H Generation Z ηλικίας (18-27 ετών) μπορεί να κατακτά αργά αλλά σταθερά την παγκόσμια αγορά εργασίας, αλλά αυτό έχει άμεσο αντίκτυπο στην ψυχική τους υγεία, καθώς διακατέχονται από το άγχος που συνοδεύει την επαγγελματική τους καταξίωση.
Ο τυπικός 25χρονος Gen Z-er έχει ετήσιο οικογενειακό εισόδημα πάνω από 40.000 δολάρια, υψηλότερο κατά 50% από τους Baby Boomers (γεννήθηκαν μεταξύ 1945 και 1964) στην ίδια ηλικία, όμως εξακολουθεί να είναι βαθιά ανήσυχος για το μέλλον του.
Οντας η πρώτη πραγματικά και εγγενώς ψηφιακή γενιά, η εργασία και η συνεργασία σε ψηφιακά περιβάλλοντα είναι φυσιολογικά φαινόμενα για τη Γενιά Z. Δίνουν προτεραιότητα στην ψυχική υγεία και απαιτούν σεβασμό στη διαφορετικότητα, ισότητα και συμπερίληψη στον εργασιακό χώρο. Τα μέλη αυτής της γενιάς τείνουν επίσης να προτιμούν την ευελιξία στην απασχόληση έναντι των άκαμπτων δομών, δείχνοντας την αποστροφή τους για τις ιεραρχίες.
Με τα παλαιότερα μέλη της γενιάς να έχουν ξεκινήσει την καριέρα τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας, η γενιά Z διεκδικεί ήδη νέους κανόνες στον χώρο εργασίας. Απαιτεί ποικιλομορφία, ισότητα και αναμένει από τους εργοδότες να ικανοποιήσουν τις ανάγκες των εργαζομένων και τον σεβασμό στην ιδιαιτερότητα.
Στο αυξανόμενο άγχος που βιώνουν οι νέοι κατά την σταδιακή ενσωμάτωσή τους στις σύγχρονες εργασιακές πρακτικές, αποκαλύπτει η έρευνα προοπτικών προσλήψεων του ομίλου ManpowerGroup.
Σύμφωνα με την έρευνα, το 61% των εργοδοτών στην Ελλάδα (58% στο εξωτερικό) πιστεύει ότι οι εργαζόμενοι της γενιάς Z αισθάνονται άγχος καθημερινά, ενώ η μειοψηφία (28%) διαφωνεί, πολύ κοντά στην αντίστοιχη μερίδα (29%) σε παγκόσμια κλίμακα.
Συγκεκριμένα, το υψηλότερο ποσοστό καταγράφεται στις μεγάλες επιχειρήσεις (5.000+), όπου το 66% των εργοδοτών δηλώνει ότι οι εργαζόμενοι της Gen Z αντιμετωπίζουν πολύ άγχος. Αντίστοιχα, υψηλό είναι το ποσοστό και στις μεσαίες επιχειρήσεις (50-249), με το 65% των εργοδοτών να αναφέρει ότι το ανθρώπινο δυναμικό της Gen Z βιώνει έντονο άγχος. Σε αντίθεση, στις μεγάλες επιχειρήσεις (1.000-4.999), το 30% των εργοδοτών θεωρεί ότι οι νέοι εργαζόμενοι δεν αντιμετωπίζουν καθόλου άγχος.
Ένα αξιόλογο εύρημα της έρευνας είναι ότι στον κλάδο των Καταναλωτικών Αγαθών και Υπηρεσιών καταγράφεται το υψηλότερο ποσοστό (42%) των εργοδοτών που θεωρούν ότι το προσωπικό της GEN Z δεν έχει καθόλου άγχος. Δεν συμβαίνει αυτό στον κλάδο της Επικοινωνίας, εκεί που το ποσοστό των εργοδοτών που βρίσκει αγχωμένο το προσωπικό, ηλικίας 18-27 ετών, είναι το υψηλότερο όλων (76%).
Όπως προκύπτει από τα ευρήματα της έρευνας, το 62% των εργοδοτών στην Ελλάδα (έναντι του σαφώς υψηλότερου 76% παγκοσμίως) πιστεύει ότι οι εργαζόμενοι της γενιάς Z έχουν υποστήριξη από τους οργανισμούς σε ζητήματα, όπως η ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής και η προσωπική ευημερία τους.
Το 73% των Ελλήνων εργοδοτών (81% στο εξωτερικό) πιστεύει ότι οι εργαζόμενοι της γενιάς Z έχουν τη σωστή τεχνολογία και τα εργαλεία, για να κάνουν καλά την εργασία τους. Πολύ σίγουρο ότι οι εργαζόμενοι της γενιάς Z (18-27 ετών) έχουν τις δεξιότητες και την εμπειρία που απαιτούνται για την εργασία τους δηλώνει το 81% των εργοδοτών στον κλάδο της Υγειονομικής Περίθαλψης και των Βιοεπιστημών.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι το 29% των εργοδοτών στον κλάδο της Πληροφορικής δηλώνει καθόλου σίγουρο ότι οι εργαζόμενοι της γενιάς Z (18-27 ετών) έχουν τις δεξιότητες και την εμπειρία που απαιτούνται για την εργασία τους.
Όσον αφορά στη διαπραγμάτευση της αμοιβής, της τοποθεσίας εργασίας και των ευέλικτων ωρών εργασίας, το 69% των Ελλήνων εργοδοτών πιστεύει ότι κατέχουν τη δύναμη (έναντι 23% για τους εργαζόμενους). Αυτό το ποσοστό είναι χαμηλότερο για τους εργοδότες του εξωτερικού (65%). Πολύ πάνω από τον μέσο όρο (78%) βρίσκεται το ποσοστό των εργοδοτών που πιστεύουν ότι έχουν τη δύναμη στον κλάδο των Χρηματοοικονομικών και Κτηματομεσιτικών.
Διακράτηση του ανθρώπινου δυναμικού
To 43% όλων των Ελλήνων εργοδοτών σχεδιάζει να προχωρήσει σε αναβάθμιση τεχνολογικών εργαλείων για τη διακράτηση του ανθρώπινου δυναμικού του.
Στον κλάδο της Ενέργειας και των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας αυτό το ποσοστό είναι 57%, γεγονός που δείχνει ότι αυτός ο κλάδος έχει μεγαλύτερη προτεραιότητα στην υιοθέτηση νέων τεχνολογιών σε σχέση με τους υπόλοιπους κλάδους. Ακολουθεί η κατάρτιση των υπευθύνων για την καλύτερη υποστήριξη των εργαζομένων (35%) και η αύξηση της ισορροπίας μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής (33%), με στόχο τη διακράτηση των εργαζομένων.
Το χάσμα δεξιοτήτων ESG
Το 93% των εργοδοτών στην Ελλάδα (έναντι 91% στο εξωτερικό) δηλώνει ότι δεν διαθέτει το ταλέντο που απαιτείται για την επίτευξη των στόχων για το Περιβάλλον, την Κοινωνία και τη Διακυβέρνηση (ESG).
Το 47% των εργοδοτών επιχειρεί να το κάνει αυτό το 2024, μέσω της αναβάθμισης των δεξιοτήτων και της εκπαίδευσης των υφιστάμενων ταλέντων, με το αντίστοιχο ποσοστό το 2022 να είχε διαμορφωθεί στο 52%. Το 32%, μέσω της πρόσληψης νέων εξωτερικών ταλέντων, το 28% με την προσθήκη αρμοδιοτήτων ESG στους υφιστάμενους τρέχοντες ρόλους, το 19% με πρόσληψη εξωτερικών συμβούλων. Μόλις το 7% αναφέρει ότι έχει όλα τα ταλέντα που χρειάζεται.
Αντίστοιχα, το 40% των εργοδοτών δηλώνει ότι το 2022 έβρισκε το ταλέντο που απαιτείται για την επίτευξη των στόχων ESG, μέσω πρόσληψης νέων ταλέντων, το 35% με την προσθήκη αρμοδιοτήτων ESG στους υφιστάμενους τρέχοντες ρόλους, το 26% με πρόσληψη εξωτερικών συμβούλων, ενώ το 5% είχε δηλώσει -πριν από δύο χρόνια- ότι ήδη είχε όλα τα ταλέντα που χρειαζόταν.