Το πιο δυνατό «χαρτί» στα χέρια της κυβέρνησης για τη διαπραγμάτευση αποτελεί το πρωτογενές πλεόνασμα που ανακοινώθηκε σήμερα από την ΕΛΣΤΑΤ - και θα επικυρωθεί από τη Eurostat την ερχόμενη Δευτέρα.
Αν και η επίδοση προσεγγίζει και δεν ξεπερνά το 4%, όπως είχε διαρρεύσει αρχικά, είναι υψηλότερη κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με την αντίστοιχη του ΔΝΤ (3,9% έναντι 3,3%), γεγονός που δημιουργεί ακόμη μεγαλύτερη ευφορία στο κυβερνητικό στρατόπεδο. Κυρίως διότι η υπεραπόδοση της οικονομίας - έστω και αν αυτή οφείλεται στο μεγαλύτερο μέρος της στο πάγωμα της αγοράς και την υπερφορολόγηση - αποτελεί το βασικό επιχείρημα της Αθήνας στη μάχη που ξεκινά σήμερα στην εαρινή σύνοδο του ΔΝΤ και θα ολοκληρωθεί, καλώς εχόντων των πραγμάτων, στο Eurogroup της 22ας Μαΐου. Μάχη διπλή: για τη διευθέτηση του χρέους και τον επαναπροσδιορισμό των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα μετά το 2018.
Στόχος είναι έτσι να προσδιοριστούν κατά το δυνατόν συντομότερα και καθαρότερα τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για τη διευθέτηση του χρέους, αλλά κατά έναν ιδιόρρυθμο τρόπο: ναι μεν θα ξεκαθαρίζει και δεν θα περιγράφει απλώς τι θα ισχύσει από το 2018, αλλά ταυτόχρονα δεν θα δημιουργεί προβλήματα στη Γερμανία, η οποία ανθίσταται λόγω και των ομοσπονδιακών εκλογών του Σεπτεμβρίου. Αυτή η δύσκολη ισορροπία πρέπει ταυτόχρονα να ικανοποιεί και τις προϋποθέσεις που θέτει η ΕΚΤ για την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, κάτι που αποτελεί, κατά την κυβέρνηση, το βασικό στόχο της ελληνικής πλευράς, διότι εκτιμάται πως θα ανοίξει το δρόμο για την ανάταξη της οικονομίας.
Παράλληλα, το επιχείρημα περί υπεραπόδοσης της οικονομίας αποτελεί την καλύτερη άμυνα της κυβέρνησης σε μια πιθανή επίθεση των δανειστών για μέτρα επιπλέον αυτών που συμφωνήθηκαν στο Eurogroup της Μάλτας ή στην εφαρμογή του «κόφτη», σε περίπτωση απόκλισης από τους στόχους - όπως π.χ. περιέγραψαν οι εκτιμήσεις του ΔΝΤ για το 2018.
Έτσι, οι ελπίδες της Αθήνας εναποτίθενται στις συζητήσεις στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, στο πλαίσιο και το περιθώριο της εαρινής συνόδου του ΔΝΤ και στο παρασκηνιακό παιχνίδι που εξελίσσεται τις τελευταίες εβδομάδες ανάμεσα στο Ταμείο και το Βερολίνο. Μολαταύτα, στην κυβέρνηση κρατούν χαμηλούς τόνους και... μικρό καλάθι, υποστηρίζοντας ότι σε κάθε περίπτωση οι αποφάσεις θα ληφθούν στο Eurogroup της 22ας Μαΐου. Πριν από αυτό, θα πρέπει βέβαια να ολοκληρωθεί το staff level agreement, δηλαδή η τεχνική συμφωνία, και να ψηφιστούν από τη Βουλή τα μέτρα του «1+1» που συμφωνήθηκαν στη Μάλτα.
Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα του Μαξίμου, η τεχνική συμφωνία αναμένεται να κλείσει εντός της επόμενης εβδομάδας (σ.σ.: τα κλιμάκια των θεσμών επιστρέφουν στην Αθήνα την Τρίτη) και το πολυνομοσχέδιο με τα προαπαιτούμενα να κατατεθεί στη Βουλή την πρώτη εβδομάδα του Μαΐου, ούτως ώστε να ψηφιστεί έως τις 15 του μήνα.
Σε άρθρο του στη Wall Street Journal, ο Αλέξης Τσίπρας επισημαίνει ότι «η σύγκρουση μεταξύ της ΕΕ και του ΔΝΤ σχετικά με το δημόσιο χρέος της Ελλάδας στερεί από την οικονομία μας πολύτιμο χρόνο, καθυστερώντας την πολυαναμενόμενη επιστροφή στην ανάπτυξη». Πίσω από τις λέξεις, ο πρωθυπουργός στέλνει μήνυμα στους δανειστές να προχωρήσουν γρήγορα οι διαδικασίες και να μην υπάρξουν άλλες καθυστερήσεις, καθώς η Αθήνα δεν θέλει να χάσει το ορόσημο της 22ας Μαΐου, αλλά τα περιθώρια είναι ήδη ασφυκτικά.
«Δεν υπάρχει άλλο σενάριο για μας ούτε για κάποιον από τους δανειστές», δήλωσε χθες και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Τζανακόπουλος, θέλοντας έτσι να «κάψει» σενάρια νέας παράτασης της εκκρεμότητας με την αξιολόγηση και κυρίως το απευκταίο για την Αθήνα: να «συρθούν» οι εξελίξεις έως το φθινόπωρο και τις γερμανικές εκλογές.