Υπολογίζεται ότι έως και το 15% των κακοηθειών προκαλούνται από παθογόνους μικροοργανισμούς, οι περισσότεροι των οποίων είναι ιοί. Και εκτός από εκείνους που επηρεάζουν τα εσωτερικά όργανα του σώματος, υπάρχουν και άλλοι που προσβάλλουν το δέρμα.
Η μόλυνση, ωστόσο, από κάποιον δυνητικά επικίνδυνο ιό δεν καθιστά βέβαιη την ανάπτυξη καρκίνου. Αντιθέτως, οι πιθανότητες είναι μικρές. Εξάλλου, υπάρχουν τρόποι προφύλαξης, αφενός για την αποφυγή της μόλυνσης, αφετέρου για τη μείωση των πιθανοτήτων εμφάνισης της νόσου.
«Η σχέση μεταξύ ιών και καρκίνου του δέρματος έχει αποτελέσει αντικείμενο ερευνών τα τελευταία χρόνια, εξαιτίας της αναδυθείσας υπόθεσης ότι για κάθε καρκίνο του δέρματος δεν μπορεί φταίει αποκλειστικά η υπεριώδης ακτινοβολία. Για παράδειγμα, τα στοιχεία που έχουμε δείχνουν ότι η μόλυνση από υψηλού κινδύνου τύπους του ιού των ανθρώπινων θηλωμάτων (HPV) μπορεί να γίνει αιτία ανάπτυξης ακανθοκυτταρικού καρκινώματος του δέρματος (cSCC).
Όμως, ο συγκεκριμένος ιός έχει γίνει γνωστός από το ενδεχόμενο να προκαλέσει κονδυλώματα στο δέρμα και καρκίνο στα γεννητικά όργανα, όπως στον τράχηλο της μήτρας, το αιδοίο, το πέος, τον πρωκτό, αλλά και στη στοματική κοιλότητα. Η πλειονότητα των ανθρώπων δεν γνωρίζει ότι μπορεί να ευθύνεται και για καρκίνους του δέρματος και αυτό γιατί σπανίως αναφέρεται ως πιθανότητα», επισημαίνει ο Δερματολόγος - Αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου.
Βασική προϋπόθεση για να εξελιχθεί μια μόλυνση σε καρκίνο είναι η ύπαρξη ενός εξασθενισμένου ανοσοποιητικού συστήματος, το οποίο δεν μπορεί να εξουδετερώσει τα κύτταρα που δεν αναπτύσσονται φυσιολογικά προτού γίνουν καρκινικά ή η ανάπτυξη, από τους ιούς, μηχανισμών που το παρακάμπτουν ακόμα κι αν λειτουργεί σωστά. Ειδικότερα:
1. HPV
Ο HPV είναι ένας ιός που συγκαταλέγεται στα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα. Μεταδίδεται μέσω μικρών ρωγμών του δέρματος, που μπορεί να δημιουργούνται από την τριβή κατά τη σεξουαλική πράξη. Πύλη εισόδου, όμως, του ιού στον οργανισμό μπορεί να είναι και ένα κόψιμο του δέρματος, π.χ. στο χέρι.
Μέχρι σήμερα έχουν ταυτοποιηθεί πάνω από 220 στελέχη (τύποι) του ιού. Οι βλάβες που προκαλεί στο δέρμα και στους βλεννογόνους (μυρμηγκιές και κονδυλώματα) μπορεί να τις καταπολεμήσει ένα ισχυρό ανοσοποιητικό σύστημα σε μερικούς μήνες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι μπορεί να εξουδετερώσει και τον ιό.
Η ύπαρξή τους στο δέρμα ακόμα και όταν δεν υπάρχουν ορατές βλάβες, θεωρείται ως ένας πρόσθετος παράγοντας κινδύνου για ανάπτυξη μη φυσιολογικών κυττάρων που μπορεί να εξελιχθούν σε καρκίνο.
Για παράδειγμα, ο τύπος 42 του ιού μέχρι σήμερα θεωρείτο ακίνδυνος και δεν περιλαμβάνεται σε εμβόλια που έχουν αναπτυχθεί για την προστασία από τους σεξουαλικά μεταδιδόμενους τύπους HPV και τις καρκινογόνες επιδράσεις τους.
Ωστόσο, επιστήμονες διαπίστωσαν ότι είναι εν δυνάμει καρκινογόνος. Σύμφωνα με μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Cancer Discovery, σε δείγματα που μολύνθηκαν από αυτόν διαπιστώθηκε ότι ένα ιικό ογκογονίδιο που ονομάζεται Ε7 ενεργοποιεί ένα σύνολο γονιδίων με τρόπο που είναι ειδικός για τους καρκίνους που προκαλούνται από τον HPV, κάτι που δεν συμβαίνει σε κονδυλώματα που επίσης προκαλούνται από λοιμώξεις από τον ίδιο ιό.
Προς το παρόν τα μοναδικά όπλα προστασίας που έχουμε είναι:
• Ο εμβολιασμός, ο οποίος παρέχει προστασία από 9 στελέχη του HPV και πιστεύεται, (από μελέτη που πραγματοποιήθηκε) ότι προφυλάσσει και από τον καρκίνο του δέρματος
• Η χρήση προφυλακτικού
• Η αποφυγή της υπερβολικής έκθεσης σε υπεριώδη ακτινοβολία, η οποία καταστέλλει το ανοσοποιητικό και προκαλεί βλάβες στο DNA
• Το “χτίσιμο” ενός ισχυρού ανοσοποιητικού συστήματος, μέσω της διατροφής και της άσκησης, της αποφυγής των καταχρήσεων (κάπνισμα, αλκοόλ), του επαρκούς και ποιοτικού ύπνου, του ελέγχου του στρες και της εφαρμογής πρακτικών που περιορίζουν την πιθανότητα μολύνσεων (π.χ. πλύσιμο χεριών)
• Ο τακτικός έλεγχος από δερματολόγο, όταν ο οργανισμός έχει μολυνθεί, και φυσικά από γυναικολόγο.
Όλοι αυτοί οι κανόνες θα πρέπει να ακολουθούνται ευλαβικά ιδίως από ανθρώπους που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο εμφάνισης ακανθοκυτταρικού καρκινώματος του δέρματος, δηλαδή οι ηλικιωμένοι, τα άτομα με ανοιχτόχρωμο δέρμα, μαλλιά και μάτια, όσοι εκτίθενται υποχρεωτικά στον ήλιο (π.χ. λόγω επαγγέλματος) ή σε σολάριουμ, εκείνοι που πάσχουν από τη νόσο του Bowen, ή έχουν μολυνθεί από τους ιούς HPV και HIV.
Εκτός από τον HPV, υπάρχουν και άλλοι ιοί που μπορεί να προκαλέσουν καρκίνο του δέρματος.
2. MCV
Το 2008 ανακαλύφθηκε για πρώτη φορά ο ιός MCV (Merkel Cell Polyomavirus). Στην πορεία οι επιστήμονες που τον ανακάλυψαν, βρήκαν ότι οι περισσότεροι ενήλικες “φιλοξενούν” αυτόν τον ιό, ο οποίος είναι συνήθως αβλαβής, δύναται όμως να προκαλέσει καρκίνωμα των κυττάρων Merkel.
Είναι ένας σπάνιος επιθετικός και θανατηφόρος καρκίνος αφού είναι 3-5 φορές πιο απειλητικός για τη ζωή από το μελάνωμα.
Οι ίδιοι επιστήμονες ανακάλυψαν πρόσφατα τον τρόπο που ο MCV ξεκινά την αντιγραφή του DNA στα κύτταρα του ξενιστή. Η μελέτη τους, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό PNAS, έριξε φως στο θεμελιώδες ερώτημα πώς οι ιοί παρακάμπτουν το προσεκτικά ρυθμιζόμενο σύστημα αντιγραφής του DNA των κυττάρων-ξενιστών τους για να δημιουργήσουν εκατοντάδες νέα αντίγραφα του εαυτού τους, ώστε να καταστεί ευκολότερη η κατανόηση του τρόπου που μπορεί να προκαλέσει καρκίνο, όχι μόνο ο συγκεκριμένος ιός αλλά και άλλοι, καθώς και τον λόγο που κάποιοι άλλοι δεν οδηγούν σε αυτήν τη νόσο. Οι γνώσεις αυτές θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην ανάπτυξη εμβολίων κατά των ιών που προκαλούν καρκίνο ή αντιιικών φαρμάκων.
3. KSHV
Μελέτες έχουν δείξει ότι ο ιός του έρπητα τύπου 8 (KSHV - Ερπητοϊός σχετιζόμενος με το σάρκωμα Kaposi) -που επίσης ανακαλύφθηκε από τους επιστήμονες που βρήκαν τον MCV- ευθύνεται για περίπου 42.000 περιπτώσεις σαρκώματος Kaposi κάθε χρόνο παγκοσμίως.
Ενώ οι περισσότεροι άνθρωποι που έχουν μολυνθεί από αυτόν τον ιό δεν αναπτύσσουν ποτέ καρκίνο, από αυτούς εκείνοι με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα είναι πιθανό να εμφανίσουν. Αρχικά, σχηματίζεται στην επένδυση των αιμοφόρων και λεμφαγγείων και κατόπιν εκδηλώνεται στο δέρμα, ως πλάκες ή οζίδια που έχουν κόκκινο, μωβ χρώμα και μοιάζουν με μελανιές.
«Είναι σημαντικό να επαναλαμβάνουμε τακτικά ότι, εάν οι δερματικοί καρκίνοι εντοπιστούν σε αρχικό στάδιο αυξάνονται οι πιθανότητες ίασης. Και για να γίνει αυτό χρειάζεται τακτική αυτοεξέταση του δέρματος (ανά μήνα) και ετήσιες (ή συχνότερα) εξετάσεις από δερματολόγο.
Δεδομένου ότι οι μολύνσεις ειδικά από τον HPV είναι πολύ συχνές, οι πάσχοντες δεν θα πρέπει να πανικοβάλλονται στη θέαση μιας δερματικής βλάβης που προκαλείται από αυτόν. Θα πρέπει όμως να αναζητούν ιατρική γνωμάτευση και θεραπεία, ώστε να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος καρκίνου», καταλήγει ο δρ Στάμου.