Όποιος άκουσε την ομιλία του πρωθυπουργού, τόσο για το νομοσχέδιο αναφορικά με την τριτοβάθμια εκπαίδευση, όσο και χθες, κατά τη συζήτηση για το νομοσχέδιο του υπουργείου Υγείας για την πρωτοβάθμια περίθαλψη, θα κατάλαβε ότι επρόκειτο για τοποθετήσεις με σαφή πολιτική στόχευση.
Πέρα από τα πυρά στην αντιπολίτευση, ο πρωθυπουργός έσπευσε να χαρακτηρίσει τα δύο νομοθετήματα «εμβληματικά». Ως προς τι όμως; Εμβληματικά ως προς το πολιτικό αποτύπωμα της κυβέρνησης στα λεγόμενα «μη μνημονιακά» πεδία, στα οποία το Μέγαρο Μαξίμου τραβά σαφείς διαχωριστικές γραμμές από το μοντέλο που ευαγγελίζεται η ΝΔ.
«Είστε κόμμα που υπηρετεί τα ιδιωτικά συμφέροντα. Εμείς έχουμε άλλες αντιλήψεις», είπε απευθυνόμενος στην πλευρά της ΝΔ ο κ. Τσίπρας, σημειώνοντας εκ νέου ότι η πολιτική της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι «συντηρητική με νεοφιλελεύθερο πρόσημο», ενώ του ΣΥΡΙΖΑ «προοδευτική με κοινωνικό πρόσημο». Εκεί ακριβώς βρίσκεται και η διαχωριστική γραμμή που επιχειρεί να τραβήξει το Μέγαρο Μαξίμου από την αξιωματική αντιπολίτευση, προκειμένου να εμπεδωθεί η αίσθηση ότι η κυβέρνηση παράγει πολιτική υπέρ των πολλών και ιδιαίτερα όσων ανήκουν στα χαμηλά και μεσαία εισοδηματικά στρώματα, σε αντίθεση με τη ΝΔ, η οποία πορεύεται με γνώμονα τα ιδιωτικά συμφέροντα, αλλά και αυτών που μέχρι πρότινος «δεν τράβηξαν κουπί στα χρόνια της κρίσης», όπως είπε σε πρόσφατη τοποθέτησή του στη Βουλή ο πρωθυπουργός.
Όπως και να έχει, με δεδομένο ότι το πλαίσιο για την κυβέρνηση στο επίπεδο της οικονομίας είναι κατά τι ασφυκτικό, λόγω της αυστηρής μνημονιακής επιτροπείας, η κεντρική απόφαση του Μεγάρου Μαξίμου είναι πως θα ασκηθεί πολιτική με «προοδευτικό» πρόσημο σε άλλα πεδία, όπου θα είναι εφικτό το Μαξίμου να αφήσει το αποτύπωμά του. Η Παιδεία και η Υγεία, συνεπώς, είναι δύο εμβληματικά παραδείγματα, όπου, όπως λένε κυβερνητικές πηγές, εδώ και δυόμιση χρόνια βρίσκεται σε εξέλιξη μια προσπάθεια «συμμαζέματος» των όσων βρήκε η κυβέρνηση από τους προηγούμενους και επανασχεδιασμού της κεντρικής πολιτικής.
Πάντως, ισχύει και μια άλλη παράμετρος: στο τέλος Ιουνίου, σε non paper ανάλυσης των στοιχείων των δημοσκοπήσεων, το Μέγαρο Μαξίμου είχε επικεντρώσει σε δείκτες, οι οποίο έδειχναν πως πολίτες με χαμηλά ή μεσαία εισοδήματα (όχι εύποροι, όμως, σε κάθε περίπτωση) έτειναν προς τη στήριξη κυβερνητικών επιλογών, αλλά και του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ. Παράλληλα, ακόμα και αν δεν έλεγαν ευθέως, μια σειρά απαντήσεων σε άλλες ερωτήσεις έδινε την εικόνα πως πολλοί πολίτες που ανήκουν σε αυτά τα στρώματα δεν είναι τουλάχιστον αρνητικά διακείμενοι απέναντι στην κυβέρνηση, ακόμα και σήμερα. «Χωρίς να θέλουμε να είμαστε απόλυτοι, είναι φανερό ότι η ψήφος έχει κοινωνικό πρόσημο», σημείωνε τότε το Μέγαρο Μαξίμου. Αυτό το κοινωνικό πρόσημο, συνεπώς, φιλοδοξεί να παγιώσει το Μέγαρο Μαξίμου με πρωτοβουλίες, οι οποίες θα εξελίσσονται διαρκώς, καθώς ο πρωθυπουργός έχει οριοθετήσει ως στοίχημα την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας και τις «διορθώσεις» σε σειρά «κακώς κειμένων», κάτι που αφορά όλα τα υπουργεία.
Ο χρόνος θα δείξει, αν οι εν λόγω αλλαγές, τις οποίες δρομολογεί το Μαξίμου, θα είναι ικανές, ώστε να αντιστρέψουν τη δύσκολη δημοσκοπική εικόνα για την κυβέρνηση. Σε αυτή την προσπάθεια, πάντως, το Μέγαρο Μαξίμου τοποθετεί τη ΝΔ ακριβώς απέναντι, μιας και, κατά κυβερνητικούς παράγοντες, εκφράζει ένα εντελώς διαφορετικό πολιτικό και κοινωνικό μοντέλο. Αυτά τα δύο μοντέλα, συνεπώς, θα αντιπαρατεθούν στις εκλογές, όποτε αυτές και αν γίνουν.