Bruegel: Χωρίς ελάφρυνση χρέους η Ελλάδα δεν θα βγει από τα μνημόνια

Μαρία Βασιλείου
Viber Whatsapp
Μοιράσου το
Bruegel: Χωρίς ελάφρυνση χρέους η Ελλάδα δεν θα βγει από τα μνημόνια

Η Ελλάδα δεν θα μπορέσει να πετύχει «καθαρή έξοδο» από το μνημόνιο τον Αύγουστο του 2018 εφόσον δεν προηγηθεί «γερή» ελάφρυνση χρέους, υποστηρίζει ο ειδικός επί της ελληνικής κρίσης Ζολτ Νταρβάς σε συνέντευξή του στο Insider.gr.

Ο οικονομολόγος του think tank Bruegel, το οποίο θεωρείται από τους παροικούντες των Βρυξελλών άτυπος σύμβουλος της Κομισιόν, δεν συμμερίζεται την αισιοδοξία, που δημοσίως εκφράζει ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας για έξοδο από τα μνημόνια και θεωρεί ότι μόνο μέσω μιας σημαντικής μείωσης του χρέους θα μπορούσαν οι αγορές να αποκτήσουν εμπιστοσύνη στις δυνατότητες της Ελλάδας να χρηματοδοτήσει τις ανάγκες της, ώστε να τη δανείζουν σε χαμηλότερα επιτόκια. Χαρακτηρίζει δε απαραίτητη την περαιτέρω στήριξη της Ελλάδας μετά το τέλος του τρέχοντος προγράμματος είτε με ένα τέταρτο μνημόνιο στην περίπτωση μικρής ελάφρυνσης χρέους ή οπωσδήποτε με μια μορφή πιστωτικής στήριξης.

Στην περίπτωση αυτή εκτιμά ότι η γραμμή στήριξης θα πρέπει να «προικιστεί» με κεφάλαια τουλάχιστον 40 δισ. ευρώ σε διάστημα τεσσάρων ετών.

Πολύς λόγος γίνεται τελευταία γύρω από το αν η Ελλάδα θα καταφέρει να επιστρέψει στις αγορές σε ένα χρόνο περίπου από σήμερα και συγκεκριμένα μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος στήριξης. Η συζήτηση εντάθηκε ιδίως μετά την έκδοση από το ελληνικό δημόσιο 5ετούς ομολόγου στα τέλη Ιουλίου. Πώς αξιολογείτε το ζήτημα;

Η έκδοση ομολόγων με τόσο υψηλό επιτόκιο, όπως αυτό της έκδοσης του Ιουλίου, σε σύγκριση με τα τρέχοντα επιτόκια δανεισμού είναι δυνατή για μικρού μεγέθους εκδόσεις, όχι όμως για καθολική έξοδο της Ελλάδας στις αγορές μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος στήριξης. Η προοπτική αυτή δεν είναι βιώσιμη και θα οδηγούσε σε εξαιρετικά υψηλό κόστος δανεισμού. Μετά το 2020 η Ελλάδα θα πρέπει να αντικαταστήσει σημαντικό όγκο ομολόγων που λήγουν με νέο δανεισμό, ο οποίος αν γίνει με επιτόκιο 4-5% υψηλότερο από το αντίστοιχο των δανείων του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΣΜ), το κόστος θα είναι ασύμφορο λαμβάνοντας ακόμη υπόψη το ενδεχόμενο αύξησης των επιτοκίων μετά τη λήψη του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Ο σταδιακός περιορισμός, έστω, της ποσοτικής χαλάρωσης θα φέρει άνοδο επιτοκίων, καθιστώντας ακόμη δυσχερέστερη την επιστροφή στις αγορές.

Αποκλείετε, λοιπόν, «καθαρή έξοδο» από το μνημόνιο;

Το να δοκιμάζονται οι αγορές με μικρού μεγέθους εκδόσεις ομολόγων είναι ασφαλώς εφικτό, όμως, μια πλήρης επιστροφή στις αγορές με τόσο υψηλά επιτόκια δεν είναι βιώσιμη. Για την «καθαρή έξοδο» από το μνημόνιο, η χώρα θα έπρεπε να έχει την πλήρη εμπιστοσύνη των αγορών, ώστε να δανείζεται με λογικό κόστος. Οι αγορές δυσκολεύονται να εμπιστευτούν την Ελλάδα, η οποία αντιμετωπίζει επιπλέον πολιτικούς και κρίσιμους οικονομικούς κινδύνους. Η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε καλό σημείο και τρέφω θετικές προσδοκίες, αλλά δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο επιβράδυνσης σε λίγα χρόνια. Παράλληλα, μπορεί το πρωτογενές πλεόνασμα να κινήθηκε σε υψηλά επίπεδα την περασμένη χρονιά, αλλά δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι πρόκειται για επίδοση με μόνιμα χαρακτηριστικά. Μπορεί να είναι απλά παροδική. Οι πολιτικοί και οικονομικοί κίνδυνοι δεν επιτρέπουν στο σπρεντ δανεισμού της χώρας να μειωθεί, οπότε δεν βλέπω εφικτή μια επιστροφή στις αγορές μεσοπρόθεσμα. Υπάρχουν δύο εναλλακτικές: «γερή» ελάφρυνση του χρέος τον επόμενο χρόνο, κάτι που δεν φαίνεται να ενστερνίζονται οι πιστωτές ή τέταρτο πακέτο στήριξης.

Την Πέμπτη ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν επισκέπτεται την Αθήνα. Θεωρείτε ότι θα συμβάλει στην προώθηση των αιτημάτων της Αθήνας όσον αφορά στη διευθέτηση του χρέους;

Σίγουρα θα μιλήσει με θετικά λόγια, αλλά το Eurogroup έχει λάβει συγκεκριμένες αποφάσεις και η Γερμανία έχει τις δικές της θέσεις.

Ένα τέταρτο πακέτο στήριξης δεν φαίνεται, όμως, να είναι στην ατζέντα της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά ούτε των πιστωτών.

Πράγματι, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί καταβάλλουν σημαντικές προσπάθειες να αποφύγουν ένα τέταρτο πρόγραμμα. Το ίδιο επιδιώκει και η ελληνική κυβέρνηση, ενώ ορισμένες χώρες όπως η Γερμανία και η Φινλανδία δεν θα ήθελαν να διαθέσουν επιπλέον χρήματα στην Ελλάδα. Παράλληλα οι ευρωπαϊκοί θεσμοί θα ήταν ευτυχείς να δηλώσουν ότι το ζήτημα Ελλάδα κλείνει με επιτυχία. Θεωρώ, όμως, ότι κανείς δεν μπορεί να αποφύγει την πραγματικότητα. Θα πρέπει να υπάρξει «γερή» ελάφρυνση του χρέους για να αποφευχθεί ένα τέταρτο πρόγραμμα.

Με την αναφορά σας στην αναγκαιότητα ενός τέταρτου προγράμματος εννοείτε ένα πλήρες πακέτο στήριξης ή την ενεργοποίηση μιας πιστωτικής γραμμής στήριξης;

Το ύψος της ελάφρυνσης χρέους είναι το κλειδί για το αν η Ελλάδα χρειαστεί ένα τέταρτο ολοκληρωμένο πρόγραμμα στήριξης ή μια πιστωτική γραμμή στήριξης. Στην περίπτωση μιας ικανοποιητικής διευθέτησης τότε η ενεργοποίηση μιας προληπτικής γραμμής πίστωσης αρκεί, ενώ ανοίγει παράλληλα το ενδεχόμενο να περιληφθεί η Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, κάτι που θα δώσει ένα ακόμη θετικό μήνυμα στις αγορές. Αν, όμως, η απόφαση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης αφορά σε περιορισμένη ελάφρυνση τότε δεν θεωρώ ότι μπορεί να αποφευχθεί ένα τέταρτο πακέτο στήριξης.

Σε τι ύψος θα πρέπει να κινείται η γραμμή πίστωσης;

Με δεδομένο ότι η χώρα θα πρέπει να δανειστεί για να αντικαταστήσει ένα σημαντικό μέγεθος ομολόγων τα επόμενα χρόνια και ιδίως μετά το 2020 χρειάζεται τουλάχιστον 40 δις. ευρώ για τέσσερα χρόνια μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος.

Αναφέρεστε στην πιθανότητα ένταξης της Ελλάδας στο πρόγραμμα της ΕΚΤ. Θα προλάβει «το τρένο» του QE η Ελλάδα, εφόσον φυσικά η ΕΚΤ θεωρήσει το χρέος της χώρας βιώσιμο;

Δεν γνωρίζουμε ακριβώς πότε η ΕΚΤ θα εξέλθει από το πρόγραμμα, αλλά το πιθανότερο είναι ότι θα διατηρηθεί, έστω βαίνοντας μειούμενο, κατά τη διάρκεια του επόμενου έτους. Δεν χωρά αμφιβολία ότι η ένταξη της Ελλάδας στις αγορές ομολόγων από την ΕΚΤ θα έστελνε ένα ισχυρό μήνυμα στις αγορές.

Η τρίτη αξιολόγηση βρίσκεται προ των πυλών και αναμένεται να περιλαμβάνει αρκετά αγκάθια. Ποιες είναι οι δυσκολίες για την Ελλάδα;

Από την αρχή των μνημονίων κάθε αξιολόγηση αποδεικνύεται μια δύσκολη υπόθεση με καθυστερήσεις και σκληρές διαπραγματεύσεις μεταξύ της Ελλάδας και των θεσμών με την εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση να συμβιβάζεται και να προχωρά στην υιοθέτηση των απαιτήσεων. Κάπως έτσι θα κινηθούν οι μεθεπόμενες αξιολογήσεις μέχρι το κλείσιμο του προγράμματος. Τα καυτά ζητήματα για την Ελλάδα είναι αφενός οι μεταρρυθμίσεις της αγοράς εργασίας, ένα ζήτημα το οποίο συγκεντρώνει αρκετές διαφωνίες και αντιρρήσεις από την ελληνική πλευρά, αλλά και η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων. Η επίτευξη πλεονάσματος 3,5% τα επόμενα χρόνια θα απαιτήσει την εφαρμογή νέων μέτρων. Κατά την άποψή μου ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα θα έπρεπε να οριστεί κάτω του 3,5% και να κινηθεί γύρω στο 2,5% για μία δεκαετία μετά το τρέχον πρόγραμμα.

Στην περίπτωση που χρειαστούν νέα μέτρα και με δεδομένη την πίεση τόσων ετών αυστηρής λιτότητας πώς θα μπορούσε να ενισχυθεί η οικονομία της χώρας;

Το ζητούμενο είναι να διασφαλίζεται η προώθηση και η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και να συνεχιστεί η υλοποίηση των συμφωνηθέντων. Η Ελλάδα θα πρέπει να εφαρμόσει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Φυσικά οι ελληνικές επιδόσεις στο επίπεδο της εφαρμογής των νομοθετημένων μεταρρυθμίσεων δεν είναι ισχυρή, όπως ήταν στην περίπτωση της Ιρλανδίας, αλλά και στην Ελλάδα έχουν εφαρμοστεί αρκετά από τα προαπαιτούμενα μπορεί με κάποια καθυστέρηση, αλλά τουλάχιστον σύμφωνα με τη βάση δεδομένων του ΔΝΤ, που αφορά στα πρώτα δύο μνημόνια, η εφαρμογή φτάνει στα δύο τρίτα του συνόλου των προαπαιτούμενων. Προφανώς δεν μπορούμε να είμαστε απολύτως σίγουροι για τον βαθμό εφαρμογής. Είναι εύκολη η καταμέτρηση του αριθμού των προαπαιτούμενων, τα οποία νομοθετούνται, αλλά πολύ δύσκολη η παρακολούθηση του τρόπου εφαρμογής τους.

Κατά πληροφορίες η υπόθεση Γεωργίου ενόχλησε στις Βρυξέλλες. Πώς βλέπετε εσείς την υπόθεση αυτή;

Ο ρόλος μου δεν μου επιτρέπει να σχολιάζω πρόσωπα, αλλά πολιτικές. Θα περιοριστώ να πω πως η διόρθωση στατιστικών στοιχείων από τις αρμόδιες υπηρεσίες δεν αποτελούν ποινικό αδίκημα. Αυτός είναι ο στόχος των υπηρεσιών, να αξιολογούν και να επαναξιολογούν, αν χρειάζεται, τα στοιχεία και να προχωρούν σε διορθώσεις.

Οι ιδιωτικοποιήσεις δεν έχουν προχωρήσει επαρκώς. Πώς θα μπορούσε η ελληνική κυβέρνηση να επισπεύσει το πρόγραμμα;

Με δεδομένες τις χαμηλές τιμές στην αγορά οι πωλήσεις δημόσιων επιχειρήσεων και περιουσιακών στοιχείων δεν θα απέφεραν καλές αποδόσεις στην ελληνική κυβέρνηση. Υπό τις συνθήκες αυτές η σωστότερη και λογικότερη προσέγγιση θα ήταν η ένταξη των περιουσιακών στοιχείων σε ένα ανεξάρτητο «ταμείο», το οποίο θα αποκτούσε τη διαχείρισή τους με στόχο την βελτίωσή τους και την πώλησή τους, όταν οι τιμές θα βρίσκονται σε καλύτερα επίπεδα. Προφανώς οι ιδιωτικοποιήσεις κινούνται με αργούς ρυθμούς και υπολείπονται των στόχων.

Αυτός δεν είναι ο ρόλος του Ταμείου Αποκρατικοποιήσεων;

Υπό μία έννοια θα μπορούσε να πει κανείς, πως είναι. Αλλά η πρότασή μου αφορά στο μοντέλο, που έχει εφαρμοστεί στη Σουηδία, όπου ένα μεγάλο μέρος κρατικών περιουσιακών στοιχείων, από επιχειρήσεις κοινής ωφελείας μέχρι δρόμους, μεταφέρθηκαν σε μια απολύτως ανεξάρτητη εταιρεία, η οποία αποκόπηκε εντελώς από πολιτικές και κομματικές διασυνδέσεις. Κανείς υπουργός δεν μπορούσε να επηρεάσει τις αποφάσεις της εταιρείας. Σε μερικά χρόνια τα περιουσιακά στοιχεία απέκτησαν εξαιρετική κερδοφορία. Κάτι ανάλογο θα μπορούσε να γίνει και στην Ελλάδα. Δεν είμαι σίγουρος ότι το ελληνικό πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων τρέχει βάσει της ίδιας αρχής. Θεωρώ ότι η συλλογή της κρατικής περιουσίας κάτω από την ομπρέλα ενός ταμείου και η απομάκρυνση όσο το δυνατόν κάθε πολιτικής επιρροής θα μπορούσε να αποφέρει καλά αποτελέσματα στην Ελλάδα.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA

gazzetta
gazzetta reader insider insider