Το ποσό των 3 εκατ. ευρώ κατέβαλε το ελληνικό κράτος κατά τους πρώτους δυο μήνες του 2024, για το φάρμακο που χορηγούταν κατά κόρον στην Ελλάδα για σπάνια νευρολογική πάθηση, χωρίς να έχει αποδειχθεί η αποτελεσματικότητά του. Το κόστος για το 2023 ανήλθε στα 15 εκατ. ευρώ.
Στο θέμα, για το οποίο πραγματοποιήθηκε σύσκεψη στο υπουργείο Υγείας τη Δευτέρα, αναφέρθηκε ο υπουργός Υγείας, Άδωνις Γεωργιάδης, κατά την ομιλία του στο 4ο Ετήσιο Συνέδριο του Economist με θέμα «Η Αποφασιστικότητα της Ελλάδας στην Καταπολέμηση του Καρκίνου -Τα επιτεύγματα, τα εμπόδια και η ευρωπαϊκή πραγματικότητα»
«Εχθές είχα μια επείγουσα σύσκεψη στο Υπουργείο Υγείας με την Ένωση των Νευρολόγων για την υπόθεση του Relyvrio που δεν είναι ογκολογικό φάρμακο είναι φάρμακο για τη νευρομυοπάθεια. Αυτό το φάρμακο, γραφόταν στην πατρίδα μας ασταμάτητα και σωρηδόν, μια πάρα πολύ ακριβή θεραπεία. Πέρυσι, κόστισε στο σύστημα 15 εκατομμύρια ευρώ. Μόνο φέτος τους πρώτους δύο μήνες του ’24 έχει κοστίσει πάνω από 3 εκατομμύρια ευρώ και προχθές το φάρμακο αυτό το οποίο δεν είχε έγκριση ΕΜΑ, είχε έγκριση μόνο FDA φάση 2, ούτε καν φάση 3, και παρόλα αυτά το έγραφαν, απεσύρθη από την εταιρία ως αποτυχών να περάσει τη φάση 3 και άρα ως φάρμακο τελικά δεν δουλεύει. Αλλά ανακαλύψαμε ότι δεν δουλεύει αφού έχουμε ξοδέψει δεκάδες εκατομμύρια. Αυτό είναι μια αποτυχία όχι των υπουργών, αυτό είναι μια αποτυχία των γιατρών. Μεγάλη αποτυχία μάλιστα, που δεν μπόρεσαν να συγκρατηθούν να βάλουν οι ίδιοι κανόνες, να απομονώσουν τους κακούς συναδέλφους», ανέφερε ο Υπουργός.
Και πρόσθεσε: «Δεν το έγραφαν όλοι. Έχω δει τώρα ποιοι το έγραφαν με ονοματεπώνυμα, οι περισσότεροι δεν το έγραφαν. Θέλω να ξεκαθαρίσω ότι πρέπει να θεσπίσουμε πολύ αυστηρούς κανόνες από εδώ και μπρος για το πως αυτά τα φάρμακα θα χορηγούνται και θα συνταγογραφούνται. Και ιδιαίτερα, διότι εδώ (σ.σ. στον καρκίνο) οι θεραπείες δεν κοστίζουν όπως το Relyvrio, 75.000 ευρώ αλλά κοστίζουν 700.000 ευρώ. Και άρα αν ακολουθήσουμε το ίδιο μοντέλο έχουμε χαιρετίσει όλοι μαζί, δεν θα έχουμε να πάρουμε ούτε ασπιρίνη. Άρα πρέπει να συνεννοηθούμε. Η Ένωση των Ογκολόγων και η κυρία Σαριδάκη, η ίδια αλλά και οι συνάδελφοί της, ήταν εντυπωσιακοί στις συναντήσεις μας, πάρα πολύ υπεύθυνοι και τους ευχαριστώ για αυτό».