Οι μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ) αποτελούν τη βάση σε πολλές οικονομίες, όπως και στην Ελλάδα, συμβάλλοντας σημαντικά στην απασχόληση και την καινοτομία. Στη χώρα μας οι σχετικές επιχειρήσεις ξεπερνούν τις 800.000. Ωστόσο, το μέλλον αυτών των επιχειρήσεων αντιμετωπίζει προκλήσεις και ευκαιρίες που θα καθορίσουν την πορεία τους τα επόμενα χρόνια. Ένας από τους πιο καθοριστικούς παράγοντες για την επιβίωση και ανάπτυξή τους είναι οι συγχωνεύσεις και οι εξαγορές.
Το μέλλον των ΜμΕ θα εξαρτηθεί από προσαρμοστικότητά τους στις νέες συνθήκες και να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες που προσφέρουν οι συγχωνεύσεις και οι εξαγορές. Η επιτυχής στρατηγική συγχώνευσης και εξαγοράς μπορεί να αποτελέσει καταλύτη για την ανάπτυξη και την επιβίωση των μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Οι κυβερνήσεις και οι θεσμοί - οργανισμοί υποστήριξης των επιχειρήσεων θα πρέπει να παρέχουν τα κατάλληλα εργαλεία και υποδομές για να διευκολύνουν αυτές τις διαδικασίες. Οι ΜμΕ θα πρέπει να είναι προσεκτικές στην επιλογή των στρατηγικών τους συνεργατών και να διασφαλίζουν ότι οι συγχωνεύσεις και εξαγορές ευθυγραμμίζονται με τους μακροπρόθεσμους στόχους τους.
Πρόσφατες κυβερνητικές εξαγγελίες δημιούργησαν αυξημένες προσδοκίες για ένα νέο, ευέλικτο και βοηθητικό νομοθετικό πλαίσιο για τους εταιρικούς μετασχηματισμούς αλλά και την παροχή φορολογικών κινήτρων και επιχορηγήσεων για τη συγχώνευση επιχειρήσεων. Είναι ξεκάθαρη η πρόθεση της κυβέρνησης να δώσει το έναυσμα σε ακόμη περισσότερες μεγάλες επιχειρήσεις που θα προκύψουν μέσα από συγχωνεύσεις, στη λογική ενός νέου παραγωγικού μοντέλου.
Εύλογα όμως αναρωτιόμαστε και ανησυχούμε έντονα για το μέλλον των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και ακόμη πιο συγκεκριμένα αυτών που δε θα έχουν την ευκαιρίαν, την ευκολία ή τη θέληση να εξαγοραστούν ή να συγχωνευθούν. Ορισμένες απ’ αυτές τις επιχειρήσεις μάλιστα γνωρίζουμε πως έχουν πιεστεί και φέρουν σημαντικά τραύματα από τη μνημονιακή περίοδο ή την πανδημία. Επομένως, πως θα εξασφαλίσει το ελληνικό κράτος ότι οι επιχειρήσεις θα αντέξουν και θα στηριχθούν; Πως ξέρουμε ότι δε θα βρεθούν σε αδιέξοδα που θα στοιχίσει τα μέγιστα στην ελληνική αγορά; Πως θα καθοριστούν τα κίνητρα γι’ αυτές τις επιχειρήσεις και ποιες θα είναι οι δικλείδες ασφαλείας τους;
Όλες αυτές οι ανησυχίες για την ανθεκτικότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων σε μία αγορά που αλλάζει και σε ένα σύστημα που γίνεται πιο ανταγωνιστικό και σκληρό, επαναφέρουν το πάγιο αίτημα του Επιμελητηρίου για άμεσες κυβερνητικές ενέργειες που θα δώσουν ευκαιρίες και κατευθύνσεις ως προς την ένταξη ΜμΕ σε χρηματοδοτικά εργαλεία και σε τραπεζικό δανεισμό. Η έλλειψη ρευστότητας περιχαρακώνει τις επιχειρήσεις και η αγορά κινδυνεύει με σειρά νέων κινδύνων που μπορούν να επιφέρουν τεράστιες συλλογικές συνέπειες.