Οι γυναίκες είναι θεμέλιος λίθος των συστημάτων υγείας παγκοσμίως και η Ελλάδα δεν αποτελεί εξαίρεση. Νοσηλεύτριες, γιατροί, διασώστριες του ΕΚΑΒ και εργαζόμενες στην πρόνοια προσφέρουν αδιάκοπα τις υπηρεσίες τους κάτω από δύσκολες συνθήκες. Όμως, πόση αναγνώριση λαμβάνουν πραγματικά; Αν και υπάρχει πρόοδος σε σχέση με το παρελθόν, οι ανισότητες στους μισθούς, οι εξαντλητικές βάρδιες και οι περιορισμένες ευκαιρίες ανέλιξης σκιαγραφούν μια σκληρή πραγματικότητα.
Σύμφωνα με την Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων στα Δημόσια Νοσοκομεία (ΠΟΕΔΗΝ), στα νοσηλευτικά ιδρύματα, τα Κέντρα Υγείας και το ΕΚΑΒ, οι γυναίκες εργαζόμενες αποτελούν το 60% του προσωπικού. Παρά την καθοριστική συμβολή τους, έρχονται αντιμέτωπες με εξαντλητικά ωράρια, χαμηλές αμοιβές και επισφαλείς συνθήκες εργασίας. Μία ή δύο νοσηλεύτριες συχνά καλούνται να φροντίσουν 30-40 ασθενείς σε μια βάρδια, ενώ οι εφημερίες των γυναικών γιατρών είναι συνεχείς, χωρίς διαλείμματα.
Η ΠΟΕΔΗΝ κρούει «καμπανάκι» κινδύνου, τονίζοντας ότι η κατάσταση έχει φτάσει στα όρια της αντοχής.
«Αναγνωρίζουμε την τεράστια προσφορά των γυναικών εργαζομένων στις υπηρεσίες υγείας και πρόνοιας. Απεργούμε και διαδηλώνουμε στις 8 Μάρτη 2024, Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας, για προστασία και διεύρυνση των δικαιωμάτων των γυναικών που εργάζονται στα νοσοκομεία, τα Κέντρα Υγείας, το ΕΚΑΒ, την Πρόνοια. Διεκδικούμε αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας και αμοιβές καθώς και ασφάλεια στη δουλειά. Αρκετές φορές έχουμε δεχθεί αναίτιες επιθέσεις βίας από συνοδούς και ασθενείς, κυρίως οι γυναίκες συνάδελφοι», αναφέρει η Ομοσπονδία σε σχετική ανακοίνωση.
Παραμένουν οι ανισότητες
Η συμμετοχή των γυναικών στον χώρο της υγείας στην Ελλάδα έχει βαθιές ρίζες. Στις αρχές του 20ού αιώνα, οι πρώτες γυναίκες γιατροί και νοσηλεύτριες αντιμετώπισαν τεράστιες δυσκολίες για να γίνουν αποδεκτές σε ένα ανδροκρατούμενο περιβάλλον. Με τον καιρό, η γυναικεία παρουσία έγινε κυρίαρχη στις νοσηλευτικές υπηρεσίες, ενώ οι γιατροί γυναίκες κατέκτησαν σταδιακά μεγάλο έδαφος στον κλάδο. Παρ’ όλα αυτά, όπως συμβαίνει και στους περισσότερους τομείς, οι ανισότητες δεν έχουν εξαλειφθεί.
Μελέτες και εκθέσεις διεθνών οργανισμών, όπως ο ΠΟΥ και ο ΟΟΣΑ, καταδεικνύουν ότι ακόμη και σήμερα, οι γυναίκες κατέχουν λιγότερες διευθυντικές θέσεις στα νοσοκομεία και στις υγειονομικές υπηρεσίες, ενώ οι ευθύνες της οικογένειας συχνά βαραίνουν περισσότερο τις ίδιες, επηρεάζοντας την επαγγελματική τους εξέλιξη.
Τα αιτήματα της ΠΟΕΔΗΝ περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων:
• Αυξήσεις στους μισθούς.
• Ίση αμοιβή για ίση εργασία.
• Επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού και δώρων.
• Μαζικές προσλήψεις
• Στήριξη των γυναικολογικών νοσοκομείων - Επαναλειτουργία οικογενειακού προγραμματισμού
• Δημόσιους βρεφονηπιακούς σταθμούς για όλα τα παιδιά.
• Δημόσιες Προνοιακές Μονάδες για ευπαθείς ομάδες και κέντρα αποκατάστασης.
Η μεγάλη εικόνα
Οι ανισότητες που παρατηρούνται στην Ελλάδα δεν αποτελούν εθνικό φαινόμενο. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, το 2023 οι γυναίκες αντιπροσώπευαν πάνω από το 70% του συνολικού εργατικού δυναμικού στις υπηρεσίες υγείας και πρόνοιας στα κράτη-μέλη της ΕΕ. Παρόλα αυτά, εξακολουθούν να είναι λιγότερο παρούσες σε διοικητικές θέσεις και να αμείβονται χαμηλότερα από τους άνδρες συναδέλφους τους.
Μια αναφορά του ΠΟΥ για την ισότητα των φύλων στον τομέα της υγείας τονίζει τις ανισότητες στις επαγγελματικές ευκαιρίες για γυναίκες και άνδρες, ιδίως σε υψηλότερα επίπεδα διοίκησης και λήψης αποφάσεων. Αναφορές από οργανισμούς όπως η Διεθνής Ομοσπονδία Εργαζομένων στην Υγεία (ICN) και η Παγκόσμια Ένωση Ιατρών (WMA) υποστηρίζουν αυτή την τάση.
Επιπλέον, μελέτες δείχνουν ότι οι γυναίκες στον τομέα της υγείας αντιμετωπίζουν συχνότερα περιστατικά εργασιακής εξουθένωσης (burnout), ενώ η έλλειψη πολιτικών στήριξης για τη μητρότητα τις αναγκάζει να κάνουν δύσκολες επιλογές μεταξύ καριέρας και οικογένειας.
Η ισότητα στον χώρο της υγείας παραμένει ένα κρίσιμο ζήτημα για τη βιωσιμότητα των συστημάτων υγείας. Παρά τη θεμελιώδη τους συμβολή, οι συνθήκες εργασίας των γυναικών εξακολουθούν να είναι δύσκολες και οι ανισότητες εμφανείς σε πολλές χώρες, μεταξύ αυτών και στην Ελλάδα.