Μια τριπλή στρατηγική για τη μείωση του ελληνικού χρέους προτείνει ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) στην έκθεσή του για την ελληνική οικονομία που δόθηκε σήμερα Δευτέρα στη δημοσιότητα και παρουσιάσθηκε από τον επικεφαλής του Οργανισμού Ανχέλ Γκουρία στον Έλληνα Πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, στο Μέγαρο Μαξίμου.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η μείωση του ελληνικού χρέους από τα επίπεδα του 180% του ΑΕΠ που βρίσκεται σήμερα θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη δρομολόγηση πρόσθετων μεταρρυθμίσεων για την αύξηση του ΑΕΠ, από την επίτευξη μεγάλων αλλά ρεαλιστικών πρωτογενών πλεονασμάτων (σχεδόν 2% του ΑΕΠ) για παρατεταμένο χρονικό διάστημα και από την πρόσθετη αναδιάρθρωση του χρέους, με το κλείδωμα, σε χαμηλά επιτόκια των επιτοκίων των δανείων του επισήμου τομέα (GLF,EFSF και ESM).
«Η μείωση του χρέους θα εξαρτηθεί από τις μεταρρυθμίσεις για την αύξηση της μακροπρόθεσμης ανάπτυξης, τη διατήρηση της συνετής δημοσιονομικής πολιτικής και την περαιτέρω αναδιάρθρωση του χρέους», σημειώνεται σχετικά στην έκθεση.
Σύνταξη από τα 67 στα 71!
Ανάλυση που εμπεριέχεται στην έκθεση του ΟΟΣΑ αναφέρει πως ένα «εκτεταμένο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων» θα έπρεπε να περιλαμβάνει την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης κατά τέσσερα έτη έως το 2030, δηλαδή από τα 67 στα 71 έτη! Κατά τον Οργανισμό αυτή η παρέμβαση θα μπορούσε να αυξήσει το ΑΕΠ κατά 4% έως το 2030 και κατά 10,4% έως το 2060.
Ακόμη μεγαλύτερη επίπτωση στο ΑΕΠ θα είχαν σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ γενναίες διαθρωτικές αλλαγές που θα εμπέδωναν το «κράτος δικαίου» στη δημόσια διοίκηση και στη δικαστική λειτουργία. Σε μια τέτοια περίπτωση ο ΟΟΣΑ θεωρεί πως το ΑΕΠ θα εκτινασσόταν. Συγκεκριμένα, υποστηρίζει πως το ΑΕΠ θα μπορούσε μέσα από αυτές τις μεταρρυθμίσεις να αυξηθεί κατά 5,7% έως το 2030 και κατά 25,6% έως το 2060!
Σύμφωνα με μια άλλη πρόταση του ΟΟΣΑ, εάν η Ελλάδα μέσα από στοχευμένες μεταρρυθμίσεις στην αγορά προϊόντων μειώσει τους φραγμούς που αντιμετωπίζουν οι εγχώριες επιχειρήσεις στα επίπεδα του Βελγίου, τότε αυτό θα ήταν αρκετό για να τροφοδοτήσει το ΑΕΠ κατά 2,7% έως το 2030 και κατά 6% έως το 2060.
Ο ΟΟΣΑ υποστηρίζει ακόμη πως εάν οι δαπάνες για ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης στην Ελλάδα (ανά άνεργο, ως ποσοστό του κατά κεφαλήν ΑΕΠ) αυξάνονταν από 6,72% σήμερα σε 15% το 2020 και στη συνέχεια στο 25% το 2020, αυτή η παρέμβαση θα μπορούσε να αυξήσει το ΑΕΠ κατά 1,4% έως το 2030 και κατά 2,6% έως το 2060. Στην ίδια βάση ο Οργανισμός αναφέρει πως εάν οι δαπάνες για τα οικογενειακά επιδόματα αυξάνονταν από το 0,25% του ΑΕΠ σήμερα, στο 0,75% του ΑΕΠ το 2025, η πολιτική αυτή θα μπορούσε να αυξήσει το ΑΕΠ κατά 0,9% έως το 2030 και κατά 1,5% έως το 2060.
Οι σημερινές μεταρρυθμίσεις
Συνοπτικά ο ΟΟΣΑ θεωρεί πως η Ελλάδα βρίσκεται σε καλό δρόμο για να ανακάμψει από τη βαθιά ύφεση. Όπως αναφέρει οι μεταρρυθμίσεις έχουν επιταχυνθεί και η δημοσιονομική εξυγίανση έχει ενισχύσει την αξιοπιστία, μειώνοντας την αβεβαιότητα. «Οι εξαγωγές ανέκαμψαν και η μεταρρύθμισης της αγοράς εργασίας αύξησε την ανταγωνιστικότητα. Η απασχόληση αυξάνεται, ενώ αντιμετωπίζονται οι εξωτερικές και δημοσιονομικές ανισορροπίες. Η μεγάλη δημοσιονομική εξυγίανση οδήγησε σε πλεόνασμα το πρωτογενές ισοζύγιο», σημειώνεται στην έκθεση.
Πάντως κατά τους αναλυτές του ΟΟΣΑ το ελληνικό φορολογικό σύστημα βασίζεται σε υψηλούς συντελεστές και σε στενή φορολογική βάση, παρεμποδίζοντας την ανάπτυξη και δημιουργώντας ανισότητες.
Κατά τους ίδιους οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας έχουν ενισχύσει την απασχόληση, αλλά οι μισθοί και η παραγωγικότητα παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα. «Οι δεξιότητες των εργαζομένων συχνά δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες των εργοδοτών, ενώ πολλοί εργαζόμενοι παγιδεύονται σε θέσεις χαμηλής ειδίκευσης και σε χαμηλούς μισθούς. Η μακρά κρίση, σε συνδυασμό με ένα αναποτελεσματικό σύστημα κοινωνικής προστασίας, οδήγησε σε αύξηση της φτώχειας, ιδίως σε οικογένειες με παιδιά, στους νέους και τους ανέργους», υπογραμμίζεται στην έκθεση.
Κατά τον ΟΟΣΑ η καλύτερη αντιστοίχιση των δεξιοτήτων των εργαζομένων με τις ανάγκες των εργοδοτών, η ενίσχυση των κινήτρων των επιχειρήσεων για κατάρτιση των εργαζομένων και οι συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις στον τομέα της κοινωνικής προστασίας θα αυξήσουν τους μισθούς και θα μειώσουν τη φτώχεια. Στην ίδια βάση αναφέρεται πως η ανάπτυξη του εγγυημένου ελάχιστου εισοδήματος, η ενίσχυση των οικογενειακών παροχών και η παροχή σχολικών γευμάτων αποτελούν σημαντικά βήματα για την καλύτερη προστασία των φτωχών νοικοκυριών.
Μια ανησυχητική διαπίστωση της έκθεσης είναι πως οι πραγματικές επενδύσεις στην Ελλάδα έχουν μειωθεί κατά 60% σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα και παραμένουν υποβαθμισμένες λόγω των αυστηρών οικονομικών συνθηκών και των διαρθρωτικών εμποδίων. «Η κυβέρνηση έχει βελτιώσει σημαντικούς τομείς, συμπεριλαμβανομένων των αγορών προϊόντων και της ευκολίας εισόδου σε κάποια επαγγέλματα, αλλά απαιτούνται περισσότερα για την ανάκαμψη των επενδύσεων. Ο νέος νόμος περί επενδυτικών κινήτρων και ο σχεδιασμός μιας εθνικής στρατηγικής για την ανάπτυξη είναι πρωτοβουλίες προς αυτήν την κατεύθυνση», τονίζεται στην έκθεση και προστίθεται πως «η περαιτέρω χαλάρωση της ρύθμισης της αγοράς προϊόντων, η βελτίωση της ποιότητας και της διαφάνειας των κανονιστικών ρυθμίσεων, η συνέχιση της καταπολέμησης της διαφθοράς και η αντιμετώπιση της έλλειψης πληροφοριών θα βελτιώσουν το επιχειρηματικό περιβάλλον, θα ενισχύσουν το κράτος δικαίου και θα αυξήσουν την εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση».
Για το τραπεζικό σύστημα ο ΟΟΣΑ αναφέρει πως η κυβέρνηση μειώνοντας τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και καταργώντας σταδιακά τους ελέγχους κεφαλαίου, διατηρώντας παράλληλα τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, θα βελτιώσει τους όρους χρηματοδότησης και θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη.
Οι συστάσεις του ΟΟΣΑ
Παράλληλα, ο ΟΟΣΑ διατυπώνει και μια σειρά συστάσεων για τις πολιτικές που θα πρέπει να λάβει η Ελλάδα για να αντιμετωπίσει προβλήματα και προκλήσεις. Συγκεκριμένα στην έκθεση προτείνεται:
-Να διατηρηθεί η δυναμική των μεταρρυθμίσεων και να δοθεί βάρος στην εφαρμογή, να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης και να συνεχιστεί η καταπολέμηση της διαφθοράς.
-Η διατήρηση των πρωτογενών πλεονασμάτων που συμφωνήθηκαν με τους επίσημους πιστωτές ώστε να διευκολυνθεί η απαιτούμενη αναδιάρθρωση του χρέους.
-Η μείωση της φοροδιαφυγής μέσω της επιλογής υποθέσεων προς έλεγχο βάσει κριτηρίων ανάλυσης κινδύνων και ενίσχυσης των κινήτρων για εθελοντική φορολογική συμμόρφωση.
-Η επέκταση της υποχρέωσης κατοχής POS σε όλους τους αυτοαπασχολούμενους και εισαγωγή της ηλεκτρονικής τιμολόγησης.
-Η διεξαγωγή τακτικών επισκοπήσεων δαπανών και η στήριξη ευπαθών ομάδων από τους πόρους που εξοικονομούνται.
-Εναρμόνιση των προτύπων διακυβέρνησης των τραπεζών με τις διεθνείς βέλτιστες πρακτικές.
-Να προχωρήσει η εξωδικαστική διαδικασία ρύθμισης οφειλών και οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί.
-Να εφαρμοστούν τα πρότυπα της ΕΕ για τη διάθεση των αποβλήτων και την επεξεργασία των αστικών λυμάτων.
-Να προχωρήσει η σταδιακή κατάργηση των μέτρων στήριξης των ορυκτών καυσίμων.
-Να εξεταστούν κίνητρα τόνωσης της απασχόλησης.
-Να θεσπιστούν κλαδικές διαπραγματεύσεις για τις συλλογικές συμβάσεις με μισθούς που θα καλύπτουν τις ευρείες συνθήκες εργασίας και χωρίς αυτόματες επεκτάσεις.
-Να εξασφαλιστεί πως οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας είναι επαρκώς ευέλικτες ώστε να μπορούν να προσαρμόζονται σε συγκεκριμένες συνθήκες σε επίπεδο επιχείρησης.
-Να δημιουργηθεί επιτροπή με τη συμμετοχή κοινωνικών εταίρων και ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων που θα προτείνουν τις μισθολογικές προσαρμογές στους κατώτατους μισθούς.
-Να εισαχθούν πλαίσια αξιολόγησης ώστε να δοθεί σταδιακά στα σχολεία και στους δασκάλους μεγαλύτερη παιδαγωγική και διαχειριστική αυτονομία.
-Να αναπτυχθεί η μετα-δευτεροβάθμια επαγγελματική εκπαίδευση και η εκπαίδευση ενηλίκων και να συνδεθούν με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας.
-Να αξιολογηθούν τα προγράμματα επανακατάρτισης, να επεκταθούν αυτά που είναι επιτυχημένα και οικονομικά αποδοτικά και να ακυρωθούν αυτά που δεν είναι.
-Να απλοποιηθεί η αξιολόγηση των κανονιστικών επιπτώσεων και να δημιουργηθεί δίκτυο δημοσίων υπαλλήλων που θα έχουν ειδική γνώση στην ποιότητα των κανονιστικών ρυθμίσεων.
-Ολοκλήρωση και εφαρμογή της στρατηγικής διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων του κράτους και σύνδεση με το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων.
-Να ολοκληρωθεί το κτηματολόγιο.
-Η πλήρης εφαρμογή των νομοθετικών ρυθμίσεων που σχετίζονται με το πλαίσιο περί αφερεγγυότητας και η εξασφάλιση επαρκούς αριθμού καλά εκπαιδευμένων επαγγελματιών ειδικών στο ζήτημα της αφερεγγυότητας.