Για τις εξελίξεις τόσο στο ευρωπαϊκό στερέωμα, όσο και στα εσωτερικά της Ελλάδας μίλησε ο κος Μητσοτάκης στο πλαίσιο της συνέντευξης Τύπου μετά την ολοκλήρωση των εργασιών του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Αναλυτικά, σε ερώτηση δημοσιογράφου αναφορικά για την εκ νέου εντολή προς τους υπουργούς Ενέργειας να λύσουν το ζήτημα του πλαφόν, ο πρωθυπουργός απάντησε πως «είμαι σίγουρος ότι αυτή τη φορά οι Υπουργοί Ενέργειας θα βρουν λύση, καθώς έχουμε φτάσει πια αρκετά κοντά στις επιμέρους διαπραγματεύσεις. Πράγματι, είναι λυπηρό το γεγονός ότι χρειαστήκαμε τόσους μήνες για να καταλήξουμε σε μία αυτονόητη απόφαση, να περιορίσουμε το ύψος των τιμών του φυσικού αερίου έτσι ώστε να αποτρέπουμε την εργαλειοποίησή του από τη Ρωσία». Πρόσθεσε όμως πως είμαι πράγματι αισιόδοξος ότι στις 19 Δεκεμβρίου θα έχουμε μία απόφαση η οποία θα είναι εναρμονισμένη με τις ελληνικές επιδιώξεις.
Τόνισε πως «υπάρχει πια μια καθολική κατανόηση, θα έλεγα, σε επίπεδο των ομολόγων μου ότι δεν μπορούμε να κλείσουμε τον χρόνο και να παραπέμψουμε το θέμα για ακόμα μια φορά στο μέλλον».
Σε ερώτηση για το αν αναμένεται να υπάρξει κάποια ουσιαστική απάντηση από την Ευρώπη στον αμερικανικό Νόμο για τη Μείωση του Πληθωρισμού (IRA), ο κος. Μητσοτάκης εξήγησε πως «η αμερικανική παρέμβαση η οποία φέρει μεν το όνομα «Νομοσχέδιο για τον Περιορισμό του Πληθωρισμού», ουσιαστικά είναι μία μεγάλη κρατική στήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών στις καθαρές τεχνολογίες και στις εταιρείες που τις αναπτύσσουν. Και υπάρχει, νομίζω, μια κατανόηση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο -υπερθεμάτισα κι εγώ υπέρ αυτής της άποψης- ότι δεν μπορούμε να μένουμε ακίνητοι και να βλέπουμε πολλές ευρωπαϊκές εταιρείες να μετακινούνται στις Ηνωμένες Πολιτείες, επειδή απλά αυτές έχουν τη δυνατότητα να δώσουν ένα πιο ευνοϊκό πλαίσιο κινήτρων από ό,τι μπορούμε εμείς στην Ευρώπη».
Συνέχισε πως «έχουμε εργαλεία στη διάθεσή μας και δεν αναφέρομαι μόνον στο RRF, αλλά και στο REPowerEU το οποίο έχει πια εγκριθεί. Πρέπει όμως να ενισχύσουμε κι άλλο τον ευρωπαϊκό χρηματοδοτικό φάκελο, προκειμένου να στηρίξουμε την ευρωπαϊκή βιομηχανία και τις ευρωπαϊκές παραγωγικές επιχειρήσεις. Είναι σημαντικό ότι δώσαμε μία εντολή στην Επιτροπή, πολύ σύντομα, στα τέλη Ιανουαρίου, να καταλήξει σε συγκεκριμένες προτάσεις. Εκτιμώ ότι μπορεί να έχουμε έκτακτο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον Φεβρουάριο και το λέω αυτό διότι δεν μπορούμε να χάσουμε χρόνο. Οι εταιρείες βλέπουν, συγκρίνουν την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης με αυτή των Ηνωμένων Πολιτειών και αν δεν κινηθούμε γρήγορα, φοβάμαι ότι θα βρεθούμε αντιμέτωποι με ένα πρόβλημα ευρωπαϊκής αποβιομηχάνισης. Αυτό δεν αφορά μόνο την Ελλάδα, αφορά συνολικά την Ευρώπη.
Και βέβαια θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι μπορεί μεν να χαλαρώνουμε τους κανόνες των κρατικών ενισχύσεων. Αυτό, όμως, ευνοεί πρωτίστως τις πιο πλούσιες χώρες. Δεν έχουν όλες οι χώρες τις ίδιες δυνατότητες να στηρίξουν την εγχώρια βιομηχανία τους, γι' αυτό και θα εξακολουθώ να επιμένω ότι πρέπει να αυξήσουμε την ευρωπαϊκή αντίδραση. Για να το πω πολύ απλά: να βάλουμε και άλλα ευρωπαϊκά λεφτά στο τραπέζι».
Επί των εσωτερικών ο πρωθυπουργός δήλωσε πολλοί από τους δημοσιογράφους «δεν θα στοιχηματίζατε μάλλον ότι η κυβέρνηση αυτή θα κατέθετε και θα ψήφιζε τον τέταρτο Προϋπολογισμό της. Αυτό από μόνο του αποδεικνύει το γεγονός ότι είμαστε συνεπείς στις δεσμεύσεις μας περί εξάντλησης της τετραετίας. Από εκεί και πέρα, επιτρέψτε μου να μην αναφερθώ λεπτομερώς σε όσα θα πω στην ομιλία μου το Σάββατο. Προφανώς και θα περιγράψω το πλαίσιο των πολιτικών μας για τον επόμενο χρόνο, εξάλλου αυτό είναι ο Προϋπολογισμός. Αλλά θα μου δοθεί και η ευκαιρία να κάνω και έναν συνολικό απολογισμό μιας, πιστεύω, επιτυχημένης οικονομικής πολιτικής όλης της τετραετίας που πέρασε, αλλά και να προδιαγράψω το όραμά μου, το σχέδιό μου για την επόμενη τετραετία, καθώς δεν έχω κρύψει ότι έχουμε ένα σχέδιο οκταετίας για την πατρίδα μας».
Ερωτηθείς για το Qatargate, ο κος. Μητσοτάκης απάντησε πως είναι «μια πολύ δυσάρεστη ιστορία. Θα αποφύγω να κάνω συγκεκριμένα σχόλια και θα σεβαστώ απόλυτα τη βελγική Δικαιοσύνη, η οποία ερευνά την υπόθεση. Οι καταγγελίες, όμως, είναι πολύ σοβαρές. Σίγουρα μπορώ να σάς πω ότι το κύρος της χώρας έχει αναβαθμιστεί ουσιαστικά και δεν μπορεί να πλήττεται από μία τέτοια μεμονωμένη υπόθεση. Από εκεί και πέρα, θα επαναλάβω μόνο αυτό το οποίο είχα την ευκαιρία να πω και χθες: η υπόθεση αυτή δεν αφορά τη δική μας πολιτική οικογένεια. Δεν αφορά τη Νέα Δημοκρατία. Εμείς δεν σπεύσαμε ποτέ, με αφορμή το θέμα αυτό, να κάνουμε συνολικά σχόλια για τους Σοσιαλιστές και εν προκειμένω για το ΠΑΣΟΚ στο οποίο ανήκει η κα Καϊλή.
Δεν πρόκειται όμως, σε καμία περίπτωση, να δεχθώ και αυτή την πρακτική την οποία έχει υιοθετήσει ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, περίπου να χρεώνει την κα Καϊλή στη Νέα Δημοκρατία και στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, όταν όλοι γνωρίζουμε ότι υπήρξε διαχρονικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ. Και στο κάτω-κάτω μαζί με τον κ. Ανδρουλάκη εκλέχθηκε. Οι ίδιοι οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ τους ψήφισαν σε δύο απανωτές ευρωεκλογές».
Για τα σχόλια του Αλέξη Τσίπρα, ο κος Μητσοτάκης επισήμανε πως «μού κάνει εντύπωση ότι τα λέει αυτά ο κ. Τσίπρας εδώ στις Βρυξέλλες, διότι εξ όσων θυμάμαι όταν επισκέφτηκε τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου στην Αθήνα είπε άλλα πράγματα. Και πιστεύω ότι συμφωνήσαμε τουλάχιστον στο γεγονός ότι έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη στην ελληνική Δικαιοσύνη να διαλευκάνει την υπόθεση αυτή. Άρα, το γεγονός ότι ο κ. Τσίπρας έρχεται στο εξωτερικό ως τέως Πρωθυπουργός, όχι απλά ως αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ, να δυσφημεί τη χώρα και να θέτει εν αμφιβόλω τη δυνατότητα της ελληνικής Δικαιοσύνης να διαλευκάνει αυτήν την υπόθεση, θεωρώ ότι είναι μια πρακτική η οποία, εν πάση περιπτώσει, δεν αντιστοιχεί στον ρόλο ενός ανθρώπου ο οποίος διατέλεσε Πρωθυπουργός της χώρας για τέσσερα χρόνια».
Για την υπόθεση Σπυράκη, ο πρωθυπουργός σχολίασε «πως είναι μία σοβαρή υπόθεση. Δεν έχω ακόμα πλήρη εικόνα. Θα μου επιτρέψετε να επιστρέψω στην Αθήνα, να μελετήσω το ζήτημα και να σας απαντήσω για το ζήτημα αυτό αύριο».
Τέλος, αναφορικά με τις εξελίξεις για το τουρκολιβυκό μνημόνιο, ο κος Μητσοτάκης δήλωσε πως εγώ μπορώ να μιλάω για τις πρωτοβουλίες της Ελληνικής Κυβέρνησης. Από εκεί και πέρα νομίζω ότι υπάρχει μια συναντίληψη με την Αίγυπτο για τον τρόπο με τον οποίον αντιλαμβανόμαστε τον τρόπο με τον οποίον πρέπει να οριοθετήσουμε τις θαλάσσιες ζώνες στην Ανατολική Μεσόγειο. Εξάλλου, θέλω να σάς θυμίσω ότι Ελλάδα και Αίγυπτος έχουν ήδη προχωρήσει σε μία μερική οριοθέτηση, η οποία είναι απολύτως συμβατή με τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, εξ ου κι έχει αναγνωριστεί από όλους. Σε αντίθεση με το τουρκολιβυκό μνημόνιο το οποίο δεν έχει αναγνωριστεί από κανέναν. Εξου και το θεωρούμε όλοι -όταν λέμε όλοι εννοώ και όλη η ευρωπαϊκή οικογένεια- ως άκυρο κι ως ένα κείμενο το οποίο δεν παράγει ουσιαστικά κανένα έννομο αποτέλεσμα».