Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές στο Οικονογράφημα, μας χωρίζουν μερικές ώρες από τις ανακοινώσεις της S&P που αφορούν στην αξιολόγηση του ελληνικού χρέους.
Το πιο εύκολο και εκ των προτέρων κερδισμένο στοίχημα, είναι το να υποστηρίξει κανείς ότι η αναβάθμιση σε investment grade και από την S&P μετά την DBRS, είναι δεδομένη. Γιατί ήδη από την σύνοδο του ΔΝΤ στο Μαρακές, τόσο οι κρατικοί αξιωματούχοι όσο και οι κεντρικοί τραπεζίτες της Ευρωζώνης έχουν ενημερωθεί σχετικά.
Όπως έχουν επίσης ενημερωθεί και για την επικείμενη αναβάθμιση της 1ης Δεκεμβρίου από την Fitch...
Από τις 20 λοιπόν του Οκτώβρη μέχρι και την 1η Δεκέμβρη, ολοκληρώνεται ο κύκλος επιστροφής του ελληνικού δημόσιου χρέους στην «Mεγάλη Kατηγορία». Αυτή από την οποία είχε εξοστρακιστεί, κατ' εξαίρεση των προβλεπόμενων από τον ευρωπαϊκό «καταστατικό» χάρτη, στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας...
Αυτό σημαίνει ότι όσοι έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους ελληνικά ομόλογα, τράπεζες ιδιώτες, funds, ασφαλιστικά ταμεία κλπ θα δουν τις αξίες των περιουσιακών τους στοιχείων να αυξάνονται και θα αισθανθούν... πολύ – πολύ καλύτερα.
Όλα ωραία, όλα καλά και γιατί όχι «πανηγυρικά», τόσο σήμερα, όσο και την άλλη εβδομάδα στην σύνοδο της ΕΚΤ στην Αθήνα.
Και μετά; Τι γίνεται μετά;
Το «μετά» θα μπορούσε να είναι το ίδιο καλό όσο και το σήμερα ή και καλύτερο μετά από αυτή την αναβάθμιση.
Αλλά στο μεταξύ δύο σημαντικές αλλαγές και κάποια αναπάντητα ερωτηματικά έρχονται να θολώσουν το τοπίο.
Αν η διεθνής κατάσταση στις αγορές ομολόγων δεν ήταν τόσο... χάλια, δεν θα υπήρχε ο παραμικρός λόγος να ασχοληθεί κανείς από τώρα με το «μετά».
Αλλά αφ' ενός η κατάσταση διεθνώς γίνεται ολοένα και πιο χάλια και αφετέρου η επιστροφή στην «πρώτη» κατηγορία αλλάζει τους όρους δανεισμού για το ελληνικό δημόσιο.
Ας τα δούμε ένα – ένα.
Μέχρι σήμερα πέρα από την αναδιάρθρωση του χρέους, που οδήγησε σε μία κατακόρυφη αύξησή του ως ποσοστό του ΑΕΠ και ταυτόχρονα κατακόρυφη μείωση του ετήσιου κόστους εξυπηρέτησης, οι εμφανείς λόγοι που οδήγησαν τις αποδόσεις και τα spreads – παρ' ότι non investment grade – σε καλύτερη θέση από τα investment grade ιταλικά και πολύ κοντά στα ισπανικά, ήταν αφ' ενός το γεγονός ότι η ΕΚΤ «αγόραζε» ό,τι βγάζαμε και αφετέρου γιατί η ενεργός διαχείριση του ΟΔΔΗΧ είχε κάνει τα ελληνικά ομόλογα πιο δυσεύρετα και από... χαβιάρι.
Ακόμα και τώρα για να αγοράσεις ελληνικό ομόλογο πρέπει να μπεις σε λίστα αναμονής και να παρακαλέσεις για να σου δώσουν...
Με την «έξοδο» από αυτό το προστατευτικό περιβάλλον μετά την αναβάθμιση, το ελληνικό χρέος θα αναχρηματοδοτείται ολόκληρο από τις αγορές.
Η ΕΚΤ – θα το δούμε στην συνέχεια του σημειώματος το «πως» θα γίνει αυτό – αποσύρεται και αφήνει το «καραβάκι» να πλεύσει με τα δικά του πανιά.
Το ευτύχημα είναι ότι τα προβλήματα της γειτονικής Ιταλίας και από κοντά της Ισπανίας, κάνουν τόσο «θόρυβο» στην αγορά που κανείς δεν έχει λόγο να προσέξει τα σχεδόν «αόρατα» από πλευράς μεγέθους ποσά, που ο ΟΔΔΗΧ απορροφά από τις αγορές χωρίς καμία υποστήριξη, παρά μόνο τις πολύ αποτελεσματικές «τεχνικές» του που του επιτρέπουν να εκμεταλλεύεται όλες τις «τρύπες» της αγοράς...
Τι θα γίνει όμως όταν η ΕΚΤ αποφασίσει να απαλλαγεί από τις μερικές δεκάδες δις ελληνικού χρέους που έχει αγοράσει καθώς τελειώνει η «ανακύκλωση» επενδύσεων του PEPP;
Μιλάμε για ένα ποσό χρέους που αγγίζει το 15% του ΑΕΠ που θα «ξεφορτωθεί» η ΕΚΤ, παράλληλα και ταυτόχρονα με τις τρέχουσες ετήσιες ανάγκες αναχρηματοδότησης. Αυτές που ευτυχώς έχουν μεν συγκρατηθεί στο ελάχιστο, αλλά στο σύνολό τους σαν δημόσιο χρέος δεν παύουν να είναι οι υψηλότερες στην Ευρώπη σε ύψος 171% του ΑΕΠ.
Μπορεί αυτό το συνολικό χρέος να συνεχίσει να μειώνεται όπως έχει γίνει π.χ. μέχρι σήμερα, με την αποπληρωμή του δανείου του ΔΝΤ και τις προπληρωμές του διακρατικού δανείων των 52 δισ. ευρώ;
Αυτό θα μπορούσε να είναι μια ασφαλής διέξοδος απέναντι στις αγορές.
Αλλά προϋποθέτει πλεονάσματα που δεν μπορούν να συσσωρευθούν από μία οικονομία που λειτουργεί σε ένα περιβάλλον ύφεσης στην Ευρώπη και με το ύψος των επιτοκίων να μένει στα σημερινά επίπεδα, ή ακόμα χειρότερα αν αυξηθεί, καθώς οι «κραυγές» του πολέμου επεκτείνονται στις περιοχές που αναβλύζει ο «μαύρος χρυσός».
Το «μετά» την αναβάθμιση
Με άλλα λόγια το «μετά» την αναβάθμιση του ελληνικού χρέους, ισοδυναμεί με την υποχρέωση, η Ελλάδα μια χώρα με το υψηλότερο χρέος στην Ευρώπη να βγει και να αντιμετωπίσει τις αγορές χωρίς κανένα εργαλείο προστασίας, παρά μόνο τις πολύ χαμηλές ετήσιες δαπάνες αναχρηματοδότησης του «παλιού», αλλά όχι και του «νέου» χρέους της.
Δημοσιονομικά αυτό, όλοι ξέρουμε ότι κάπως λέγεται...
Αν μάλιστα συνυπολογίσουμε ότι αυτή η νέα κατάσταση θα αρχίσει να δείχνει τα δόντια της από τα τέλη του 2024 ή το αργότερο τα μέσα του 2025, τότε δηλαδή που αρχίζει να σκάει μύτη ο νέος εκλογικός κύκλος, γίνεται περισσότερο κατανοητό, ότι αυτό το «μετά» είχαν δίκιο κάποιοι στο οικονομικό επιτελείο να μη βιάζονται να... αρχίσει.
Πως αυτό μπορεί να γίνει πιο δύσκολο ή πιο εύκολο;
Ένας τρόπος να γίνει πιο δύσκολο είναι να αποφασίσει η ΕΚΤ να επισπεύσει την μείωση του ισολογισμού της (1,7 τρις ευρώ σήμερα) και να αρχίσει να πουλάει 20 – 30 δις ομόλογα από τα χαρτοφυλάκιά της κάθε μήνα, όπως ζητάνε μερικοί στο Συμβούλιό της. Μπορεί να φανταστεί κανείς τις συνέπειες...
Στην συνάντηση της Αθήνας θα «φανεί» το κατά πόσο είναι πιθανό ένα τέτοιο σενάριο.
Εναλλακτικά η «λογική» λέει ότι στις παρούσες συνθήκες αναταραχής η ΕΚΤ είτε θα αναβάλει ή θα καθυστερήσει την μείωση του ισολογισμού της, είτε θα αφήσει το PEPP να «απομειώνεται» σταδιακά με την λήξη των ομολόγων που έχει αγοράσει χωρίς να «πουλάει» πριν την λήξη τους κρατικά ομόλογα.
Σε κάθε περίπτωση, είτε στο άσχημο, είτε στο χαλαρό σενάριο η στήριξη αποσύρεται και οι αγορές το γνωρίζουν και ποντάρουν τις στρατηγικές τους σ' αυτό. Σ' αυτόν το καινούργιο κόσμο των... μεγάλων ξαναμπαίνει το ελληνικό χρέος.
Γ. Αγγέλης
Διαβάστε περισσότερα άρθρα της στήλης ΟΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ
Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.