρόβλεψή της Capital Economics για ανάπτυξη κατά 2% το 2025 και το 2026.
«Είμαστε βέβαιοι ότι η Ελλάδα θα ξεπεράσει την Ευρωζώνη στο σύνολό της, η οποία αναμένουμε να αυξάνεται μόλις κατά 0,8% ετησίως κατά μέσο όρο τα επόμενα δύο χρόνια. Επίσης, σε αντίθεση με χώρες όπως η Ιταλία και η Γαλλία, πιστεύουμε ότι οι προοπτικές για τα ελληνικά δημοσιονομικά είναι αρκετά ευοίωνες για το άμεσο μέλλον», αναφέρουν οι οικονομολόγοι.