Στο μικροσκόπιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μπαίνουν οι παραπλανητικές προωθητικές ενέργειες για τα «πράσινα» προϊόντα σε μια προσπάθεια να προστατευθούν οι καταναλωτές και να περιοριστεί το greenwashing.
Με τροποποιήσεις στην οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές (ΟΑΕΠ) η ΕΕ ανοίγει άλλη μία πόρτα στην ανάπτυξη της κυκλικής οικονομίας, βασική προϋπόθεση της οποίας είναι η αύξηση της ζήτησης για πραγματικά πράσινα ή ανακυκλωμένα/επαναχρησιμοποιούμενα προϊόντα. Ο έλεγχος της παραπληροφόρησης αποτελεί το πρώτο σκαλοπάτι προς αυτή την κατεύθυνση, καθώς σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες, παρ’ όλο που οι καταναλωτές είναι πρόθυμοι να αγοράζουν βιώσιμα προϊόντα, αμφισβητούν συχνά τα πράσινα σήματα και τη βιώσιμη ταυτότητά τους.
Τα αποτελέσματα από πρόσφατη έρευνα καταναλωτών που πραγματοποιήθηκε από την ΕΕ δείχνουν ότι η έλλειψη αξιόπιστων πληροφοριών σχετικά με την βιωσιμότητα των προϊόντων αποτελεί παράγοντα που εμποδίζει τους καταναλωτές να υιοθετήσουν σε μεγαλύτερο βαθμό βιώσιμες καταναλωτικές συμπεριφορές. Μάλιστα, το 85% των ερωτηθέντων ανέφεραν ότι δεν ήταν ικανοποιημένοι ή ήταν εν μέρει ικανοποιημένοι από τις περιβαλλοντικές πληροφορίες που έχουν στη διάθεσή τους, λόγω (μεταξύ άλλων παραγόντων) του γεγονότος ότι οι πληροφορίες αυτές είναι γενικές και δεν επαρκούν για να υποστηρίξουν τη λήψη αγοραστικών αποφάσεων.
Ήδη, προς αυτή την κατεύθυνση, η ΕΕ έχει θεσμοθετήσει την πρωτοβουλία για την τεκμηρίωση οικολογικών ισχυρισμών, σύμφωνα με την οποία απαιτείται από τις εταιρείες να τεκμηριώνουν τους ισχυρισμούς τους σχετικά με το περιβαλλοντικό αποτύπωμα των προϊόντων/υπηρεσιών τους χρησιμοποιώντας τυποποιημένες μεθόδους ποσοτικοποίησης.
Στόχος είναι, σύμφωνα με την ΕΕ, να καταστούν οι ισχυρισμοί αξιόπιστοι, συγκρίσιμοι και επαληθεύσιμοι σε ολόκληρη την ΕΕ - ώστε να μειωθούν οι περιπτώσεις «ψευδοοικολογικής ταυτότητας» (εταιρείες που δημιουργούν ψευδείς εντυπώσεις για τον περιβαλλοντικό τους αντίκτυπο).
Το επόμενο βήμα, ήταν αυτό που μόλις έγινε. Η Επιτροπή μέσω τον προτεινόμενων τροποποιήσεων αποσκοπεί στη διεύρυνση του καταλόγου των χαρακτηριστικών των προϊόντων για τα οποία οι εμπορικές επιχειρήσεις δεν μπορούν να παραπλανήσουν τους καταναλωτές ώστε να καλύπτει τις περιβαλλοντικές ή κοινωνικές επιπτώσεις, καθώς και την ανθεκτικότητα και τη δυνατότητα επισκευής. Στη συνέχεια, προστίθενται επίσης νέες πρακτικές που θεωρούνται παραπλανητικές μετά από κατά περίπτωση αξιολόγηση, όπως η διατύπωση περιβαλλοντικού ισχυρισμού που σχετίζεται με μελλοντικές περιβαλλοντικές επιδόσεις χωρίς σαφείς, αντικειμενικές και επαληθεύσιμες δεσμεύσεις και στόχους και χωρίς ανεξάρτητο σύστημα παρακολούθησης.
Τέλος, η ΟΑΕΠ τροποποιείται με την προσθήκη νέων πρακτικών στον υφιστάμενο κατάλογο απαγορευμένων αθέμιτων εμπορικών πρακτικών, τη λεγόμενη «μαύρη λίστα». Οι νέες πρακτικές θα περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων:
- Τη διατύπωση γενικών και ασαφών περιβαλλοντικών ισχυρισμών όταν δεν μπορούν να αποδειχθούν οι εξαιρετικές περιβαλλοντικές επιδόσεις του προϊόντος ή του εμπόρου. Παραδείγματα τέτοιων γενικών περιβαλλοντικών ισχυρισμών είναι «φιλικό προς το περιβάλλον», «οικολογικό» ή «πράσινο», οι οποίοι εσφαλμένα υποδηλώνουν ή δημιουργούν την εντύπωση εξαιρετικών περιβαλλοντικών επιδόσεων·
- Τη διατύπωση περιβαλλοντικού ισχυρισμού για ολόκληρο το προϊόν, όταν στην πραγματικότητα αυτό αφορά μόνο μια συγκεκριμένη πτυχή του προϊόντος·
- Την επίδειξη εθελοντικού σήματος βιωσιμότητας το οποίο δεν βασίζεται σε σύστημα επαλήθευσης από τρίτους ούτε έχει θεσπιστεί από δημόσιες αρχές·
Σε επόμενο στάδιο, οι προτάσεις της Επιτροπής θα συζητηθούν από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Μόλις εγκριθούν και μεταφερθούν στην εθνική νομοθεσία των κρατών μελών, οι καταναλωτές θα δικαιούνται έννομη προστασία σε περίπτωση παραβιάσεων, μεταξύ άλλων μέσω της διαδικασίας συλλογικής προσφυγής στο πλαίσιο της οδηγίας για τις αντιπροσωπευτικές αγωγές.