Με το spread μεταξύ του ελληνικού 10ετούς ομολόγου έναντι του ιταλικού να βρίσκεται στις 23 μ.β (υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων οκτώ μηνών), η DZ Bank προτείνει το άνοιγμα long θέσης υπέρ του ελληνικού τίτλου θέτοντας ως στόχο την υποχώρηση του spread στις 10 μ.β.
Το υψηλό spread οφείλεται στην αβεβαιότητα που κυριαρχεί ως προς την αντιμετώπιση των ελληνικών ομολόγων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μετά τη λήξη του έκτακτου προγράμματος PEPP. Για την ώρα, η ΕΚΤ συνεχίζει να αγοράζει ελληνικό χρέος μόνο στο πλαίσιο του PEPP, και όχι στο πρόγραμμα APP όπου η Ελλάδα δεν εντάσσεται καθώς δε διαθέτει το investment grade.
Ωστόσο, o Daniel Lenz αναλυτής της DZ Bank εκτιμά πως είναι απίθανο από τη μεριά της ΕΚΤ να αφήσει εκτός την Ελλάδα από τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης στο μέλλον. Ο ίδιος αναμένει είτε την αναδιαμόρφωση και την προσαρμογή των κανόνων στο PSPP ή τη δημιουργία (για την κάλυψη του νομικού πλασίου) ενός νέου προγράμματος που δεν θα εξαιρεί τα ελληνικά ομόλογα και θα διαδεχθεί όλα τα προηγούμενα. Μια απόφαση πάνω στο συγκεκριμένο ζήτημα θα μπορούσε να ληφθεί μάλιστα ήδη από τη συνεδρίαση της ΕΚΤ τον Δεκέμβριο, πυροδοτώντας μία αντίδραση στο spread μεταξύ του ελληνικού και ιταλικού τίτλου.
Παράλληλα, ο Lenz σημειώνει πως η Ελλάδα έχει επωφεληθεί περισσότερo από τις ενέργειες της ΕΚΤ υπό το πρίσμα του PEPP συγκριτικά με την Ιταλία, ενώ μόνο ένα μικρό τμήμα του ελληνικού χρέους διαπραγματεύεται στις αγορές (19,5%) καθώς το μεγαλύτερο τμήμα βρίσκεται στα «χέρια» των ESM και EFSF (μέσω των προγραμμάτων στήριξης και των διακρατικών δανείων GLF) με μεγάλη ωρίμανση. Έτσι, το trade που προτείνει ο γερμανικός οίκος είναι bid - ask στις 105 μ.β και στις 127 μ.β για τον ιταλικό και ελληνικό τίτλο αντίστοιχα, με στόχο το κλείσιμο του spread στις 10 μ.β. Σήμερα, η απόδοση του ελληνικούς 10ετούς καταγράφει άνοδο κατά 3,59% στο 1,341% ενώ η απόδοση του ιταλικού ενισχύεται κατά 2,91% στο 1,079%.
Αξίζει να σημειωθεί πως ο Frederik Ducrozet στρατηγικός αναλυτής και ανώτερος οικονομολόγος της Pictet Wealth Management, έχοντας μιλήσει στο insider.gr είχε εκφράσει με βεβαιότητα πως τα ελληνικά ομόλογα θα ενταχθούν στο «κανονικό QE» της ΕΚΤ, εάν και εφόσον δεν επιτευχθεί ο στόχος του investment grade, καθώς μπορούν να διαμορφωθούν νέες δικλείδες. Όπως είχει αναφέρει «η ΕΚΤ επεξεργάζεται ένα σχέδιο ώστε να συμπεριλάβει τα ελληνικά ομόλογα στο APP 2.0 μετά τη λήξη του PEPP τον Μάρτιο του 2022. Παράλληλα, ενδέχεται να υπάρξουν κάποιες προϋποθέσεις ένταξης, αναμένω ωστόσο ότι η τα ελληνικά ομόλογα θα είναι πράγματι επιλέξιμα για αγορές στο πλαίσιο του PSPP».
Ο Ducrozet που παρακολουθεί από πολύ κοντά τους χειρισμούς της Φρανκφούρτης, αναμένει επίσης ότι ο ρυθμός αγορών των assets θα διπλασιαστεί στα 40 δισ. ευρώ μηνιαίως από τον Απρίλιο του 2022, αν και μένει να φανεί ο τρόπος υλοποίησης, είτε μέσω της αύξησης του APP είτε μέσω ενός ξεχωριστού πιο «ευέλικτου» envelope που θα ανοίξει έως το 2022. «Είτε έτσι είτε αλλιώς, αναμένω από την ΕΚΤ να επανεκτιμά τον ρυθμό του QE ανά τρίμηνο και ενδεχομένως να τον επαναφέρει στα 20 δισ. ευρώ το μήνα πριν από το τέλος του 2022» αναφέρει ο ίδιος. Όλα αυτά ενδέχεται να είναι δημιουργήσουν μια πιο «bearish» θέση για τα κρατικά ομόλογα, αλλά ανάλογα με τις οικονομικές προοπτικές τα spreads δύναται να παραμείνουν σε συγκρατημένα επίπεδα. Όπως σημειώνει «η ΕΚΤ αποτελεί το βασικό μοχλό των spreads στα κρατικά ομόλογα, αλλά όχι το μοναδικό, και η ελπίδα έγκειται στο ότι τα θεμελιώδη θα συνεχίσουν να βελτιώνονται στο μέλλον, με αποτέλεσμα τη σταδιακή υποχώρηση των κρατικών ελλειμμάτων».
Ως προς το σκέλος των envelopes στο μόνιμο πρόγραμμα, η ΕΚΤ θα μπορούσε να θέσει και διαφορετικά κριτήρια (π.χ περιβαλλοντικά, ESG, «πράσινα» ομόλογα). Φυσικά, το ζήτημα του waiver είναι «at will» από την πλευρά της Φρανκφούρτης, κάτι που αποτυπώθηκε άλλωστε και στο ζήτημα του PEPP που με βάση τις πρωτόγνωρες συνθήκες της πανδημίας, συμπεριλήφθησαν και τα ελληνικά ομόλογα. Αυτή τη γραμμή συμμερίζεται και ο Ducrozet, αναφέροντας πως «είναι μια πολιτική απόφαση, και θα είναι εύκολο να υπάρξει μια αιτιολόγηση από τη μεριά της ΕΚΤ. Άλλωστε, υφίστανται το waiver στην αποδοχή των ελληνικών ομολόγων ως collateral και δεν υπάρχει λόγος να μην κινηθεί σε μια ανάλογη γραμμή για τις αγορές assets».
«Θα μπορούσε ωστόσο η ΕΚΤ να προσθέσει κάποιους όρους, όπως το να αποτελέσουν βάση τα ratings των οίκων αξιολόγησης (η Ελλάδα θα έχανε την επιλεξιμότητα εάν υποβαθμίζονταν από τους οίκους) ή ακόμα και η εποπτεία (supervision)», σύμφωνα με τον ίδιο. Από την άλλη, δε θα πρέπει να υφίστανται ιδιαίτερος προβληματισμός γύρω από τη εκκίνηση του roll off πλάνου της ΕΚΤ (με το χρονοδιάγραμμα που θα τεθεί), καθώς όπως είχε αναφέρει το όριο αγορών του εκδότη, δεν αποτελεί πρόβλημα, διότι το 35% αφορά τους τίτλους που διακρατά στο πρόγραμμα PEPP, που διαχωρίζονται από το PSPP. Αντιθέτως, σύμφωνα με τον ίδιο, θα υπάρξει χώρος για την ΕΚΤ ώστε να προβεί σε αγορές στο πλαίσιο του PSPP, όπου δεν διαθέτει ελληνικά ομόλογα και δύναται να ανέλθουν μέχρι τα 58 δισ. ευρώ υπό του capital key.