Οι ώριμες τεχνολογίες θα μπορούσαν να μειώσουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά 85% στους περισσότερους βιομηχανικούς τομείς και να συμβάλουν στην επίτευξη των στόχων της Συμφωνίας του Παρισιού, οι οποίοι για την ώρα δείχνουν να έχουν εκτροχιαστεί.
Τεχνολογίες όπως η δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα (CCS) και η στροφή σε καθαρά καύσιμα (υδρογόνο, βιομάζα κλπ) μπορούν να συμβάλουν στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής σύμφωνα με μια νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Joule.
Το 2022, ο βιομηχανικός τομέας (εκτός της διύλισης) αντιπροσώπευε το 38% και το 25% της παγκόσμιας κατανάλωσης τελικής ενέργειας και των άμεσων εκπομπώνδιοξειδίου του άνθρακα, αντίστοιχα.
Ωστόσο, οι παγκόσμιες εκπομπές από αυτούς τους τομείς θα πρέπει σχεδόν να εξαλειφθούν για να επιτευχθούν οι στόχοι της Συμφωνίας του Παρισιού για περιορισμό της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας πολύ κάτω από τους 2 βαθμούς Κελσίου (°C) σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα.
Οι επιλογές απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές για τις βιομηχανίες είναι συχνά τομεακές και αφορούν συγκεκριμένες διαδικασίες. Αυτοί οι παράγοντες, σε συνδυασμό με τους μεγάλους επενδυτικούς κύκλους, την υψηλή χρήση ενέργειας και τα χαμηλά περιθώρια κέρδους δυσχεραίνουν την μετάβαση σύμφωνα με την έρευνα.
Καθώς πολλές χώρες έχουν υιοθετήσει καθαρούς μηδενικούς στόχους για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, παρατηρείται ότι εστιάζουν όλο και περισσότερο σε νέες τεχνολογίες και άλλες επιλογές που θα μπορούσαν να απανθρακοποιήσουν την βιομηχανία, ιδιαίτερα σε σημαντικούς τομείς έντασης ενέργειας όπως ο σίδηρος, ο χάλυβας και το τσιμέντο.
Η έρευνα υπολόγισε τις διαθέσιμες επιλογές μείωσης των εκπομπών για τομείς όπως ο σίδηρος και ο χάλυβας, τα χημικά, το τσιμέντο και τον ασβέστης τα τρόφιμα και τα ποτά, το χαρτί, το γυαλί, το αλουμίνιο και τα κεραμικά και παράλληλα εστίασε στο επίπεδο τεχνολογικής ετοιμότητας το οποίο μετρά την ωριμότητα της τεχνολογίας.
Στη συνέχεια, οι ερευνητές υπολόγισαν το δυναμικό μείωσης των εκπομπών για τις πιο υποσχόμενες τεχνολογίες σε κάθε τομέα και έλαβαν τον μέσο όρο. Σύμφωνα με τα ευρήματα, οι τεχνολογίες με μέση έως υψηλή ωριμότητα μπορούν να μειώσουν σχεδόν το 85% των εκπομπών κατά μέσο όρο στους περισσότερους βιομηχανικούς τομείς.
Οι ηλεκτρικές τεχνολογίες χαμηλής ωριμότητας που μπορούν να παράγουν πετροχημικά προϊόντα, μπορούν θεωρητικά να εξοικονομήσουν μεταξύ 40% και 100% των άμεσων εκπομπών του βιομηχανικού τομέα.
Η μελέτη, ωστόσο, εξέτασε λύσεις απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές που είναι «τεχνικά δυνατές», αλλά δεν έλαβε υπόψη άλλους φραγμούς που σχετίζονται με κοινωνικά, οικονομικά ζητήματα ή θέματα υποδομής.
«Θέλαμε να είμαστε ξεκάθαροι για το γεγονός ότι εστιάσαμε τεχνική πλευρά της βιομηχανικής απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές. Υπάρχουν φυσικά πολλά άλλα εμπόδια που πρέπει να ξεπεραστούν. Για παράδειγμα, εάν απαιτούνται τεχνολογίες δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα αλλά δεν υπάρχουν ακόμη τα μέσα μεταφοράς διοξειδίου του άνθρακα, αυτή η έλλειψη υποδομής θα καθυστερήσει τη διαδικασία μείωσης των εκπομπών. Υπάρχει ακόμη πολλή δουλειά που πρέπει να γίνει», δήλωσε ο Ahmed Gailani, Ερευνητής στη Σχολή Χημικών και Μηχανικών Διεργασιών του Leeds και επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης.
Ο Gailani προσθέτει ότι η δημοσίευση δεν κάνει λόγο για φραγμούς εφαρμογής σε ορισμένες περιοχές του κόσμου, συμπεριλαμβανομένου του Παγκόσμιου Νότου. Ωστόσο, «διαπιστώσαμε ορισμένες προκλήσεις όπως το υψηλό κόστος των τεχνολογιών, η ανάγκη για επενδύσεις σε υποδομές, η δημόσια αποδοχή και η έλλειψη πολιτικής υποστήριξης. Ελπίζουμε να δούμε πιο προσεκτικά το κόστος των επιλογών μείωσης και πώς αυτό μπορεί να επηρεάσει την ανάπτυξη στον πραγματικό κόσμο», σημείωσε σχετικά.
Η τεχνολογία δέσμευσης άνθρακα (CCS) δεσμεύει το διοξείδιο του άνθρακα από τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής και άλλες βιομηχανικές διεργασίες αντί να εκπέμπεται στην ατμόσφαιρα και στη συνέχεια μεταφέρεται σε χώρο αποθήκευσης.
Η άλλη επιλογή είναι η μετάβαση σε καύσιμα χαμηλών εκπομπών άνθρακα όπως το υδρογόνο (πράσινο και μπλε υδρογόνο), η βιομάζα (απόβλητα και παρθένα βιομάζα και καύσιμα βιομάζας). Το πράσινο υδρογόνο παράγεται με τη χρήση ενέργειας για τη διάσπαση του νερού σε υδρογόνο και οξυγόνο ενώ το μπλε υδρογόνο προέρχεται από φυσικό αέριο.