
Την ώρα που γράφουμε τις γραμμές αυτές, βρίσκεται σε εξέλιξη, σε επίπεδο Συμβουλίου, η συζήτηση για τις λεπτομέρειες της εφαρμογής της εθνικής ρήτρας διαφυγής για τις αμυντικές δαπάνες. Επί της αρχής, όπως πράττουν όλα τα κράτη-μέλη, η Ελλάδα αναζητεί ένα καλύτερο μοντέλο από αυτό που θέλει να ορίζεται ως έτος βάσης το 2021 (αρχικώς η πρόθεση ήταν το 2022) και το περιθώριο διαφυγής να υπολογίζεται από την τότε αμυντική δαπάνη ως προς το ΑΕΠ και πάνω. Το 2021 ήταν για την Ελλάδα μία από τις πλέον δαπανηρές χρονιές και το συγκεκριμένο μοντέλο προφανώς… δεν βολεύει.
Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα
Αν ο σκοπός είναι η ανάγκη της αμυντικής μας θωράκισης και η στήριξη της ανάπτυξης, η λογική της αξιοποίησης περαιτέρω δανεισμού αντέχει σε συζήτηση. Ωστόσο, για μία χώρα με το προφίλ του χρέους της Ελλάδας αλλά και τα χαρακτηριστικά της παραγωγικότητάς της, κάθε ευρώ δανεισμού μετρά. Προφανώς όταν οι (συν)εταίροι σου αποκτούν πρόσβαση σε φθηνότερο δανεισμό, εσύ δεν μπορεί «να κρατάς ομπρέλα». Όμως η ρήτρα διαφυγής δεν αποτελεί ρήτρα διαγραφής. Τα εθνικά χρέη δε διαγράφονται.
Αν ωστόσο σκοπός είναι να ασκηθεί κοινωνική πολιτική με δανεικά, αυτό ας το ξανασκεφτούμε καλύτερα.
Τι λένε οι Βρυξέλλες
Ας αρχίσουμε από τα θετικά νέα. Στις Βρυξέλλες γνωρίζουν ότι η νέα ηγεσία του οικονομικού επιτελείου της Κυβέρνησης υπό τον Κυριάκο Πιερρακάκη, δεν πρόκειται να ασκήσει ανεύθυνη δημοσιονομική πολιτική. Επίσης, για τις Βρυξέλλες η Ελλάδα πλέον δεν αποτελεί κύριο -ούτε καν δευτερεύον τις περισσότερες φορές- θέμα συζήτησης. Μπορεί η ελληνική οικονομία να μην έχει πετύχει τις βέλτιστες δυνατές επιδόσεις, ωστόσο παραμένει σε θετική τροχιά, θετικότερη από τις περισσότερες ευρωπαϊκές, δίχως να καταγράφει ιδιαίτερους εσωτερικούς δημοσιονομικούς κινδύνους. Εντός της ΕΕ υπάρχουν πλέον σημαντικότερα προβλήματα προερχόμενα από μεγαλύτερες οικονομίες που ανησυχούν τους αρμόδιους αξιωματούχους.
Παράλληλα, όσοι εμπλέκονται στη διαμόρφωση των δημοσιονομικών κανόνων, γνωρίζουν ότι εφαρμόζονται σε διαφορετικούς πολιτικούς κύκλους εντός των κρατών-μελών και ανάμεσα σε αυτά. Αυτό δε σημαίνει ότι «κάνουν τα στραβά μάτια» ενόψει εθνικών εκλογών στα κράτη-μέλη. Σημαίνει ότι γνωρίζουν -με πιο πρόσφατο και ηχηρό παράδειγμα αυτό της Γαλλίας- ότι σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο υπάρχουν περίοδοι που τα δημοσιονομικά περιθώρια εξαντλούνται μέχρι της τελευταίας τους ερμηνείας και περίοδοι μεγαλύτερης ηρεμίας και σταθερότητας. Όσο μικρότερες σε διάρκεια και σε ένταση είναι οι πρώτες τόσο μεγαλύτερες και ευκολότερα διαχειρίσιμες από τα ίδια τα κράτη είναι οι δεύτερες.
Και για να μη μακρηγορούμε χωρίς λόγο, όσοι θυμόμαστε -πόσο μάλλον ζήσαμε- περιόδους όπως αυτή του 2015 στην Ελλάδα, βλέπουμε αυτές τις δεύτερες περιόδους όχι απλώς ως προτιμότερες αλλά ως εθνικά αναγκαίες.
Διαβάστε περισσότερα άρθρα της στήλης ΑΘΗΝΑ-ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ
Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.