Η αίσθηση που έχουν πολιτικοί και οικονομικοί παραγοντες από το μέτωπο της αξιολόγησης είναι ότι «τσουλάει», χωρίς τις δυσκολίες αλλοτινών εποχών. Άλλωστε, όπως σημειώνουν κυβερνητικές πηγές, η παρουσία των επικεφαλής των θεσμών την προηγούμενη εβδομάδα στην Αθήνα ήταν παραγωγική, μιας και έκλεισαν αρκετά και σημαντικά κεφάλαια, όπως το ύψος του πλεονάσματος του 2017 και του 2018, αλλά και οι αλλαγές στον εργασιακό νόμο.
Τα δύο αυτά παραδείγματα αναφέρονται ενδεικτικά, μιας και αποτελούσαν διαχρονικά πεδίο έντασης τόσο μεταξύ των θεσμών όσο και μεταξύ θεσμών-κυβέρνησης. Όχι και τώρα όμως, καθώς το ύψος του πλεονάσματος συμφωνήθηκε χωρίς πολλές εντάσεις, ενώ και η επαφή της κ. Αχτσιόγλου με τους θεσμούς ήταν, ως πάντα, «δύσκολη», αλλά εν τέλει παραγωγική. Φυσικά, το γεγονός ότι κλείνουν προαπαιτούμενα και μάλιστα σημαντικά, δεν σημαίνει ότι δεν έχουν μείνει εκκρεμότητες. Αναντίρρητα είναι αρκετές και θα πρέπει να γίνει δουλειά τόσο σε τεχνικό, όσο και σε πολιτικό επίπεδο, κατά τη δεύτερη έλευση των θεσμών στο τέλος Νοεμβρίου. Και, οι επιφυλακτικοί του Μαξίμου επισημαίνουν κατά πάγιο τρόπο ότι ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες, συνεπώς αποφεύγουν τους πανηγυρισμούς για το «ρολαρισμα» της αξιολόγησης.
Είναι, όμως, σαφές πως, ουσιαστικά, κανείς δεν αμφισβητεί την προοπτική να κλείσει η αξιολόγηση. Μαξίμου, οικονομικό επιτελείο, αλλά και Ευρωπαίοι εκτιμούν ότι η ουσιαστικά ολοκλήρωση της συζήτησης ως το τέλος του έτους και η τυπική στο Eurogroup του Ιανουαρίου, είναι μια εφικτή προοπτική. Υπάρχουν και κάποιοι απαισιόδοξοι, ούτε αυτοί όμως βλέπουν σενάριο μη ολοκλήρωσης της συζήτησης, απλά ενός μικρού «τρεναρίσματος» για μερικούς μήνες, επί παραδείγματι ως τον Μάρτιο.
Υπό αυτό το πρίσμα, στο Μέγαρο Μαξίμου ξεκινούν ήδη να κάνουν σκέψεις για την επόμενη μέρα. Αυτή, φυσικά, περιλαμβάνει την ανάγκη λήψης των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, παρά την εκτίμηση του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ότι αυτά δεν θα είναι απαραίτητα, εφόσον το πρόγραμμα είναι on track. Και, φυσικά, περιλαμβάνει το ερώτημα τι θα γίνει μετά την τυπική λήξη του ελληνικού προγράμματος, μιας και όλες οι πλευρές συμφωνούν πως τυπικά δεν θα υπάρξει ένα τέταρτο. Άλλωστε, πλαίσιο δεσμεύσεων υπάρχει, άσχετα αν η κυβέρνηση εκτιμά ότι η καλή πορεία της οικονομίας θα δώσει τη δυνατότητα για διορθωτικές παρεμβάσεις σε πρωτοβουλίες που «πονούν» τους πολίτες, όπως για παράδειγμα στον νόμο Κατρούγκαλου.
Φυσικά, αναπόσπαστο τμήμα της συλλογιστικής της επόμενης μέρας είναι και ο χρόνος των εκλογών. Τα κυρίαρχα σενάρια στην «πιάτσα» είναι δύο: εκλογικός «αιφνιδιασμός» εκ μέρους της κυβέρνησης με την ολοκλήρωση του προγράμματος, το φθινόπωρο του 2018, ή παράταση των εξελίξεων ακόμα και για το 2019, ίσως μαζί με τις ευρωεκλογές. Επισήμως, η κυβέρνηση επιμένει για το 2019. Στην πράξη, όμως, μια σειρά κινήσεων αφήνει το παράθυρο του 2018 ανοιχτό: οι στοχευμένες παροχές, η περιοδεία του πρωθυπουργού ανά την Ελλάδα για τα περιφερειακά συνέδρια για την παραγωγική ανασυγκρότηση, αλλά και η διαχωριστική γραμμή που τραβάει με τους προηγούμενους με όλο και μεγαλύτερη ένταση ο κ. Τσίπρας.
Για να βρεθεί, πάντως, η κυβέρνηση στην «επόμενη μέρα» και να έχει την «πολυτέλεια» του σχεδιασμού των πολιτικών της κινήσεων, πρέπει η αξιολόγηση να ολοκληρωθεί. Και αυτό, κατά βάση, θα απασχολήσει την Πολιτική Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ που θα συνεδριάσει σήμερα υπό την προεδρία του Αλέξη Τσίπρα, με βασικότερο στόχο του πρωθυπουργικού επιτελείου να «τρέξουν» όσο το δυνατόν γρηγορότερα όλες οι εκκρεμότητες και, παράλληλα, το κόμμα να είναι ενήμερο για τον κυβερνητικό σχεδιασμό, τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μεσομακροπρόθεσμα.