Στάση αναμονή τηρούν τα funds αυτή την εποχή παρά την άνοδο που κατέγραψαν οι επενδύσεις στο ESG συνολικά τη φετινή χρονιά καθώς αναζητούν φόρμουλες προσαρμογής στον Κανονισμό Γνωστοποιήσεων Αειφορίας (SFDR). Tαυτόχρονα, κάτι δείχνει να αλλάζει στην αγορά καθώς η εξέλιξη της υγειονομικής κρίσης έχει αναδείξει την ανάγκη για μεγαλύτερη εστίαση στο “S” (κοινωνικά κριτήρια) θέτοντας νέες προτεραιότητες και στον τρόπο που το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα υποστηρίζει τέτοιες επενδύσεις.
Η κυριαρχία της Ευρώπης στην αγορά ESG και η πρόσκαιρη επιβράδυνση
Μετά από μια περίοδο εκθετικής αύξησης των επενδύσεων ESG, ορισμένοι από τους μεγαλύτερους επενδυτές στον κόσμο εξακολουθούν να προβλέπουν ταχεία ανάπτυξη για τη συγκεκριμένη αγορά. Το κρατικό επενδυτικό ταμείο 1,4 τρισεκατομμυρίων δολαρίων της Νορβηγίας εκτιμά ότι υπάρχει η προοπτική «τεράστιων» ροών στην αγορά ESG, ενώ η BlackRock πρόσφατα μίλησε για «μεγάλη ανακατανομή» κεφαλαίων σε περιβαλλοντικά και κοινωνικά περιουσιακά στοιχεία.
Σύμφωνα με το Bloomberg Intelligence, η συνολική αγορά ESG πέρυσι έφτασε τα 35 τρισεκατομμύρια δολάρια και βρίσκεται σε καλό δρόμο να ξεπεράσει τα 50 τρισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2025.
Η Ευρώπη παραμένει μακράν η πιο ανεπτυγμένη και ποικιλόμορφη αγορά ESG, ακολουθούμενη από τις Ηνωμένες Πολιτείες, που φιλοξενεί το 8% των παγκόσμιων περιουσιακών στοιχείων βιώσιμων κεφαλαίων. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεσή της Morningstar, το τρίτο τρίμηνο, η Ευρώπη αντιπροσώπευε το 77% των καθαρών εισροών σε επενδυτικά προϊόντα που εστιάζουν στο ESG, ενώ οι ΗΠΑ αντιπροσώπευαν το 11% του συνόλου.
Ωστόσο, οι καθαρές ροές σε παγκόσμια βιώσιμα κεφάλαια μειώθηκαν κατά 11% το τρίτο τρίμηνο σε σχέση με το δεύτερο. Η επιβράδυνση των βιώσιμων καθαρών ροών οφείλεται στην Ευρώπη, όπου οι εισροές μειώθηκαν κατά 17%, ενώ στις ΗΠΑ η πτώση ήταν 12%. H μικρή αυτή πτώση δεν θεωρείται παράλογη καθώς, όπως εκτιμά η Morningstar, το 2021 θεωρείται «μεταβατικό έτος»για βιώσιμα κεφάλαια στην Ευρώπη, καθώς οι διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων εργάζονται για τις απαραίτητες προσαρμογές για να συμμορφωθούν με το SFDR.
Αλλάζουν τα δεδομένα – Ανάγκη για εστίαση στο «S»
Σχετική έρευνα της Forrester για τη βιώσιμη χρηματοδότηση αποκαλύπτει ότι πολλές εταιρείες χρηματοοικονομικών υπηρεσιών επιθυμούν να αναλάβουν πρωτοβουλίες αναφορικά με το ESG. To περιβαλλοντικό κριτήριο «Ε» αποτελεί όλον αυτό τον καιρό το κυρίαρχο στοιχείο στην ατζέντα της βιωσιμότητας ενώ οι εταιρείες χρηματοοικονομικών υπηρεσιών σπάνια δίνουν προτεραιότητα σε κοινωνικά ζητήματα και αυτό, σύμφωνα με πολλούς παράγοντες της αγοράς, «είναι μια χαμένη ευκαιρία».
Ωστόσο, παρά την ολιγωρία της αγοράς, οι κυβερνήσεις δείχνουν να αντιλαμβάνονται την ανάγκη ίσης μεταχείρισης του «μεσαίου» παιδιού του ESG. Σε αυτό φυσικά συντέλεσε και η Covid-19, η οποία έχει φέρει το κοινωνικό κριτήριο στο προσκήνιο. Αυτό δεν αφορά μόνο στην προστασία των ευάλωτων ομάδων αλλά και στην παροχή ίσων ευκαιριών για πρόσβαση σε χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και ψηφιακά προϊόντα.
Μεταξύ 1999 και 2019, πάνω από ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι διέφυγαν από την ακραία φτώχεια. Η υγειονομική κρίση ανέτρεψε αυτή την τάση ενώ διεύρυνε τις ανισότητες αλλά και το ψηφιακό χάσμα μεταξύ γενεών, κρατών και κοινοτήτων.
Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, εξακολουθούν να υπάρχουν 1,7 δισεκατομμύρια ενήλικες παγκοσμίως χωρίς λογαριασμό σε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα ή λογαριασμό κινητής τηλεφωνίας. Και το πρόβλημα αυτό δεν περιορίζεται στις αναπτυσσόμενες και αναδυόμενες χώρες.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο βασίστηκαν σε συστήματα ψηφιακών πληρωμών για την παροχή οικονομικής βοήθειας σε άτομα που είχαν ανάγκη. Η ευελιξία στην πίστωση βοήθησε στη διατήρηση των μικρών επιχειρήσεων. Εκατομμύρια άνθρωποι που υπέστησαν σημαντικές οικονομικές απώλειες ήταν σε θέση να βασιστούν σε αποταμιεύσεις και εμβάσματα. Οι χώρες που είχαν δημιουργήσει χρηματοοικονομικά συστήματα χωρίς αποκλεισμούς ήταν καλύτερα προετοιμασμένες να ανταποκριθούν στην κρίση. Η πανδημία ανάγκασε τους παρόχους χρηματοοικονομικών υπηρεσιών να επιταχύνουν τον ψηφιακό τους μετασχηματισμό και να κινηθούν γρήγορα για να προσφέρουν λύσεις που δεν διέθεταν πριν και έχει ενθαρρύνει τις κυβερνήσεις να συνεργαστούν με τον κλάδο των τηλεπικοινωνιών για να εφαρμόσουν γρήγορα πολιτικές μεταρρυθμίσεις.
Η χρηματοοικονομική ενσωμάτωση, ειδικότερα, αναδείχθηκε έντονα τον περασμένο χρόνο ως ένας τρόπος για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των ανθρώπων, τη μείωση της φτώχειας και την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης στον απόηχο της πανδημίας.
Όπως υποστηρίζουν παράγοντες της αγοράς, οι τράπεζες έχουν την ευκαιρία καθώς και την ευθύνη να παρέχουν τραπεζικές υπηρεσίες στον πληθυσμό που δεν έχει τραπεζικές συναλλαγές, επιτρέποντάς τους έτσι να συμμετέχουν αποτελεσματικά στον οικονομικό χώρο. Η πρόσβαση στις τράπεζες συμβάλλει στην ενθάρρυνση της αποταμίευσης και διευκολύνει την ένταξη στα προγράμματα πρόνοιας.
Η χρηματοδότηση χωρίς αποκλεισμούς, η οποία συνεπάγεται μια συστημική εντολή για την ενθάρρυνση της πρόσβασης στη χρηματοδότηση για πληθυσμούς που παραδοσιακά δεν εμπίπτουν στο πεδίο της παραδοσιακής χρηματοδότησης είναι καίριας σημασίας. Tα αναπτυσσόμενα κράτη, λόγω ανάγκης όπως φαίνεται δείχνουν να έχουν αντιληφθεί αυτή την παράμετρο νωρίτερα ίσως και από τις προηγμένες οικονομίες. Η Grameen Bank στο Μπαγκλαντές είναι ένα επιτυχημένο παράδειγμα ενώ η Ujjivan Small Finance Bank στην Ινδία ακολούθησε με επιτυχία ένα παρόμοιο μοντέλο.