Οι εκθέσεις βιωσιμότητας αποτελούν ένα πρώτο βήμα για την υλοποίηση των στόχων που συμβάλουν στην πράσινη μετάβαση και τη βιώσιμη ανάπτυξη με τις περισσότερες επιχειρήσεις να επικεντρώνονται στη στρατηγική μείωση των ρύπων και τους περιβαλλοντικού τους αποτυπώματος αλλά για κλάδους όπως είναι η βιομηχανία αυτό δεν είναι αρκετό.
Τα καταναλωτικά αγαθά όπως ρούχα και τα συσκευασμένα προϊόντα κυριαρχούν στις συζητήσεις για την αειφορία, αλλά η κυκλική οικονομία πρέπει να περιλαμβάνει τους βιομηχανικούς κατασκευαστές που παράγουν τα προϊόντα που χρησιμοποιούμε καθημερινά. Μιλάμε για τα εργοστάσια που κατασκευάζουν μηχανήματα και ανταλλακτικά για τρακτέρ, εκσκαφείς κατασκευών, ρομπότ, κέντρα δεδομένων, ανελκυστήρες, αυτοκίνητα, ανεμογεννήτριες, εξοπλισμό θέρμανσης και εξαερισμού και πολλά άλλα, ουσιαστικά την υποδομή της σύγχρονης, ψηφιακής κοινωνίας. Και όπως φαίνεται, η γεφύρωση του χάσματος μεταξύ βιώσιμων φιλοδοξιών και επιχειρηματικής πραγματικότητας αποτελεί προτεραιότητα για ολόκληρο τον κλάδο.
Σε μια πρόσφατη μελέτη της Oxford Economics στην οποία συμμετείχαν στελέχη από τη βιομηχανία (συμβατική και υψηλής τεχνολογίας) κατέστη σαφές ότι ως αποτελέσματα των πρωτοβουλιών που έπαιρναν οι συγκεκριμένες εταιρείες για την κυκλική οικονομία αξιολογούνταν η καλύτερη φήμη του brand (80%), η αυξημένη καινοτομία (79%) και η ενισχυμένη συμμόρφωση με τους κανονισμούς (78%).
Η κυκλική οικονομία και η σύνδεσή της με τον κατασκευαστικό κλάδο
Η κυκλικότητα έχει περάσει και στον κλάδο της κατασκευής και μάλιστα ως πρακτική που θεωρείται μέγιστης προτεραιότητας καθώς οι ελλείψεις υλικών αυξάνουν το κόστος παραγωγής και μειώνουν τα κέρδη. Οι αλυσίδες εφοδιασμού, οι οποίες διαταράσσονται εύκολα έχουν να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις των αλυσιδωτών επιπτώσεων καθώς ένα πρόβλημα σε μια γωνιά της γης μπορεί να επηρεάσει την παραγωγή προϊόντων σε μια άλλη.
Ταυτόχρονα, δεδομένων των αυξανόμενων κανονισμών και της αυστηροποίησης του θεσμικού πλαισίου, οι κατασκευαστές πρέπει να υπολογίσουν εάν η κατανάλωση ενέργειας για αγαθά μιας χρήσης είναι κερδοφόρα. Η ανακατασκευή μπορεί να βοηθήσει τις εταιρείες να μειώσουν τις εκπομπές για τα πεδία 1, 2 του Πρωτοκόλλου για τα Αέρια Θερμοκηπίου και ιδιαίτερα τις εκπομπές για το πεδίο 3 που αποτελούν σημαντικό ποσοστό του χρέους άνθρακα στα προϊόντα τους. Η τοπική ανακατασκευή είναι ακόμη πιο φιλική προς το περιβάλλον.
Για παράδειγμα, για κατασκευαστές βαρέως εξοπλισμού που έχουν συνήθως μεγάλα χαρτοφυλάκια, η κυκλική οικονομία περιλαμβάνει την ιεράρχηση των μηχανημάτων και των εξαρτημάτων που έχει νόημα να επαναχρησιμοποιηθούν με βάση την πραγματική αξία του προϊόντος και τις εξοικονομούμενες εκπομπές άνθρακα. Οι υπολογισμοί περιλαμβάνουν το κόστος των υλικών, των εξαρτημάτων και της παραγωγής, μαζί με την απόσβεση και τη χρήση ενέργειας κατά τη διάρκεια ζωής. Οι κατασκευαστές που αγοράζουν πίσω ορισμένα προϊόντα από τους διανομείς τους μπορούν να αποσυναρμολογήσουν τα επιστρεφόμενα μηχανήματα, να καθαρίσουν συγκεκριμένα εξαρτήματα υψηλής αξίας και να αναβαθμίσουν τις δυνατότητες του εξοπλισμού προκειμένου να επαναχρησιμοποιηθεί.
Η βιωσιμότητα των επιχειρήσεων βασίζεται στην κοινή χρήση δεδομένων
Παρά τα νομικά διατάγματα και την επιρροή των καταναλωτών, οι βιώσιμες επιχειρηματικές πρακτικέ, ειδικά αυτές που βρίσκονται στα «έγκατα» της αλυσίδας εφοδιασμού της βιομηχανικής παραγωγής δεν είναι δεδομένες. Μπορεί ένας κατασκευαστής να καλείται να αποφασίσει ποια ανταλλακτικά είναι πιο λογικό να ξαναχρησιμοποιήσει, αλλά και οι πελάτες εξακολουθούν να χρειάζονται κίνητρα για να επιστρέψουν το προϊόν. Γι’ αυτό διαχείριση των logistics για τον εντοπισμό, τον έλεγχο και την ανάληψη προϊόντων θα απαιτήσει τη συνεργασία μεταξύ των επιχειρήσεων του κλάδου.
Η απλή αναφορά μείωσης εκπομπών άνθρακα δεν είναι αρκετή για να καταστήσει βιώσιμους κλάδους όπως είναι η γεωργία, οι κατασκευές, η ενέργεια και η αυτοκινητοβιομηχανία. Η ανακατασκευή ωστόσο μπορεί να συντομεύσει τον κύκλο μεταξύ της πρώτης χρήσης του προϊόντος και της επαναχρησιμοποίησης που μειώνει τη σπατάλη και αυξάνει τα κέρδη, δυναμώνοντας την κυκλική οικονομία.
Με πληροφορίες από το Forbes.