Οι αντιδράσεις των φορέων για την αύξηση κατώτατου μισθού

Newsroom
Viber Whatsapp
Μοιράσου το
Οι αντιδράσεις των φορέων για την αύξηση κατώτατου μισθού
Να συνοδευτεί με δραστικά αντισταθμιστικά μέτρα για τις επιχειρήσεις η νέα αύξηση του κατώτατου μισθού ζητά ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ, Σταύρος Καφούνης, καθώς υπερβαίνει τις αντοχές πολλών μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Να συνοδευτεί με δραστικά αντισταθμιστικά μέτρα για τις επιχειρήσεις η νέα αύξηση του κατώτατου μισθού ζητά ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ, Σταύρος Καφούνης, καθώς υπερβαίνει τις αντοχές πολλών μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Ειδικότερα, με αφορμή την αύξηση του κατώτατου μισθού, δήλωσε:

«Η νέα αύξηση του κατώτατου μισθού είναι ευπρόσδεκτη καθώς ενισχύει τους χαμηλόμισθους και τα ευάλωτα νοικοκυριά και προσδοκούμε ότι τουλάχιστον ένα μέρος αυτής θα επιστρέψει στις εμπορικές επιχειρήσεις ως αύξηση της κατανάλωσης. Επειδή όμως είναι μία αύξηση πολύ μεγαλύτερη του πληθωρισμού, η οποία υπερβαίνει τις αντοχές πολλών μικρομεσαίων επιχειρήσεων, πρέπει να συνοδευτεί με δραστικά αντισταθμιστικά μέτρα για τις επιχειρήσεις, αφενός με περαιτέρω σημαντική μείωση του μη μισθολογικού κόστους, αφετέρου με την ελάφρυνση των μικρομεσαίων και πολύ μικρών επιχειρήσεων από αχρείαστα και αναχρονιστικά βάρη, όπως είναι το ελάχιστο τεκμαρτό φορολογητέο εισόδημα».

Κορκίδης: Κάθε ετήσια αύξηση του μισθού να συνοδεύεται με μείωση ασφαλιστικών εισφορών και άμεσων φόρων

«Κάθε ετήσια αύξηση του μισθού θα πρέπει να συνοδεύεται με μία λελογισμένη ποσοστιαία μείωση των ασφαλιστικών εισφορών και άμεσων φόρων, εάν θέλομε πράγματι να διατηρήσουμε την ικανότητα των επιχειρήσεων να προσλαμβάνουν νέους εργαζόμενους και να αμείβουν αξιοπρεπώς τις δεξιότητες» όπως επισημαίνει σε δήλωσή του, ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς, Βασίλης Κορκίδης.

Συγκεκριμένα, σε δήλωσή του, ο κ. Κορκίδης ανέφερε στο ERT News: «Ο κατώτατος μισθός μετά την πέμπτη κατά σειρά αύξηση και μάλιστα με 6%, υπερδιπλάσια του ετήσιου πληθωρισμού, διαμορφώνεται το 2025 από τα 830 στα 880 ευρώ ή από τα 910 στα 968 ευρώ, με βάση τους 14 μισθούς. Παρά το γεγονός πως στη περίπτωση του καθορισμού του κατώτατου μισθού ισχύει το 'άλλος κερνάει, βλέπε κυβέρνηση, άλλος πληρώνει, βλέπε επιχειρήσεις και άλλος χαίρεται, βλέπε μισθωτούς', θεωρώ πως η αύξηση που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός είναι μέσα στα πλαίσια των εργοδοτικών δυνατοτήτων μας. Με δεδομένο ότι η οικονομία είναι κυκλική, η αύξηση της οικονομικής δυνατότητας των νοικοκυριών, πέρα των όλων άλλων, θα συμβάλει στην ενδυνάμωση της κινητικότητας τη αγοράς. Το εισόδημα των μισθωτών είναι το 'καύσιμο' για την αγορά που καθορίζει τη 'ροπή κατανάλωσης, αλλά ταυτόχρονα και σημαντική επιπλέον φορολογητέα ύλη, που αναμένεται να αυξήσει τα φορολογικά έσοδα πάνω από 1 δισ. ευρώ. Πιστεύω λοιπόν πως, ως αντιστάθμισμα, κάθε ετήσια αύξηση του μισθού θα πρέπει να συνοδεύεται με μία λελογισμένη ποσοστιαία μείωση των ασφαλιστικών εισφορών και άμεσων φόρων, εάν θέλομε πράγματι να διατηρήσουμε την ικανότητα των επιχειρήσεων να προσλαμβάνουν νέους εργαζόμενους και να αμείβουν αξιοπρεπώς τις δεξιότητες. Βεβαίως αυτό δεν ισχύει για τον δημόσιο τομέα, όπου με 12 μισθούς, αντί για 14 ετησίως και με 880 ευρώ μικτά ή 743 ευρώ καθαρά, δεν επαρκεί για να προσελκύσει εργαζόμενους, μέσω ΑΣΕΠ, δημιουργώντας προβλήματα υποστελέχωσης των δημόσιων υπηρεσιών. Σε μία χρονιά που βλέπουμε τον πληθωρισμό να επιμένει, τις γεωπολιτικές αναμετρήσεις να συνεχίζονται και τον εμπορικό πόλεμο να κλιμακώνεται, ο στόχος για 950 ευρώ κατώτατο μισθό και 1500 ευρώ μέσο μισθό μέχρι το 2027, μπορεί να μας δυσκολεύει, αλλά πρέπει να επιμείνουμε και να τα καταφέρουμε. Οι μικρομεσαίοι δεν ξεχνάμε πως το 2013 γυρίσαμε μισθολογικά στο 2005 με όλα τα επακόλουθα και μας πήρε 11 χρόνια για να επιστρέψουμε, το 2023, στα προ μνημονίων επίπεδα του κατώτατου μισθού. Ο κατώτατος μισθός αφορά μόνο σε περίπου 575.000 εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα και όλοι γνωρίζουμε πως δεν καθορίζει το διαθέσιμο εισόδημα, αλλά είναι ένα βασικό σημείο αναφοράς, αφού η αύξηση του συμπαρασύρει 18 επιδόματα και επηρεάζει καθοριστικά τριετίες, επιδόματα και τα δώρα όλων των εργαζομένων».

ΒΕΑ: Σε αναμονή παραμένουν οι μικρομεσαίοι για μέτρα στήριξης

Υπέρ της αύξησης των κατώτερων απολαβών στον ιδιωτικό και, για πρώτη φορά ταυτόχρονα, στο δημόσιο τομέα, στα 880 ευρώ, από την 1η Απριλίου, δηλώνει ότι τάσσεται το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Αθήνας. Όπως υπογραμμίζεται σε ανακοίνωση του ΒΕΑ, η αύξηση είναι προς τη θετική κατεύθυνση για την ενίσχυση του μηνιαίου εισοδήματος και της αγοραστικής δύναμης των περίπου 600.000 χαμηλά αμειβόμενων ιδιωτικών υπαλλήλων, αλλά και 700.000 δημοσίων υπαλλήλων σε όλες τις βαθμίδες.

Το επιμελητήριο σε ανακοίνωσή του υπογραμμίζει και τα εξής: Ο κατώτατος μισθός, από το 2019, μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων, αυξήθηκε από τα 663 ευρώ στα 880 ευρώ μικτά, χρήματα που κλήθηκαν να καταβάλουν οι επιχειρήσεις ενισχύοντας την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων τους, ενώ την ίδια στιγμή τα μέτρα που εφάρμοσε η κυβέρνηση για την ελάφρυνση του λειτουργικού και μη μισθολογικού τους κόστους, δεν ήταν αντίστοιχα.

Οι αυξήσεις του κατώτατου μισθού, αποτελούν ένα περίπλοκο ζήτημα για τις ΜμΕ, οι οποίες προσπαθούν να ισορροπήσουν μεταξύ της βιωσιμότητάς τους, της ικανοποίησης των αναγκών των εργαζομένων τους και της διατήρησης του διαθέσιμου εισοδήματος. Είναι προφανές ότι ο πληθωρισμός των τελευταίων ετών, αφενός έχει μειώσει δραματικά την κατανάλωση, άρα και τις πωλήσεις των ΜμΕ, αφετέρου έχει αυξήσει και το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων, χωρίς αυτό να μπορούν εύκολα να το μετακυλήσουν στην αγορά.

Η υψηλή φορολογία με βάση το τεκμαρτό εισόδημα, το υψηλό μη μισθολογικό κόστος και οι συσσωρευμένες οφειλές του παρελθόντος, εξακολουθούν να αποτελούν «τροχοπέδη για την ανάπτυξη των βιοτεχνικών επιχειρήσεων», σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα που δημοσιοποίησε το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Αθήνας. Το 70% των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους.

Η μηνιαία επιβάρυνση των επιχειρήσεων είναι πολλαπλάσια. Με την επερχόμενη αύξηση του κατώτατου μισθού από 01.04.2025 κατά 6% και με την υπάρχουσα μείωση των ποσοστών των ασφαλιστικών εισφορών από 01.01.2025, η μηνιαία επιβάρυνση των επιχειρήσεων για κάθε εργαζόμενο που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό, θα κυμανθεί στα 60,89 ευρώ - από 1.010,86 σε 1.071,75 ευρώ. Το κόστος μιας επιχείρησης που απασχολεί 5 εργαζομένους με τον κατώτατο μισθό, θα ανέρχεται σε επιπλέον 4.262,30 ευρώ, σε ετήσια βάση.

Ακόμη, η κυβέρνηση θα πρέπει να προχωρήσει σε αναθεώρηση της κλίμακας φορολόγησης, καθώς χιλιάδες εργαζόμενοι θα αλλάξουν βαθμίδα, με αποτέλεσμα να κληθούν να αποπληρώσουν υψηλότερη φορολογία. Ο φόρος για εισοδήματα έως και 10.000 ευρώ, διαμορφώνεται στο 9% και στη συνέχεια εκτοξεύεται στο 22% για εισοδήματα από 10.000,01 ευρώ και πάνω. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα η αύξηση που θα δοθεί, να μην μείνει στην τσέπη του εργαζόμενου - καταναλωτή, αλλά στα ταμεία της εφορίας.

Ο πρόεδρος του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθήνας, Κωνσταντίνος Δαμίγος επισημαίνει: «Η μείωση μόνο κατά μισή μονάδα των εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών, με την έλευση της νέας χρονιάς έχει ήδη απορροφηθεί από την αύξηση της ενέργειας και των τιμών των πρώτων υλών. Είναι επιτακτική ανάγκη η επανεξέταση της άδικης τεκμαρτής φορολόγησης και ταυτόχρονα η επαναφορά ρύθμισης οφειλών σε έως 120 δόσεις, με ιδιαίτερη βαρύτητα στις οφειλές που δεν υπερβαίνουν τις 10.000 ευρώ.

Περιμένουμε από την κυβέρνηση, την υλοποίηση των παρεμβάσεων που έχει ανακοινώσει, όπως την περαιτέρω μείωση του μη μισθολογικού κόστους, τουλάχιστον μισή μονάδα για τις εργοδοτικές εισφορές, νωρίτερα (κι όχι το 2027), τον εξορθολογισμό των αυξήσεων στα δημοτικά τέλη, τη μείωση του ενεργειακού κόστους, προκειμένου να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και να υπάρξει τόνωση της απασχόλησης».

ΓΣΕΕ: Περί όνου σκιάς οι ανακοινώσεις της κυβέρνησης για τον κατώτατο μισθό

Για μια αύξηση στον κατώτατο μισθό με την οποία «όχι μόνο δεν θεραπεύεται το πρόβλημα αξιοπρεπούς διαβίωσης των ανθρώπων της μισθωτής εργασίας, αλλά αντιθέτως επιδεινώνεται» κάνει λόγο η ΓΣΕΕ σε ανακοίνωσή της με αφορμή τη σημερινή ανακοίνωση για αύξηση του κατώτατου μισθού στα 880 ευρώ από την 1η Απριλίου.

Σημειώνει μεταξύ άλλων ότι «είμαστε τελευταίοι στην αγοραστική δύναμη σε επίπεδο ΕΕ», «οι μισοί ενοικιαστές αποδίδουν το 40% και πλέον των εισοδημάτων τους σε στεγαστικές δαπάνες και θέρμανση» καθώς και ότι «το 60% των εργαζόμενων δηλώνουν ότι ο μισθός δεν επαρκεί να καλύψει τα έξοδα του μήνα και το 90% περίπου αναγκάζονται να κόψουν βασικά είδη διατροφής για να ανταπεξέλθουν».

Παράλληλα η Ομοσπονδία επισημαίνει πως «κάθε ανακοίνωση για αυξήσεις μερικών ευρώ στον κατώτατο μισθό είναι περί όνου σκιάς» προσθέτοντας ότι «η ΓΣΕΕ αποχώρησε από τη διαδικασία του ΟΜΕΔ ακριβώς γι' αυτό το λόγο».

Επισημαίνει στην ίδια ανακοίνωση ότι «αυτό που ενδιαφέρει τη συντριπτική πλειονότητα των μισθωτών, όπως έδειξε και η πρόσφατη έρευνα του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ με την Alco, είναι η άμεση επαναφορά των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων. Μόνο μέσα από αυτή τη διαδικασία οι εργαζόμενοι μπορούν να διεκδικήσουν αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης και δίκαιους όρους εργασίας».

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

Διαβάστε ακόμη

Υπουργείο Εργασίας για κατώτατο: Στα 230 ευρώ μηνιαίως η συνολική αύξηση από το 2019

gazzetta
gazzetta reader insider insider