Οι υψηλές «πτήσεις» στον τουρισμό που παραπέμπουν σε προ πανδημίας επίπεδα και εποχές αλλά και η καλή «εικόνα» σε αφίξεις/ πληρότητες και μετά την «φουλ» καλοκαιρινή σεζόν όχι μόνο στην Αθήνα αλλά και σε δημοφιλείς προορισμούς (νησιά κ.α.) φαίνεται ότι έχουν ενεργοποιήσει και αναζωπυρώσει ενδιαφέρον και αντανακλαστικά από πλευράς Ελλήνων και ξένων επενδυτών για έναν συμπληρωματικό της αγοράς ακινήτων τομέα. Μάλιστα, δεν γίνεται λόγος μόνο για ομίλους που βρίσκονται κοντά στον τουριστικό τομέα (π.χ. εταιρείες ακινήτων, ΑΕΕΑΠ, κατασκευαστικές, ή ακόμα και εταιρείες που σχετίζονται άμεσα/έμμεσα με αυτόν, π.χ. αερομεταφορές κ.α.) ή για επιχειρηματίες που κατέχουν εκτάσεις και επιθυμούν να «ανέβουν στο ανοδικό κύμα» του τουρισμού, αλλά και για γκρουπ από κλάδους που μέχρι πρότινος έμοιαζαν «μακριά» από τον χώρο της φιλοξενίας (τρόφιμα, ακτοπλοΐα, παιχνιδιού κ.α.).
Η νέα τάση
Η νέα, λοιπόν, τάση στον τομέα του real estate, όπως τουλάχιστον διαγράφεται το τελευταίο χρονικό διάστημα, «δείχνει» ότι επιχειρήσεις που δεν έχουν ως βασικό αντικείμενο δραστηριότητας τη διαχείριση και εκμετάλλευση ακινήτων στο τουριστικό «μέτωπο» έχουν αρχίσει να επενδύουν κεφάλαια σε εκτάσεις και assets σχεδιάζοντας να εισέλθουν στην αγορά αυτή. Προφανώς, στοχεύουν στην σαφή τάση ανάκαμψης του τομέα τουρισμού – ξενοδοχείων – καταλυμάτων και στις προοπτικές περαιτέρω ανάπτυξής του καθώς, αν και συνεχώς προωθούνται νέες επενδύσεις (μικρότερες και boutique hotels έως 5άστερα και πολυτελείς), φαίνεται ότι θεωρούν πως υπάρχει «χώρος» για νέες.
Συμπληρωματική δράση, εξισορρόπηση κινδύνων
Επιπρόσθετα, μάλλον θεωρούν ότι η ενασχόληση η επέκταση στον τομέα τουρισμός – real estate μπορεί να προσφέρει πρόσθετα ικανοποιητικά έσοδα όχι βέβαια ως βασική δραστηριότητα αλλά ως συμπληρωματική, ίσως και για λόγους… εξισορρόπησης των προοπτικών και των κινδύνων, καθώς η φετινή άνοδος - ρεκόρ του τουρισμού τόσο από πλευράς εσόδων όσο και από πλευράς πληρότητας ξενοδοχειακών μονάδων, μάλλον δημιουργεί προσδοκίες για «μερίδιο από την πίτα». Σε αυτό βοηθάει προφανώς η τάση ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, οι νέες υποδομές που προωθούνται στη χώρα και θα διευκολύνουν τις μεταφορές κ.α.
Άλλωστε, όπως τουλάχιστον μέχρι στιγμής αποδείχτηκε, η οικονομική κρίση, η πανδημία και οι ενεργειακές προκλήσεις, μόνο πρόσκαιρα κατάφεραν να ανακόψουν τις προοπτικές και τις ευκαιρίες στον χώρο του τουρισμού, που τελικά αποδείχθηκε ιδιαίτερα ανθεκτικός τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα και με δυναμική για περαιτέρω ανάπτυξη.
Πάντως, δεν είναι απολύτως σαφές αν όλες οι κινήσεις αποτελούν μέρος μιας συγκεκριμένης επενδυτικής στρατηγικής επέκτασης ή έστω διαφοροποίησης δραστηριοτήτων, αν πρόκειται για χρήση πλεονάζουσας ρευστότητας προς κλάδους που δείχνουν «hot», για ευκαιριακές επενδύσεις ώστε στη συνέχεια να πωληθούν εκτάσεις και ξενοδοχειακές μονάδες σε «παχιά πορτοφόλια».
Θα υπάρχει και συνέχεια;
Προ ημερών μόλις η εταιρεία AS Company, εκμεταλλευόμενη προφανώς τα ρευστά της διαθέσιμα και διαβλέποντας ευκαιρίες στον τομέα του τουρισμού, ανακοίνωσε την αγορά αριθμού γειτνιαζόντων εκτάσεων γης, συνολικού εμβαδού περίπου 50.000 τ.μ. έως 60.000 τ.μ., στην ιδιαίτερα ελκυστική τουριστικά περιοχή Ελούντας Λασιθίου Κρήτης, με σκοπό την ανάπτυξη πολυτελών τουριστικών καταλυμάτων. Η συνολική αξία της συναλλαγής υπολογίζεται να ανέλθει από 2.000.000 έως 2.500.000 ευρώ. Βέβαια, την εταιρεία αυτήν είχαν προλάβει άλλες νωρίτερα, όπως η Ικτίνος, η Attica Group που προχώρησε σε αγορά ξενοδοχείων σε νησιά της χώρας, κατασκευαστικά γκρουπ (π.χ. Intrakat, ΑΒΑΞ κ.α.), μεγάλες ΑΕΕΑΠ και εταιρείες ανάπτυξης ακινήτων της χώρας (Prodea, Lamda, Dimand, BriQ, πρόσφατα η Μπλε Κέδρος και άλλες) καθώς και εταιρείες από άλλους κλάδους (τρόφιμα κ.α.) που προχώρησαν σε αγορά εκτάσεων και assets.
Μένει βέβαια να φανεί κατά πόσο αυτή η τάση θα συνεχιστεί και κυρίως επεκταθεί, τόσο από ομίλους που βρίσκονται σε συγγενικούς του τουρισμού κλάδους όσο βέβαια και από επιχειρήσεις εκτός φιλοξενίας και real estate που αποφασίσουν να στραφούν και στον τουρισμό προκειμένου να ενισχύσουν την κερδοφορία τους μέσω της ισχυρής δυναμικής που παρουσιάζει ο κλάδος, προχωρώντας σε εξαγορές ξενοδοχειακών συγκροτημάτων ή και εκτάσεων προκειμένου να αναπτύξουν μονάδες.