Οι μεταλλάξεις της COVID-19, τα περιοριστικά μέτρα που επιβάλλουν οι κυβερνήσεις και οι αμφιβολίες για την πορεία της ζήτησης «βαραίνουν» το κλίμα στην αγορά πετρελαίου και ενισχύουν τις εκτιμήσεις για πτώση των τιμών μελλοντικά αλλά το ESG,τα επίπεδα των σημερινών αποθεμάτων και οι περιορισμένες επενδύσεις στο upstream λειτούργησαν τις τελευταίες ημέρες ως αντίβαρο σε μια απότομη και παρατεταμένη πτώση.
Ο ΟΠΕΚ+ συνεδριάζει την Τρίτη, προκειμένου να συζητήσει εκ νέου την πολιτική που θα ακολουθήσει ως προς την προμήθεια αργού. Σύμφωνα με όσα έχουν διαρρεύσει πηγές του καρτέλ, τα πετρελαιοπαραγωγά κράτη του οργανισμού φέρονται έτοιμα να τηρήσουν τη συμφωνία για αύξηση της παραγωγής πετρελαίου κατά 400.000 βαρέλια την ημέρα το Φεβρουάριο (μια αύξηση η οποία σύμφωνα με εκτιμήσεις ίσως να υπολείπεται του επίσημου στόχου λόγω λειτουργικών διαταραχών στην Αγκόλα και τη Νιγηρία), μια κίνηση που αποδεικνύει την εμπιστοσύνη που δείχνει ο ΟΠΕΚ+ ότι η ζήτηση δεν θα καταρρεύσει.
Ωστόσο, ήδη, με τις χθεσινές δηλώσεις του νέου γενικού γραμματέα, Χαιτάμ αλ-Γκαίς, το καρτέλ δείχνει να αναδιπλώνεται σε συντηρητικότερα σχήματα καθώς αναμένει ότι η παγκόσμια ζήτηση θα επιστρέψει στα προ πανδημίας επίπεδα στα τέλη του 2022.
Το καρτέλ, στην τελευταία του Μηνιαία Έκθεση για την Αγορά πετρελαίου είχε αυξήσει ουσιαστικά την πρόβλεψή του για τη ζήτηση για το πρώτο τρίμηνο του νέου έτους, παρά την προγραμματισμένη απελευθέρωση αποθεμάτων από τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα, με στόχο να περιορίσουν το ράλι στις τιμές του πετρελαίου που εκτόξευσε τις τιμές σε επίπεδα άνω των 80 δολαρίων ανά βαρέλι τον Οκτώβριο. Σύμφωνα με το καρτέλ, η επίδραση της «Όμικρον» στη ζήτηση πετρελαίου θα είναι «ήπια και βραχύβια, καθώς ο κόσμος θα είναι καλύτερα εξοπλισμένος για τη διαχείριση του COVID-19 και των σχετικών προκλήσεων».
Παράγοντες όπως είναι η πρόθεση των ΗΠΑ να προχωρήσουν σε επιπλέον αύξηση της παραγωγής έως και 1 εκατ. βαρέλια την ημέρα, η διάρκεια του νέου κύματος COVID, οι πληθωριστικές πιέσεις αλλά και η μείωση της χρηματοδότησης για νέες επενδύσεις στο upstream λόγω των περιορισμών που θέτουν τα κριτήρια ESG και οι ήδη περιορισμένες επενδύσεις σε άλλα μέρη του πλανήτη ασκούν αντίρροπες δυνάμεις στις τιμές.
Σε χαμηλά επίπεδα τα αποθέματα
Ο ΟΠΕΚ+ εκτιμά ότι η παγκόσμια αγορά πετρελαίου επιστρέφει σε πλεόνασμα, το οποίο θα διευρυνθεί μόνο τους επόμενους μήνες καθώς ανταγωνιστές του ομίλου όπως οι ΗΠΑ θα αυξήσουν την προσφορά και να οδηγήσουν την ημερήσια παραγωγή στα 2,6 εκατ. βαρέλια την ημέρα. Μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε θεωρητικά να οδηγήσει τον όμιλο να επανεξετάσει περαιτέρω αυξήσεις αλλά σύμφωνα με εκπροσώπους του ΟΠΕΚ+, αυτή η προοπτική δεν δείχνει να τους ανησυχεί για την ώρα.
Τα αποθέματα βρίσκονται επί του παρόντος σε χαμηλά επίπεδα και συνήθως αναπληρώνονται κατά τη διάρκεια της εποχικής «ηρεμίας» που καταγράφεται στη ζήτηση κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου, δήλωσε εκπρόσωπος του οργανισμού. Σημειώνεται ότι τα αποθέματα στις ανεπτυγμένες χώρες ήταν κατά 170 εκατομμύρια βαρέλια κάτω από τον μέσο όρο τους για τα έτη 2015-2019, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΠΕΚ.
Κλείνει οι στρόφιγγα για τις επενδύσεις στον σχιστόλιθο
Οι περισσότερες αμερικανικές εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου επιδιώκουν να αυξήσουν τις κεφαλαιουχικές τους δαπάνες το επόμενο έτος, όπως έχει προβλέψει ένας μεγάλος αριθμός αναλυτών τους τελευταίους μήνες. Ωστόσο, τα κεφάλαια που διατίθενται στον κλάδο συρρικνώνονται συνεχώς καθώς οι τράπεζες συνεχίζουν να αποφεύγουν τα ορυκτά καύσιμα λόγω των δεσμεύσεων που επιβάλει το ESG ενώ η κυβέρνηση Μπάιντεν, με την πράσινη ατζέντα και τις πολιτικές κατά του πετρελαίου, αποθαρρύνει πολλούς από παραγωγούς να ενισχύσουν τις δαπάνες πέρα από το ελάχιστο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν στην Dallas Fed Energy Survey για το τέταρτο τρίμηνο η βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου εμφανίζεται απογοητευμένη την περιορισμένη χρηματοδότησης από τις τράπεζες και την αβεβαιότητα που δημιουργούν οι πράσινες πολιτικές της αμερικανικής κυβέρνησης ενώ ένα από τα βασικά συμπεράσματα είναι ότι η χαμηλή διαθεσιμότητα κεφαλαίου θα οδηγήσει τελικά το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο σε υψηλότερες τιμές.
Η ανάκαμψη της ζήτησης και η συμβολή των ισχυρών
Παρά την πράσινη μετάβαση, η ζήτηση θα συνεχίσει να ανακάμπτει και το 2022 καθώς και τα επόμενα χρόνια.
Η Σαουδική Αραβία προειδοποίησε πρόσφατα ότι οι ανεπαρκείς επενδύσεις σε νέα έργα παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου θα οδηγήσουν σε υψηλότερες τιμές. Οι αναλυτές των επενδυτικών τραπεζών, από την πλευρά τους, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, φαίνεται να αναμένουν υψηλότερες τιμές λόγω της ισχυρής ζήτησης. Ο Damien Courvalin της Goldman Sachs είχε αναφέρει ότι το Brent θα μπορούσε να φτάσει τα 100 δολάρια ενώ οι αναλυτές της Morgan Stanley μείωσαν τις προοπτικές τους για το πετρέλαιο για το πρώτο τρίμηνο του 2022, επικαλούμενοι τις ανησυχίες που προκαλεί η «επέλαση» της «Όμικρον», αλλά αύξησαν τις προβλέψεις τους για το τρίτο τρίμηνο από τα 85 στα 90 δολάρια για Brent.
Ομοίως, η BMO Markets στον Καναδά αναμένει ότι η ζήτηση πετρελαίου θα σημειώσει ρεκόρ το επόμενο έτος και θα παραμείνει ισχυρή και τα επόμενα χρόνια, παρά την προσωρινή πτώση το πρώτο τρίμηνο, και πάλι λόγω της νέας μετάλλαξης του κορονοϊού.
Από την άλλη, την αισιόδοξη εικόνα θολώνει η πορεία της ζήτησης στην Κίνα, τον μεγαλύτερο καταναλωτή πετρελαίου της Ασίας, η οποία έχει δείξει σημάδια αποδυνάμωσης της ζήτησης καυσίμων εν μέσω των ρηξικέλευθων μέτρων κατά του COVID και της σκληρής γραμμής για τη ρύπανση. Αλλά και στις ΗΠΑ, οι ακυρώσεις αεροπορικών εταιρειών τη ζήτηση για καύσιμα δυναμιτίζουν οι αυξανόμενες ακυρώσεις πτήσεων λόγω των κρουσμάτων στο προσωπικό των αεροπορικών.