Αλλεπάλληλες είναι οι δηλώσεις ανώτατων ευρωπαίων αξιωματούχων, με πιο πρόσφατες των Πιέρ Μοσκοβισί και Γερούν Ντάισελμπλουμ, που ζητούν την έγκαιρη ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης, δύο μόλις εβδομάδες πριν έρθουν στην Αθήνα οι επικεφαλής των θεσμών στις 23 Οκτωβρίου, όπως αποκάλυψε το insider.gr.
Όλοι γνωρίζουν ότι η αξιολόγηση, η προτελευταία πριν την εκπνοή του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018, δεν θα είναι εύκολη. Όχι μόνο διότι περιλαμβάνει την εφαρμογή 95 προαπαιτούμενων με ορισμένα να ενέχουν σημαντικές δυσκολίες και μεγάλο πολιτικό κόστος, αλλά και διότι η έγκαιρη και ομαλή ολοκλήρωσή της θεωρείται «κλειδί» αφενός για την όσο το δυνατόν καλύτερη ολοκλήρωση του προγράμματος με αιχμή τη συζήτηση για το χρέος και αφετέρου για το πόσο αυστηρή θα είναι η μετά το πρόγραμμα εποπτεία.
Αυτό τουλάχιστον διαμηνύουν από τις Βρυξέλλες ευρωπαίοι αξιωματούχοι, οι οποίοι δηλώνουν «συγκρατημένα αισιόδοξοι» ότι το πρόγραμμα θα ολοκληρωθεί ομαλά. Εκτιμούν ότι η αποφασιστικότητα των ελληνικών αρχών ως προς την προώθηση των προαπαιτούμενων και με το σκεπτικό ότι η νέα γερμανική κυβέρνηση είναι διατεθειμένη να τηρήσει τα συμφωνημένα των Eurogroup, θα ανοίξει έγκαιρα τη συζήτηση για εξειδίκευση των μέτρων για το χρέος, ενώ θα δοθεί θετικό σήμα στις αγορές ώστε να ανακτήσουν εμπιστοσύνη προς την Ελλάδα.
Στις Βρυξέλλες θεωρείται βέβαιο ότι η μετάβαση της χώρας σε καθεστώς εποπτείας μετά το πρόγραμμα, όπως εφαρμόζεται σε Πορτογαλία, Ισπανία, Ιρλανδία και Κύπρο μετά την ολοκλήρωση των δικών τους προγραμμάτων έως την αποπληρωμή του 75% των δανείων διάσωσης, δεν επαρκεί στην περίπτωση της Ελλάδας. Ακόμη και στην περίπτωση που δεν κριθεί αναγκαία νέα γραμμή χρηματοδότησης μέσω του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) η Ελλάδα θα χρειαστεί αυστηρότερη εποπτεία.
Ακόμη και αν το πρόγραμμα κλείσει με επιτυχία θα υπάρχουν σε εκκρεμότητα δεσμεύσεις, που έχει αναλάβει η Ελλάδα και δεν έχουν προς το παρόν προχωρήσει επαρκώς, οι οποίες θα απαιτήσουν ενισχυμένη εποπτεία από τους θεσμούς για αρκετά χρόνια.
Η ανεξαρτησία των φορολογικών αρχών αποτελεί ένα από τα πεδία, για τα οποία κύκλοι των Βρυξελλών θεωρούν ότι απαιτείται ενισχυμένη εποπτεία. Θέτουν, μάλιστα, ορίζοντα από πέντε έως και δέκα ετών για να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότερη λειτουργία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.
Αυστηρή εποπτεία θεωρείται ότι απαιτείται και για την ολοκλήρωση του κτηματολογίου. Μέχρι στιγμής έχει ολοκληρωθεί μόλις η καταγραφή 25% από τα πάνω από 40 εκατομμύρια ιδιοκτησιακά δικαιώματα, που υπάρχουν στην Ελλάδα, παρά την επισταμένη και εξειδικευμένη συνδρομή από άλλες χώρες, λένε ευρωπαίοι αξιωματούχοι. Θέτουν δε ως ημερομηνία στόχο για την ολοκλήρωση του κτηματολογίου το 2020.
Αλλά και ο περαιτέρω εκσυγχρονισμός και εξυγίανση του ασφαλιστικού συστήματος αποτελεί, σύμφωνα με κύκλους των Βρυξελλών, έναν ακόμη πονοκέφαλο ο οποίος θα απαιτήσει αυστηρότερες δόσεις εποπτείας ώστε να διασφαλιστεί η ολοκλήρωση των αναγκαίων παρεμβάσεων. Ανάλογη είναι η περίπτωση του πλαισίου επιχειρηματικότητας με αιχμή την απλούστευση και επιτάχυνση των διαδικασιών που απαιτούνται για την έναρξη λειτουργίας επιχειρήσεων.
Δεν είναι, λοιπόν, μόνο η παράμετρος της αποπληρωμής των δανείων, η οποία καθιστά απαραίτητη μια αυστηρότερη εποπτεία στην Ελλάδα από αυτήν, που εφαρμόζεται στα άλλα κράτη μέλη, που εξήλθαν από προγράμματα στήριξης. Φυσικά, εφόσον η Ελλάδα βγει από το μνημόνιο, δεν θα υπάρχουν προαπαιτούμενα και αξιολογήσεις με τη μορφή που γνωρίζουμε τα τελευταία οκτώ περίπου χρόνια, αλλά η συχνότητα ελέγχων θα είναι πιο πυκνή από αυτή σε Πορτογαλία, για παράδειγμα, παρατηρούν ευρωπαίοι αξιωματούχοι. Κατά μία έννοια αξιολογήσεις θα υπάρχουν, αλλά στην περίπτωση αυτή δεν θα αφορούν στην εκταμίευση δόσεων. Και οι «επιδόσεις» στην ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης δεν αποκλείεται να διευκολύνουν τις επόμενες, που θα ακολουθήσουν μετά το πρόγραμμα.
Με βάση, άλλωστε, τους ισχύοντες κανονισμούς της Ε.Ε., τονίζουν ευρωπαίοι αξιωματούχοι, κανένα κράτος-μέλος της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης δεν έχει πλήρη δημοσιονομική ελευθερία, αλλά υπόκεινται σε εποπτεία της Κομισιόν μέσω της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν τηρούνται οι δημοσιονομικοί κανόνες.
Ο χρονικός ορίζοντας της εποπτείας για την Ελλάδα δεν εξαρτάται, όμως, μόνο από τις προθεσμίες ολοκλήρωσης των απαιτούμενων βάσει μνημομίου διαρθρωτικών αλλαγών. Καταλυτικό ρόλο παίζουν οι λήξεις των δανείων, που συνδέονται με το όριο της αποπληρωμής του 75% των δανειακών υποχρεώσεων, που έχει αναλάβει η Ελλάδα στο πλαίσιο των μνημονιακών προγραμμάτων.
Μετά την εφαρμογή των βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, τον περασμένο Ιανουάριο, υπάρχει ήδη μετατόπιση των λήξεων των δανείων από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, που φτάνει ακόμη και μετά το 2050, ενώ η εφαρμογή των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος θα οδηγήσει σε νέες επιμηκύνσεις.
«Τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους είναι μοναδικά για την Ελλάδα, οπότε δεν θα πρέπει να εκπλήσσει ότι και ο μηχανισμός εποπτείας θα είναι μοναδικός» παρατηρεί στο Insider.gr ευρωπαίος αξιωματούχος.
Στο Eurogroup του Ιουνίου, όπου έγινε κάποια συγκεκριμενοποίηση των μεσοπρόθεσμων μέτρων, αποφασίστηκε ότι η μέση σταθμισμένη ωρίμανση των ομολόγων παρατείνεται κατά 0-15 χρόνια. Με δεδομένο ότι η μέση ωρίμανση είναι σήμερα 30 χρόνια η συνολική επιμήκυνση με 15 επιπλέον έτη, μπορεί να φτάσει σε βάθος 45 ετών. Μπορεί το «0» να μπήκε για να ικανοποιήσει τους Γερμανούς, όμως, η προσπάθεια επικεντρώνεται στην επιμήκυνση κατά 15 έτη, παρατηρεί ευρωπαίος αξιωματούχος.
Σε τεχνικό επίπεδο η επεξεργασία συγκεκριμένων προτάσεων θα ξεκινήσει μετά την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης, αν όλα προχωρήσουν ομαλά τόσο όσον αφορά την πορεία της αξιολόγησης όσο και τις δυσκολίες, που ενδεχομένως προκύψουν είτε από τη σύσταση νέας γερμανικής κυβέρνησης είτε λόγω απαιτήσεων του ΔΝΤ.
Στις Βρυξέλλες θέτουν ως καταλυτική ημερομηνία για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης τα Χριστούγεννα, καθότι αναγνωρίζουν ότι η προθεσμία μέχρι το Eurogroup της 4ης Δεκεμβρίου είναι σφιχτή με το σκεπτικό ότι η εφαρμογή μέτρων αποδεικνύεται δυσκολότερη και πιο χρονοβόρα, με περισσότερες καθυστερήσεις από ότι απαιτούν οι νομοθετικές διαδικασίες. Αν, όλα προχωρήσουν ομαλά, τότε η εκταμίευση της επόμενης δόσης από τα υπόλοιπα 18 δις. ευρώ, που θα διαθέσει μέχρι το τέλος του προγράμματος ο ESM στην Ελλάδα, θα δοθεί τον Ιανουάριο.