Αυτή την εβδομάδα υπήρξε η σημαντική συνάντηση των Υπουργών Άμυνας του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες (21-22 Οκτωβρίου), η οποία είχε στο επίκεντρο την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Η συνάντηση αυτή, σύμφωνα με πολλά δυτικά ΜΜΕ, σφραγίστηκε από τη διαφωνία μεταξύ του Υπουργού Άμυνας των ΗΠΑ, Λόιντ Όστιν, και τον Βλάντιμιρ Πούτιν για το αν η Ρωσία έχει δικαίωμα βέτο στην επιθυμία της Ουκρανίας να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ.
Αυτό που δεν απασχόλησε κανέναν και θεωρούμε ότι είναι το πραγματικό διακύβευμα, είναι η ανακοίνωση που έκανε ο Πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολόντιμιρ Ζελένσκυ, ότι «η ενεργειακή ασφάλεια αποτελεί προϋπόθεση για την ανεξαρτησία και την εθνική κυριαρχία της Ουκρανίας» και η συνακόλουθη απόφαση να υπογράψει συμφωνία συνεργασίας με την Κίνα και να συμμετάσχει στην Πρωτοβουλία “Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος” (OBOR). Η Κίνα κερδίζει εφόσον επεκτείνει ενεργά την οικονομική της βάση στην Ουκρανία καθώς η διπλωματική προσέγγιση μεταξύ Κιέβου και Πεκίνου ανοίγει την πόρτα για τεράστιες κινεζικές επενδύσεις σε στρατηγικά σημαντικές ουκρανικές υποδομές.
Από προμετωπίδα των ευρωπαϊκών αξιών σε «κόκκινο δορυφόρο»;
Η Ουκρανία υπήρξε σημείο – κλειδί για τη Δύση, από το 2014. Με την ανατροπή του πρώην προέδρου Γιανουκόβιτς και την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία, η Ουκρανία αναδείχθηκε γρήγορα σε εμβληματικό “project” εξευρωπαϊσμού μέχρι την ολοκλήρωση του Nord Stream II. Η ενεργειακή παράκαμψη που μείωσε τη δυνατότητα της Ουκρανίας να κερδίζει από τα διαμετακομιστικά τέλη και η μεγαλύτερη εξάρτηση της Γερμανίας από τη Ρωσία, αντιμετωπίστηκαν από τον Ζελένσκυ σαν προδοσία από τους ευρωπαίους συμμάχους, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι η Ουκρανία πέρασε οριστικά στην κινέζικη σφαίρα επιρροής.
Από τη σκοπιά της Ουκρανίας πρόκειται για μια αμοιβαία επωφελή διαδικασία ανταλλαγής υπηρεσιών με την Κίνα. Για παράδειγμα, ο Ζελένσκι αποφάσισε να αποσύρει την καταδίκη της Ουκρανίας για εγκλήματα της κινεζικής κυβέρνησης εναντίον των Ουιγούρων με αντάλλαγμα να εξασφαλίσει την παράδοση κινεζικών εμβολίων Covid-19. Αντίστοιχα -και πιο σοβαρά- αναγνώρισε την κυριαρχία της Κίνας στην Ταϊβάν, κάτι που δυσκολεύει τις ΗΠΑ, τον άλλο δυτικό εταίρο που επένδυσε στον εξευρωπαϊσμό της Ουκρανίας απέναντι στη Ρωσία.
Οι ΗΠΑ έχουν την OBOR μέσα στο σπίτι τους
Δεν είναι μόνο η Ε.Ε. που αγνοεί επιδεικτικά την εξάπλωση της OBOR και βλέπει την Κίνα να φτάνει στην "πίσω αυλή" της. Είναι και οι ΗΠΑ. Εκεί μάλλον τα προβλήματα είναι λίγο σοβαρότερα. Μόλις αυτή την εβδομάδα, η Κούβα αποφάσισε να μπει στην OBOR και αυτή (όπως κι η Ουκρανία) για υποδομές που σχετίζονται κυρίως με την ενέργεια. Επιπρόσθετα κι άλλες χώρες της Λ. Αμερικής έχουν ξεκινήσει επαφές με τους κινέζους για να εισαχθούν στο νέο, παγκόσμιο πρόγραμμα επενδύσεων σε υποδομές της Κίνας.
Για τις ΗΠΑ το πρόβλημα της OBOR αποκτά τη συνθετότητα ότι αναπτύσσεται και εντός αμερικάνικου εδάφους. Μέσα από εντελώς καινούριες πρωτοβουλίες, η Κίνα αγοράζει εκτάσεις και χτίζει βιομηχανικές μονάδες στις ΗΠΑ. Ακόμα βέβαια η κίνηση αυτή δεν είναι τόσο εκτεταμένη, όμως δείχνει τον βαθμό στον οποίο ήταν απροετοίμαστοι οι Αμερικανοί.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Γερουσιαστής Κέννεντυ από τη Λουιζιάνα αποφάσισε να περάσει νόμο που θα θελήσει να αυξήσει τον έλεγχο των κινεζικών επενδύσεων σε αμερικανικό έδαφος, με το εμβληματικό όνομα Exposuring China's Belt and Road Investment in America.
«Το κινεζικό κομμουνιστικό καθεστώς χρησιμοποιεί εντελώς νέες επενδύσεις για να αποκτήσει μόχλευση στην οικονομία των ΗΠΑ και στην αγορά εργασίας μας. Δεν μπορούμε να είμαστε τυφλοί σπέναντι στους τρόπους με τους οποίους το Πεκίνο παίζει με το σύστημά μας για να αφαιρέσει αμερικανικά περιουσιακά στοιχεία, ακίνητα και καινοτομίες από τις επιχειρήσεις των ΗΠΑ. Ο νόμος Exposuring China's Belt and Road Investment in America του 2021 είναι ένα βασικό βήμα προς τα εμπρός για την αντιμετώπιση της απειλής που θέτει η Κίνα για την οικονομία και την εθνική ασφάλεια της Αμερικής», δήλωσε ο Κέννεντυ.
Με το νομοσχέδιο αυτό, προτείνεται κάθε κάθε επένδυση που πραγματοποιείται από αλλοδαπό φυσικό ή νομικό πρόσωπο και περιλαμβάνει την απόκτηση ακίνητης περιουσίας στις ΗΠΑ και την ίδρυση αμερικανικής επιχείρησης σε τέτοια ακίνητα και έχει ως αποτέλεσμα τον άμεσο ή έμμεσο έλεγχο της εν λόγω επιχείρησης από την Κίνα, να εξετάζεται με δήλωση στην Επιτροπή Ξένων Επενδύσεων των ΗΠΑ (CFIUS) για να ελέγχεται αν η κυβέρνηση της Κίνας ελέγχει ή έχει ουσιαστικό ενδιαφέρον για την επένδυση.
Δεν είναι ακόμα αργά ούτε για τις ΗΠΑ, ούτε για την Ε.Ε να ξεδιπλώσουν ένα σχέδιο ενάντια στην επέκταση του OBOR, αρκεί να δουν ότι δεν μπορούν να αγνοούν την επεκτατική διάθεση που έχει η Κίνα ακόμα και μέσα "στο στόμα του λύκου".