Οι μεγάλες γεωπολιτικές προκλήσεις του 2025, τα ανοικτά μέτωπα και οι κίνδυνοι

Κώστας Οικονομάκης
Viber Whatsapp
Μοιράσου το
Οι μεγάλες γεωπολιτικές προκλήσεις του 2025, τα ανοικτά μέτωπα και οι κίνδυνοι
Πολλά θα εξαρτηθούν από τις πολιτικές Τραμπ. Οι δύο πόλεμοι, η θέση της Κίνας και της Ρωσίας, τα πιθανά ανταλλάγματα και οι κινήσεις της ΕΕ. Ένας εμπορικός πόλεμος και οι επιπτώσεις του.

Αν το 2024 ήταν η χρονιά των εκλογών, το 2025 θα είναι η χρονιά των ερωτήσεων. To θέμα είναι εάν θα δοθούν απαντήσεις...

Το βέβαιο είναι ότι ΗΠΑ, Κίνα, Ρωσία θα διεκδικήσουν μία ριζική αλλαγή στην τρέχουσα παγκόσμια τάξη πραγμάτων, σε ένα ιδιαίτερα ταραχώδες γεωπολιτικό πλαίσιο.

Οι δύο πιο διχαστικές συγκρούσεις του 2024 - ο συνεχιζόμενος πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία και η σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς στη Γάζα – δείχνουν πόσο πολύ κατακερματισμένη είναι η παγκόσμια τάξη για να διαπραγματευτεί την ειρήνη. Πολλά θα εξαρτηθούν από τις πολιτικές του Ντόναλντ Τραμπ - μέχρι πού είναι αποφασισμένος να φθάσει και ποιες θα είναι οι «κόκκινες γραμμές» του.

Ο Τραμπ θα θελήσει να προωθήσει μια συμφωνία με την Ουκρανία, αλλά ενδεχομένως να προσπαθήσει να επαναφέρει τις σχέσεις των ΗΠΑ με τη Ρωσία, είτε πιέζοντας για συνομιλίες στρατηγικής σταθερότητας είτε για ένα σχέδιο για την ασφάλεια της Ευρώπης που θα ενσωματώνει την Ρωσία, σύμφωνα με το βρετανικό think tank Chatham House.

Η Κίνα μπορεί να είναι η λιγότερο επείγουσα σχέση, όμως για την Αμερική, την παγκόσμια οικονομία και τη διεθνή σταθερότητα, είναι η πιο σημαντική. Θα ακολουθήσει ο Τραμπ την απειλή του για πρόσθετους δασμούς στις κινεζικές εισαγωγές και θα κλίνει στην υπεράσπιση της Ταϊβάν ή θα επιχειρήσει ένα μέγα ντιλ που θα δει την Κίνα να αξιοποιεί τη συνεργασία της με τη Ρωσία έτσι ώστε να εξασφαλίσει μια συμφωνία στην Ουκρανία, με αντάλλαγμα μία μειωμένη δέσμευση των ΗΠΑ απέναντι στην Ταϊβάν;

Μια τέτοια συμφωνία μπορεί να βάλει τις σχέσεις μεταξύ Κίνας, Ρωσίας και Αμερικής σε καλύτερη θέση, αλλά με υψηλό τίμημα, εκτιμά το think tank. Και δεδομένης της τρέχουσας γεωπολιτικής, οποιαδήποτε ηρεμία θα ήταν πιθανότατα παροδική. Εάν ο Τραμπ επιχειρήσει μια τέτοια ριζική αναδιάταξη, αυτό θα έδειχνε ότι υπάρχουν ελάχιστα προστατευτικά κιγκλιδώματα όσον αφορά την εξωτερική πολιτική – και πολλοί Αμερικανοί, συμπεριλαμβανομένων των Ρεπουμπλικάνων, δεν θα ήταν ευχαριστημένοι.

Ρωσία και Ουκρανία

Η μειωμένη στρατιωτική βοήθεια, η ανυποχώρητη Ρωσία και η συνεχιζόμενη απουσία ηγεσίας στη Δύση σημαίνουν ότι τα πράγματα θα χειροτερέψουν για την Ουκρανία το 2025. Είναι αξιοσημείωτο ότι κανένας δυτικός ηγέτης πέρα ​​από τα «κράτη της πρώτης γραμμής» δεν ζήτησε τη νίκη της Ουκρανίας. Η πεποίθηση μεταξύ των δυτικών ηγετών ότι η Ουκρανία δεν μπορεί να κερδίσει αυτόν τον πόλεμο θα γίνει πιθανώς πιο διάχυτη το 2025 και θα τροφοδοτήσει έναν κύκλο μειωμένης υποστήριξης και μεγαλύτερες στρατιωτικές απώλειες.

Ο Ντόναλντ Τραμπ εκτιμάται ότι θα πιέσει για μια συμβιβαστική συμφωνία. Αλλά αυτό θα παγώσει αντί να επιλύσει τη σύγκρουση και πιθανότατα θα οδηγήσει σε εδαφικές απώλειες από την πλευρά του Κιέβου. Η κόπωση της Δύσης για συνέχιση της χρηματοδότησης και η μερική νίκη της Ρωσίας είναι οι μεγαλύτερες απειλές για την Ουκρανία το 2025.

Η Ρωσία, παρότι έχει σημειώσει στρατιωτική πρόοδο στην Ουκρανία τους τελευταίους μήνες, βρίσκεται υπό πίεση, ιδιαίτερα οικονομική. Οι οικονομολόγοι διατείνονται ότι ο Βλαντιμίρ Πούτιν έχει μόνο 12 έως 18 μήνες για να συνεχίσει αυτή την πορεία προτού ληφθούν δύσκολες εγχώριες αποφάσεις.

Μέση Ανατολή και περαιτέρω αστάθεια

Ο τερματισμός της σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή είναι απίθανο να κυριαρχήσει στην ατζέντα εξωτερικής πολιτικής του Τραμπ το 2025. Ωστόσο, η επερχόμενη κυβέρνηση θα βασίσει την περιφερειακή στρατηγική της γύρω από τους δύο πυλώνες της ασφάλειας του Ισραήλ και του ιρανικού περιορισμού.

Ο Τραμπ θα συνεχίσει την ισχυρή υποστήριξη προς το Ισραήλ και ταυτόχρονα θα συνεχίσει να δίνει προτεραιότητα στις ανάγκες ασφαλείας του, ακόμη κι αν προτρέψει την κυβέρνηση Νετανιάχου να περιορίσει τις στρατιωτικές της επιχειρήσεις στη Γάζα και τον Λίβανο μετά την κατάπαυση του πυρός στον τελευταίο. Αυτή η προσέγγιση δεν θα δημιουργήσει καμία πολιτική διευθέτηση που θα αντιμετωπίσει το ζήτημα της παλαιστινιακής αυτοδιάθεσης, αλλά είναι πιθανό να οδηγήσει σε εκεχειρίες που επιβλήθηκαν από το Ισραήλ.

Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση των ΗΠΑ θα προσπαθήσει να ανοίξει εκ νέου μια μακροπρόθεσμη συζήτηση με τη Σαουδική Αραβία για αμυντική συμφωνία. Ωστόσο, αυτό θα εξαρτηθεί από την ομαλοποίηση Σαουδικής Αραβίας-Ισραήλ, ενώ από την οπτική γωνία του Ριάντ θα απαιτούσε επίσης υποστήριξη για το παλαιστινιακό κράτος.

Ο Τραμπ έχει πάντως σηματοδοτήσει την πρόθεσή του να επιστρέψει στις κυρώσεις μέγιστης πίεσης που επέβαλε στην Τεχεράνη το 2018 μετά την αποχώρηση από την πυρηνική συμφωνία του Ιράν. Ο πιθανός στόχος αυτής της προσέγγισης δεν είναι να υποστηρίξει την αλλαγή καθεστώτος στην Τεχεράνη, αλλά μάλλον να εξαναγκάσει νέες διαπραγματεύσεις για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και τη μεταφορά της θανατηφόρας βοήθειας στη Ρωσία και σε μη κρατικούς φορείς.

Όσον αφορά στη Συρία, ενώ η πολιτική μετάβαση δεν είναι καθόλου βέβαιη, η πτώση του Άσαντ έχει αποδυναμώσει περαιτέρω τη θέση του Ιράν και τον άξονα των αντιστασιακών ομάδων σε όλη τη Μέση Ανατολή. Χωρίς συντονισμένη δέσμευση και συνοδευτικές διπλωματικές διαδικασίες, αυτή η τεράστια ατζέντα είναι πιθανό να επιδεινώσει τον κύκλο των συγκρούσεων αντί να ενθαρρύνει μεγαλύτερη περιφερειακή σταθερότητα.

Άμυνα και ασφάλεια

Οι παγκόσμιες συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή, την Ουκρανία και το Σουδάν εντείνονται, με πιθανές διαρροές. Ταυτόχρονα, η ατζέντα του προέδρου Τραμπ «Πρώτα η Αμερική» το 2025 αναμένεται να περιορίσει τις παγκόσμιες αμυντικές δεσμεύσεις των ΗΠΑ, ωθώντας τους συμμάχους να επανεξετάσουν τις στρατηγικές τους και να ενισχύσουν τις δυνατότητές τους.

Σε αυτό το πλαίσιο, η Βρετανία, η ΕΕ και το ΝΑΤΟ αντιμετωπίζουν μια κρίσιμη δοκιμασία της ικανότητάς τους να ενισχύσουν τη συνεργασία τους και να προσαρμοστούν σε ένα όλο και πιο εχθρικό περιβάλλον ασφαλείας. Για το ΝΑΤΟ, η πρόκληση έγκειται στη διατήρηση της συνοχής της συμμαχίας εν μέσω πιθανών αλλαγών στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ και του εσωτερικού διχασμού μεταξύ των ίδιων κρατών μελών του ΝΑΤΟ, ιδιαίτερα όσον αφορά την υποστήριξή τους στην Ουκρανία.

Το επόμενο έτος, η ΕΕ θα αντιμετωπίσει διπλές προκλήσεις θεσμικής μεταρρύθμισης και στήριξης της οικονομίας της, ενισχύοντας παράλληλα την ετοιμότητά της στην αντιμετώπιση κρίσεων. Η έκθεση του Μάριο Ντράγκι υπογραμμίζει την ανάγκη για μια πιο ολοκληρωμένη, συνεργατική προσέγγιση για την ευρωπαϊκή ασφάλεια. Αυτό θα αυξήσει την πίεση στις χώρες να ενισχύσουν τη στρατιωτική και πολιτική ετοιμότητα, να τονώσουν την ανταγωνιστικότητα και να ξαναχτίσουν την αμυντική βιομηχανική τους βάση το επόμενο έτος.

Η Βρετανία, προσδοκώντας έναν πιο εξέχοντα ρόλο εντός του ΝΑΤΟ, εστιάζει και πάλι στην ενίσχυση της σχέσης της με την ΕΕ.

Τραμπ και εμπορικοί δασμοί

Ο ρόλος του διεθνούς εμπορίου ως γεωπολιτικού πεδίου μάχης πιθανότατα θα ενταθεί τα επόμενα τέσσερα χρόνια υπό την προεδρία Τραμπ. Με βάση τη ρητορική του κατά τη διάρκεια της εκστρατείας, η κυβέρνησή του ετοιμάζεται να επιβάλει δασμούς σε επίπεδα που έχουν να επαναληφθούν από τη δεκαετία του 1930.

Αν και το αποτέλεσμα δεν είναι καθόλου βέβαιο, εάν επιβληθούν δασμοί εισαγωγής έως και 20% σε όλες τις χώρες –και ποσοστό 60% για την Κίνα– θα μπορούσαν να ανατρέψουν το διεθνές εμπόριο, να ασκήσουν περαιτέρω πίεση στην ήδη αποδυναμωμένη τάση της παγκοσμιοποίησης και να πυροδοτήσουν νέο γύρο πληθωρισμού στις ΗΠΑ.

Οι χώρες χωρίς συμφωνίες ελεύθερων εμπορικών συναλλαγών θα επηρεαστούν ιδιαίτερα. Οι πιο εκτεθειμένες όσον αφορά τις αξίες των εισαγωγών τους στις ΗΠΑ είναι η Κίνα, η Γερμανία, η Ιαπωνία, το Βιετνάμ, η Ταϊβάν, η Ιρλανδία, η Ινδία, η Ιταλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ταϊλάνδη.

Οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι πιθανοί πρόσθετοι δασμοί θα μπορούσαν να επηρεάσουν σημαντικά την παγκόσμια ανάπτυξη το 2025. Ο Μπράιαν Κούλτον, επικεφαλής οικονομολόγος της Fitch Ratings, δήλωσε στο Anadolu ότι η οικονομική ανάπτυξη των ΗΠΑ ενδέχεται να επιβραδυνθεί το επόμενο έτος όπως και οι εξαγωγές προς την Κίνα, αν και είναι πιθανή μια μέτρια ανάκαμψη στην Ευρωζώνη.

Επιπλέον, καταστολή της μετανάστευσης θα μπορούσε να επιτείνει τις πληθωριστικές πιέσεις στις ΗΠΑ μειώνοντας την αύξηση της προσφοράς εργασίας, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε μια πιο αργή πορεία μείωσης των επιτοκίων από την Φέντεραλ Ριζέρβ.

Μπορεί η Γερμανία να ηγηθεί ξανά της ΕΕ;

Οι εκλογές στη Γερμανία στις 23 Φεβρουαρίου θα διαμορφώσουν την ευρωπαϊκή πολιτική το 2025. Η οικονομία της Γερμανίας –η μεγαλύτερη της ΕΕ– συρρικνώθηκε για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά το 2024 και η παραδοσιακή ραχοκοκαλιά της οικονομίας της, η αυτοκινητοβιομηχανία, παρουσιάζει μεγάλα προβλήματα. Η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να αντιμετωπίσει αυτά τα ζητήματα και να δώσει νέα ώθηση στην ηγεσία στην ΕΕ και μεγαλύτερη υποστήριξη στην Ουκρανία.

Πέρα από τη Γερμανία, η νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένεται στις αρχές του νέου έτους να δημοσιεύσει μια λευκή βίβλο για την άμυνα, σε μια προσπάθεια να ανοίξει το δρόμο προς μια πιο συντονισμένη και ολοκληρωμένη προσέγγιση για την ευρωπαϊκή ασφάλεια.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει επίσης αναπτύξει μια σειρά από εργαλεία οικονομικής, ασφάλειας και βιομηχανικής πολιτικής με στόχο την προστασία της ευημερίας εντός της ΕΕ, τη μείωση των εξαρτήσεων από τρίτες χώρες και την τόνωση της οικονομικής ανάπτυξης. Ήδη, έχει ξεκινήσει μία συζήτηση για την χαλάρωση των δημοσιονομικών κανόνων σχετικά με τις δαπάνες, που σημαίνει ότι το Βερολίνο εξετάζει να απομακρυνθεί από τις παραδοσιακά υπέρ του δέοντος σφιχτές δημοσιονομικές πολιτικές, προκειμένου να επιτρέψει τις επενδύσεις στο εσωτερικό, εξέλιξη που θα ευνοούσε και τις υπερχρεωμένες χώρες της ΕΕ.

Αφρική: Η ήπειρος πρέπει να αδράξει τη στιγμή της G20

Η φωνή της Αφρικής θα ενισχυθεί στην παγκόσμια σκηνή το 2025 καθώς η Νότια Αφρική αναλαμβάνει την προεδρία και φιλοξενεί το πρόσφατα διευρυμένο φόρουμ της G20 τον Νοέμβριο. Η Αφρικανική Ένωση (ΑΕ) θα εκλέξει νέο πρόεδρο για την επιτροπή της τον Φεβρουάριο, και από τότε που έγινε μέλος της G20 το 2023 θα συμμετάσχει επίσης στο φόρουμ.

Η συνεργασία μεταξύ της ΑΕ και της Νότιας Αφρικής προσφέρει μια σημαντική ευκαιρία για την προώθηση των θεσμικών μεταρρυθμίσεων και την επέκταση της συμπερίληψης της Αφρικής στην παγκόσμια διακυβέρνηση. Οι βασικές εκλογές στο Μαλάουι το Σεπτέμβριο και στην Τανζανία και την Ακτή Ελεφαντοστού τον Οκτώβριο θα χρησιμεύσουν ως κρίσιμα τεστ για τη δημοκρατία. Το 2024, ο σχηματισμός μιας κυβέρνησης εθνικής ενότητας στη Νότια Αφρική και οι νίκες της αντιπολίτευσης στη Σενεγάλη, την Μποτσουάνα και τον Μαυρίκιο, αντιπροσώπευαν σημαντικές νίκες για τον δημοκρατικό πλουραλισμό στην Αφρική. Το εάν η ήπειρος μπορεί να οικοδομήσει πάνω σε αυτά τα κέρδη – και να αντισταθεί στη μετεκλογική βία που έφερε χάος στη Μοζαμβίκη φέτος – παραμένει ασαφές.

Η επανεκλογή Τραμπ κινδυνεύει να αποδυναμώσει τις σχέσεις ΗΠΑ-Αφρικής, μειώνοντας πιθανότατα την υποστήριξή των ΗΠΑ για διάφορες πρωτοβουλίες.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA

gazzetta
gazzetta reader insider insider