To βασικό ερώτημα που πλανάται πλέον πάνω από τη Μέση Ανατολή είναι εάν ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, «όμηρος» των ίδιων των πολιτικών του, θέλει πραγματικά τη συμφωνία ειρήνευσης, την ώρα που ο πόλεμος στη Γάζα λαμβάνει διαστάσεις ανθρωπιστικής κρίσης και γίνεται αντικείμενο γεωπολιτικής αντιπαλότητας μεταξύ των κορυφαίων παικτών, σε μία έκρυθμη ισορροπία δυνάμεων με πολλαπλές επιπτώσεις.
Ο Μπεναμίν Νετανιάχου περίμενε μήνες για να στείλει στρατεύματα στην Ράφα, τη νοτιοδυτική άκρη της Λωρίδας της Γάζας, όπου έχουν αναζητήσει καταφύγιο περισσότεροι από 1 εκατομμύριο Παλαιστίνιοι. Όταν δόθηκε η εντολή τη Δευτέρα, αυτό έγινε λίγες μόλις ώρες αφότου η Χαμάς σηματοδότησε ότι αποδέχθηκε τις βασικές κατευθυντήριες αρχές μιας πρότασης κατάπαυσης του πυρός που προέβλεπε την ανταλλαγή ομήρων με φυλακισμένους Παλαιστινίους.
- Διαβάστε ακόμα - Ποια είναι η Ράφα;
Όμως, αυτό δεν κράτησε πολύ, καθώς οι πανηγυρισμοί της νύχτας από τους κατοίκους της Γάζας έδωσαν τη θέση τους τα ξημερώματα της Τρίτης στα τανκς του ισραηλινού στρατού που κατέλαβαν το σημαντικότερο συνοριακό πέρασμα με την Αίγυπτο, το μοναδικό διάδρομο της Γάζας προς τον Αραβικό κόσμο.
Το σχέδιο της πρότασης προσέφερε την ευκαιρία σε 33 Ισραηλινούς ομήρους - συμπεριλαμβανομένων γυναικών, παιδιών, ηλικιωμένων και τραυματιών - να απελευθερωθούν με αντάλλαγμα εκατοντάδες Παλαιστίνιους κρατούμενους, θα επέτρεπε στους κατοίκους της Γάζας να επιστρέψουν στα βόρεια της λωρίδας και ταυτόχρονα θα έδιδε τη δυνατότητα να αυξηθεί η ανθρωπιστική βοήθεια.
Να σημειωθεί ότι σχεδόν 35.000 Παλαιστίνιους έχουν σκοτωθεί στους επτά μήνες της επίθεσης του Ισραήλ στη Γάζα και ότι τα σπίτια, τα σχολεία, τα νοσοκομεία, οι δρόμοι, τα δίκτυα ηλεκτροδότησης και οι γραμμές ύδρευσης έχουν καταστραφεί ολοσχερώς. Τα καύσιμα για τη λειτουργία των νοσοκομείων στη νότια Λωρίδα της Γάζας αρκούν μόνο για τρεις μέρες, προειδοποίησε ο επικεφαλής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
Τι σημαίνει η κίνηση Νετανιάχου
Η εξέλιξη αυτή σηματοδοτεί έναν από τις μεγαλύτερους κινδύνους στη διάρκεια της μακρόχρονης πολιτικής καριέρας του Νετανιάχου, καταδεικνύοντας ότι πολιτική, διπλωματία και ασφάλεια είναι απόλυτα συνυφασμένα μεταξύ τους και συνθέτουν ένα περίπλοκο παζλ. Η κατάπαυση των εχθροπραξιών για την απελευθέρωση των ομήρων θα ικανοποιούσε την Χαμάς και θα άφηνε πολλούς από τους ηγέτες της ελεύθερους.
Τώρα, η απόρριψη της συμφωνίας προκειμένου να προχωρήσει στην Ράφα ενέχει τον κίνδυνο μιας θεμελιώδους ρήξης με τις ΗΠΑ και βεβαίως δημιουργεί αβεβαιότητα για την τύχη των ομήρων. Η τύχη των 132 ομήρων που κρατούνται ακόμη απο την Χαμάς είναι ένα από τα μεγαλύτερα διλήμματα της πρωθυπουργίας του Νετανιάχου, από τη στιγμή που η πολιτική καριέρα του και η ασφάλεια του Ισραήλ είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα.
Όπως αναφέρουν πολιτικοί σχολιαστές, τελικά ο Νετανιάχου ακολούθησε την πεπατημένη: αγόρασε χρόνο. Οι στρατιώτες του Ισραήλ μπήκαν στην ανατολική Ράφα με στόχο να ασκήσουν πίεση στην Χαμάς, την ώρα που ομάδα διαπραγματευτών κατευθυνόταν στο Κάιρο προκειμένου να εξαντλήσει τη δυνατότητα επίτευξης συμφωνίας υπό συνθήκες αποδεκτές από το Ισραήλ.
Οι επικριτές του Νετανιάχου χαρακτήρισαν την απόφασή του κυνικό τέχνασμα για να καθησυχάσει τους ακροδεξιούς εταίρους του στον συνασπισμό, καταστρέφοντας ουσιαστικά μια συμφωνία που θα μπορούσε να ρίξει την κυβέρνησή του. Για τους φιλικά προσκείμενους σε αυτόν, ήταν μια υπολογισμένη κίνηση για να μετριάσει τις απαιτήσεις της Χαμάς. Ο στρατηγικός αναλυτής Νάνταρ Στρότσλερ αναφέρει ότι ο Νετανιάχου είναι εγκλωβισμένος ανάμεσα στα διάφορα μέρη του υπουργικού συμβουλίου του, στα διαφορετικά μέρη της ισραηλινής κοινής γνώμης, ανάμεσα στην τύχη των ομήρων, τη συνέχιση του πολέμου και τις ΗΠΑ.
Η προφανής αποδοχή της πρότασης από τη Χαμάς είχε ένα απροσδόκητο αποτέλεσμα: την ένωση του Νετανιάχου με τους πολιτικούς του αντιπάλους στο πολεμικό υπουργικό συμβούλιο - ακόμη και ο Μπένι Γκαντζ, ο πρώην αρχηγός του στρατού που οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι θα μπορούσε να ανατρέψει τον Νετανιάχου σε πρόωρες εκλογές, ενέκρινε την εντολή εισόδου στην Ράφα. Ο Γκαντς ισχυρίστηκε ότι η Χαμάς είχε εγκρίνει όρους που δεν ανταποκρίνονταν στο διάλογο που έχει γίνει μέχρι στιγμής με τους διαμεσολαβητές.
Το θέμα ωστόσο τώρα είναι, όπως υποστηρίζουν απόστρατοι Ισραηλινοί στρατηγικοί που ασχολούνται με την πολιτική, ότι εάν δεν υπάρξει συμφωνία, ο Νετανιάχου πρέπει να πάει στην Ράφα και το να πάει στην Ράφα σημαίνει ότι πρέπει να αντιμετωπίσει τις συνέπειες. Άλλωστε, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός έχει υπονομεύσει τις προηγούμενες διαπραγματευτικές απόπειρες, όπως έχει γίνει κατανοητό, οπότε αυτό θα μπορούσε απλώς να είναι ένας τρόπος για να αποφευχθεί ο τερματισμός του πολέμου και να κερδίσει χρόνο.
Διεθνής κατακραυγή
Διπλωματικοί κύκλοι ανέφεραν ότι η πρόταση που είχε αποδεχθεί η Χαμάς ήταν παρόμοια με εκείνη που είχε προηγουμένως υποστηρίξει το Ισραήλ. Ένας παράγοντας ήταν καθοριστικός, το γεγονός ότι η Χαμάς είχε ζητήσει εγγυήσεις από τις ΗΠΑ ότι η συμφωνία θα τελείωνε με μόνιμη κατάπαυση του πυρός - μια μακροχρόνια απαίτηση που το Ισραήλ έχει απορρίψει κατηγορηματικά. Οι διαμεσολαβητές προσπάθησαν να κατευνάσουν τις ανησυχίες της Χαμάς και συνεπώς να σπάσουν το αδιέξοδο, προτείνοντας τη λεκτική της «βιώσιμης ηρεμίας», γλώσσα που είχε προηγουμένως αποδεχτεί το Ισραήλ, σε μια διαβεβαίωση που αποσκοπούσε στη δημιουργία συνθηκών για το τέλος της σύγκρουσης.
Η εισβολή του Ισραήλ στη Ράφα έχει προκαλέσει διεθνή καταδίκη, από την ΕΕ έως τη Σαουδική Αραβία. Είναι επίσης κάτι που δεν υποστηρίζει ούτε ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, ο οποίος πίεσε για τον τερματισμό του πολέμου και προειδοποίησε ότι μια επιχείρηση στη Ράφα που θέτει σε κίνδυνο τους Παλαιστίνιους αμάχους αποτελεί για αυτόν κόκκινη γραμμή. Για την Αίγυπτο, το θέμα θεωρείται σοβαρή απειλή για την εθνική ασφάλεια, με φόβους ότι οι σκληρές μάχες μεταξύ του ισραηλινού στρατού και της Χαμάς κατά μήκος των 14 χιλιομέτρων των συνόρων της με τη Γάζα θα οδηγούσαν σε έξοδο δεκάδων χιλιάδων απελπισμένων Παλαιστινίων στη χερσόνησο του Σινά.
Ήδη, σε ολόκληρο τον κόσμο γίνονται διαδηλώσεις κατά του Ισραήλ και ειδικά στις ΗΠΑ το κύμα αντισημιτισμού δημιουργεί τριγμούς στην προεκλογική εκστρατεία του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν. Στο Βερολίνο, μετά τις χθεσινές καταλήψεις σε πανεπιστήμια του Βερολίνου και της Λειψίας από ακτιβιστές κατά του Ισραήλ, περισσότεροι από 100 καθηγητές και διδάσκοντες σε ανώτατες σχολές της γερμανικής πρωτεύουσας υποστηρίζουν με ανοιχτή επιστολή τους το δικαίωμα των φοιτητών να διαδηλώνουν, ακόμη και καταλαμβάνοντας χώρους των πανεπιστημίων.
Επίσης, η ελβετική ομοσπονδιακή κυβέρνηση προτείνει την καταβολή 10 εκατ. ελβετικών φράγκων (10,24 εκατ. ευρώ) στην υπηρεσία του ΟΗΕ για τους Παλαιστίνιους πρόσφυγες (UNRWA) και το ποσό θα προορίζεται για τη Γάζα.
Ο πόλεμος στη Γάζα μέσο γεωπολιτικής επιρροής
Η κατάσταση στη Μέση Ανατολή έχει γίνει πεδίο άσκησης επιρροής και ανάδειξης ισχύος, ανεβάζοντας τους τόνους μεταξύ Πεκίνου και Ουάσιγκτον. Την περασμένη εβδομάδα, κορυφαίος Κινέζος διπλωμάτης πήρε το λόγο στα Ηνωμένα Έθνη λέγοντας ότι οι ΗΠΑ μπλοκάρουν ένα ψήφισμα που θα υποστήριζε την προσπάθεια των Παλαιστινίων για ένταξη, λέγοντας ότι «κατέστρεψαν το όνειρο δεκαετιών του παλαιστινιακού λαού».
Αμερικανοί αξιωματούχοι κάνουν λόγο για ολοένα και μεγαλύτερη «ρητορική μίσους» από πλευράς του Πεκίνου - μια ολοένα και πιο ενεργή προσπάθεια της Κίνας να στρέψει την κοινή γνώμη στις αναπτυσσόμενες χώρες εναντίον των ΗΠΑ μετά την επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου, χρησιμοποιώντας ως «όπλο» τον πόλεμο της Γάζας.
Αμερικανοί αξιωματούχοι και ειδικοί υποστηρίζουν ότι η Κίνα εκμεταλλεύεται την παγκόσμια οργή για τον αυξανόμενο αριθμό των νεκρών στη Λωρίδα της Γάζας και τη δεινή ανθρωπιστική κατάσταση στο πλαίσιο της μακρόχρονης προσπάθειάς της να κερδίσει βαθμούς κατά της Ουάσιγκτον στον ΟΗΕ και στο διαδίκτυο.
Ανώτερος Αμερικανός αξιωματούχος, ο οποίος ζήτησε να μην κατονομαστεί, δήλωσε στο Bloomberg ότι η Κίνα χρησιμοποίησε τη Γάζα ως μέσο για να προσπαθήσει να παρουσιάσει την Αμερική ως σημαντικό παράγοντα που οδηγεί στην παγκόσμια ανασφάλεια, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα την ίδια ως ειρηνευτική δύναμη.
Το Ινστιτούτο Στρατηγικού Διαλόγου με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο εκτιμά ότι «Κινέζοι και Ρώσοι παράγοντες κεφαλαιοποιούν την αντιδημοφιλία της δυτικής πολιτικής απέναντι στη Γάζα, με στόχο να προωθήσουν την ιδέα μιας εναλλακτικής παγκόσμιας δομής εξουσίας με τους ίδιους στο τιμόνι».