Σαν αντίβαρο -ιδίως- στην ρωσική διείσδυση στην ευρύτερη περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης και του Καύκασο βλέπουν στο Βερολίνο μια οικονομικά σταθερή αλλά και δημοκρατική Τουρκία, την επαύριο της φιλοδυτικής στροφής όπως αυτή διεφάνη στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους.
Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα που προκύπτει από μία δημοσίευση του γερμανικού Ινστιτούτου για την Διεθνή Πολιτική και Ασφάλειας. Υπενθυμίζεται πως κατά τη σύνοδο αυτή η Άγκυρα έδωσε το πράσινο φως για την ένταξη της Σουηδίας στη Βορειο-Ατλαντική Συμμαχία. Οι Βρυξέλλες και το Βερολίνο θα πρέπει να αξιοποιήσουν την ευκαιρία για να επηρεάσουν την Τουρκία, τονίζει το ίδιο δημοσίευμα.
Στροφή λόγω οικονομικών περιορισμών
Τα κίνητρα του Ερντογάν για να κατευθυνθεί προς τη Δύση περιλαμβάνουν ρεαλισμό, οικονομική βοήθεια και παραχωρήσεις σε θέματα ασφάλειας, σημειώνει το γερμανικό think tank. Η διατήρηση του βέτο κατά της ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ θα οδηγούσε σε επικίνδυνη κλιμάκωση των εντάσεων μεταξύ της Τουρκίας και του ΝΑΤΟ, των ΗΠΑ και της ΕΕ.
Αυτό θα έκανε τη στρατιωτική συμμαχία να φανεί κατακερματισμένη και αδύναμη. Εάν η Άγκυρα έμενε μακριά από το δυτικό αντιρωσικό μέτωπο, η θέση της απέναντι στη Μόσχα θα αποδυναμωνόταν επίσης και τα περιθώρια ελιγμών της στην εξωτερική πολιτική θα περιορίζονταν αντίστοιχα. Η τριμερής συνεννόηση μεταξύ του ΝΑΤΟ, της Τουρκίας και της Σουηδίας δημιούργησε τις προϋποθέσεις για εποικοδομητική συνεργασία, επέδειξε ενότητα στον έξω κόσμο και διατήρησε την αξιοπιστία της στρατιωτικής συμμαχίας.
Ήταν επίσης ζωτικής σημασίας να αποσπάσει ο Ερντογάν παραχωρήσεις από το ΝΑΤΟ, τις ΗΠΑ και τη Σουηδία, τις οποίες θα μπορούσε να πουλήσει ως θρίαμβο της Τουρκίας. Η σουηδική κυβέρνηση θέλει να καταπολεμήσει με μεγαλύτερη συνέπεια το PKK και να υποστηρίξει την Τουρκία στη διαδικασία ένταξης στην ΕΕ, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν θέλει να ανοίξει το δρόμο για την πώληση στην Τουρκία των μαχητικών αεροσκαφών F-16 που είναι τόσο σημαντικά για την τουρκική πολεμική αεροπορία. Εάν η αμερικανική κυβέρνηση και η σουηδική κυβέρνηση δεν τηρήσουν τις υποσχέσεις τους, το τουρκικό κοινοβούλιο θα έχει τη δυνατότητα να μην εγκρίνει την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, σημειώνει το γερμανικό think tank.
Η παραχώρηση του Ερντογάν είχε επίσης οικονομικά κίνητρα: Σήμερα ενδιαφέρεται για την τόνωση των εισροών κεφαλαίων και των επενδύσεων στην Τουρκία. Ο Τούρκος πρόεδρος βρίσκεται υπό τεράστια εσωτερική πίεση, επειδή η χώρα απειλείται από οικονομική κρίση. Μια συγκρουσιακή στάση απέναντι στη Δύση θα είχε αρνητικό αντίκτυπο στο ήδη δυσμενές επενδυτικό κλίμα. Ο Αμερικανός δημοσιογράφος Σίμουρ Χερς αποκάλυψε ότι ο Μπάιντεν είχε υποσχεθεί στον Ερντογάν να εργαστεί για ένα δάνειο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ύψους περίπου 13 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ για την Τουρκία.
Ρεαλισμός με αρχές
Οι Βρυξέλλες και το Βερολίνο πρέπει να προσεγγίσουν την Τουρκία, τονίζει το γερμανικό Ινστιτούτο για την Διεθνή Πολιτική και Ασφάλεια.
Και αυτό γιατί όπως η Τουρκία χρειάζεται την ΕΕ, έτσι και η ΕΕ χρειάζεται την Τουρκία - για παράδειγμα - ως:
- Εταίρο στη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών
- Διαμεσολαβητή έναντι της Ρωσίας στον πόλεμο στην Ουκρανία.
- Περιφερειακή δύναμη.
Συγκεκριμένα η Τουρκία συμβάλλει στον περιορισμό των επιδιώξεων της Ρωσίας για επιρροή στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, την Ανατολική Μεσόγειο, τα Βαλκάνια και τον Καύκασο. Εάν η Τουρκία περιέλθει σε οικονομικές δυσκολίες, δεν θα μπορεί πλέον να επιτελέσει αυτά τα καθήκοντα - με σημαντικές συνέπειες για την ΕΕ. Αυτό απαιτεί συνεργασία που θα σταθεροποιεί τη χώρα χωρίς να νομιμοποιεί το αυταρχικό καθεστώς του Ερντογάν, τονίζεται.
Η ΕΕ, σύμφωνα με το γερμανικό think tank, θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Άγκυρα πρέπει να ισορροπεί απέναντι στη Μόσχα: Η Τουρκία πρέπει να διατηρήσει τις εμπορικές και διπλωματικές σχέσεις και τη στρατηγική συνεργασία με τη Ρωσία, αντιστεκόμενη ταυτόχρονα στον αυτοκρατορικό ρεβανσισμό της Ρωσίας. Όσο κι αν η Τουρκία είναι συνδεδεμένη με τη Δύση όσον αφορά τους στρατηγικούς της στόχους, εξαρτάται επίσης από μια λειτουργική σχέση με τη Ρωσία, τονίζει το γερμανικό Ινστιτούτο για την Διεθνή Πολιτική και Ασφάλεια.
Η συνεργασία με την Τουρκία θα πρέπει αρχικά να περιοριστεί σε θέματα πολιτικής ασφάλειας, ειρηνευτικής διπλωματίας και οικονομίας. Η οικονομική βοήθεια για την ανοικοδόμηση της σεισμόπληκτης περιοχής θα ήταν νοητή, υπό τον όρο ότι, για παράδειγμα, θα καταπολεμηθεί αποτελεσματικά η διαφθορά στον κατασκευαστικό τομέα και ότι οι διαδικασίες ανάθεσης θα ελέγχονται με διαφάνεια.
Ωστόσο, δεν θα υπάρξει προσανατολισμός προς τη Δύση, ούτε ο Ερντογάν θέλει να φέρει την Τουρκία πιο κοντά στην ΕΕ. Ο εκδημοκρατισμός και το κράτος δικαίου που είναι απαραίτητα γι' αυτό θα ερχόταν σε ριζική αντίθεση με τη στρατηγική του για τη διατήρηση της εξουσίας. Επομένως, οι παραχωρήσεις στον εκσυγχρονισμό της τελωνειακής ένωσης και στην ελευθερία θεωρήσεων θα ισοδυναμούσαν με επιβράβευση του Ερντογάν για την αυταρχική του πορεία και επιβεβαίωση του αυταρχικού του καθεστώτος.
Αντί να κρατούν την Τουρκία σε αναμονή, οι Βρυξέλλες και το Βερολίνο θα πρέπει να προσεγγίσουν την Άγκυρα και να επικοινωνήσουν σαφώς ότι η δημοκρατική στροφή και η μεταρρυθμιστική διαδικασία είναι απαραίτητες αν η Τουρκία θέλει να προχωρήσει με τη διαδικασία της Τελωνειακής Ένωσης, καταλήγει το γερμανικό think tank.