Στα δύο κύρια μέτωπα της πανδημίας και της κλιματικής αλλαγής στρέφεται η προσοχή της παγκόσμιας κοινότητας για το 2022, ζητήματα που απαιτούν μια άμεση και συντονισμένη απάντηση, όπως τονίζει το κορυφαίο think tank σε επίπεδο πολιτικής και γεωπολιτικής ανάλυσης και αξιολόγησης κινδύνων, Eurasia Group.
Παραθέτοντας τους δέκα μεγαλύτερους κινδύνους που ελλοχεύουν για το νέο έτος, ο Ian Bremmer, ιδρυτής και πρόεδρος της Eurasia Group και ο Cliff Kupchan πρόεδρος του ομίλου με ειδίκευση στα μακροοικονομικά, σχολιάζουν πως τα δύο μεγαλύτερα έθνη του κόσμου, οι ΗΠΑ και η Κίνα, έχουν αρχίσει να στρέφονται ολοένα και περισσότερο στα εσωτερικά τους ζητήματα. Οι ΗΠΑ παραμένουν η πιο ισχυρή χώρα, αλλά και η πιο διχασμένη πολιτικά, με δυσλειτουργίες και με μεγάλες οικονομικές ανισότητες μεταξύ των G7, τη στιγμή που η Κίνα μετά από 40 χρόνια υψηλής αναπτυξιακής δυναμικής, έχει αρχίσει να αντιμετωπίζει εμπόδια στην προσπάθεια της να επανεκκινήσει το άνευ δυναμικής αναπτυξιακό της μοντέλο, ενισχύοντας παράλληλα την κοινωνική αρμονία και διατηρώντας την πολιτική σταθερότητα. Όπως σημειώνει ωστόσο η Eurasia, η συνέχιση της εφαρμογής των επιθετικών lockdown, μέσω της στρατηγικής των μηδενικών κρουσμάτων θα οδηγήσει σε μεγαλύτερες δημόσιες αντιδράσεις και οικονομική αναστάτωση, ενώ ήδη η ηγεσία της χώρας έχει γίνει πιο αυταρχική και με μεγαλύτερες «δόσεις» κρατικού καπιταλισμού.
Έτσι, ενώ η στροφή των δύο πιο ισχυρών εθνών προς το εσωτερικό τους μειώνει τις πιθανότητες μιας πολεμικής σύρραξης, επίσης συνεπάγεται μια μικρότερη παγκόσμια ηγετική δύναμη και συντονισμό για την ανταπόκριση στις παγκόσμιες προκλήσεις.
Πανδημία
Νούμερο ένα κίνδυνος που παρουσιάζει η Eurasia, είναι η πανδημία του κορονοϊού. Όπως εκτιμά το ισχυρό think tank, στον ανεπτυγμένο κόσμο, το τέλος της πανδημίας βρίσκεται πιο κοντά, παρά την «έκρηξη» των κρουσμάτων από την πρόσφατα κυρίαρχη και εξαιρετικά επικίνδυνη μετάλλαξη Όμικρον. Ωστόσο, αυτά τα επίπεδα ρεκόρ που καταγράφονται στα κρούσματα, συναντούν πληθυσμούς με υψηλό επίπεδο εμβολιασμού που υποστηρίζονται από τα πιο αποτελεσματικά εμβόλια mRNA και, σύντομα, από την ταχεία ανάπτυξη των θεραπευτικών μέσων που ελαχιστοποιούν σοβαρά τον κίνδυνο νοσηλείας και θανάτου. Αυτό σημαίνει ότι η πανδημία θα εξελιχθεί σε ενδημική για τις προηγμένες βιομηχανικά οικονομίες μέχρι το τέλος του πρώτου τριμήνου. Από την άλλη, η Κίνα που αποτελεί την κινητήρια δύναμη της παγκόσμιας ανάπτυξης, θα αντιμετωπίσει πολύ πιο μεταδοτικές μεταλλάξεις χωρίς τα πιο αποτελεσματικά εμβόλια και χωρίς τα υψηλά επίπεδα ανοσίας από νόσηση. Σε γενικές γραμμές, οι αναπτυσσόμενες χώρες θα πληγούν περισσότερο από τον κορονοϊό και οι πολιτικές ηγεσίες θα φέρουν το μεγαλύτερο βάρος της δημόσιας αντίδρασης και οργής. Επιπλέον, η ζήτηση για ενισχυτικά εμβόλια στις πιο πλούσιες χώρες θα αποτρέψει την ευρύτερη διάθεση αποτελεσματικών εμβολίων, με τα νέα κρούσματα να επιβραδύνουν την οικονομική ανάπτυξη στις αναδυόμενες αγορές αφήνοντας τα φτωχότερη κράτη με περισσότερο όγκο χρέος. Έτσι όπως επισημαίνει η Eurasia, η πανδημία του κορονοϊού θα συνεχίσει να αποτελεί το βασικό «οδηγό» της πολιτικής και της οικονομικής αστάθειας.
Πόλωση στη βάση των «Big Tech»
Σήμερα, οι μεγαλύτερες εταιρείες τεχνολογίας στον κόσμο αποφασίζουν σε μεγάλο βαθμό γύρω από αυτά που βλέπουμε και ακούμε, καθορίζοντας τις οικονομικές μας ευκαιρίες και διαμορφώνοντας τις απόψεις μας για σημαντικά θέματα. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της ΕΕ, των ΗΠΑ και της Κίνας θα αυστηροποιήσουν το θεσμικό πλαίσιο, αλλά δεν θα περιορίσουν το γεγονός ότι οι μεγάλοι τεχνολογικοί κολοσσοί θα συνεχίσουν να επενδύουν στην «ψηφιακή σφαίρα» όπου αυτοί και όχι οι κυβερνήσεις, παραμένουν οι κύριοι αρχιτέκτονες, παράγοντες και φορείς επιβολής. Εξού και το μεγάλο δίλημμα που έγκειται για κάθε χώρα και θέτει η Eurasia με το παράδειγμα της Κίνας, όπου οι ίδιες οι εταιρείες που το Πεκίνο βλέπει ως πιθανές απειλές για το καθεστώς αποτελούν επίσης απαραίτητους πυλώνες της κινεζικής οικονομίας.
Επιπλέον, η παραπληροφόρηση θα συνεχίσει να υπονομεύει την πίστη στη δημοκρατία, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ. Έτσι, καθώς οι εταιρείες τεχνολογίας και οι κυβερνήσεις αποτυγχάνουν να συμφωνήσουν για τον τρόπο προστασίας του απορρήτου των δεδομένων, της ασφάλειας στον κυβερνοχώρο και της ασφαλούς και ηθικής χρήσης της τεχνητής νοημοσύνης, οι εντάσεις μεταξύ ΗΠΑ - Κίνας (και, σε μικρότερο βαθμό, ΗΠΑ - Ευρώπης) σε αυτά τα ζητήματα θα αυξηθούν.
Οι ενδιάμεσες εκλογές στις ΗΠΑ
Μεταξύ των κινδύνων που παραθέτει η Eurasia είναι και οι ενδιάμεσες αμερικανικές εκλογές τον Νοέμβριο στις ΗΠΑ, όπου σχεδόν σίγουρα οι Ρεπουμπλικάνοι θα ανακτήσουν τον έλεγχο της Βουλής των Αντιπροσώπων – και ίσως της Γερουσίας. Εάν επιβεβαιωθεί αυτό το σενάριο, οι Δημοκρατικοί θα θεωρήσουν τον έλεγχο από τη μεριά των Ρεπουμπλικάνων ως το παράνομο αποτέλεσμα μιας εκστρατείας καταστολής ψηφοφόρων και οι Ρεπουμπλικάνοι θα δουν τη νίκη ως μια περαιτέρω απόδειξη της εκλογικής νοθείας του 2020. Το πιο σημαντικό, όμως, είναι το τι θα σημάνουν οι ενδιάμεσες εκλογές για τις προεδρικές εκλογές του 2024, καθώς ο Ντόναλντ Τραμπ δείχνει ότι θα είναι υποψήφιος. Εάν ηττηθεί από έναν Δημοκρατικό, η Βουλή που θα ελέγχεται από του Ρεπουμπλικάνους θα μπορούσε να ψηφίσει υπέρ της ανατροπής των εκλογικών αποτελεσμάτων σε επίπεδο πολιτείας, αλλά μια Γερουσία που ελέγχεται από τους Δημοκρατικούς θα περιόριζε τις συνέπειες. Αλλά εάν οι Ρεπουμπλικάνοι κερδίσουν τόσο τη Βουλή όσο και τη Γερουσία αυτόν τον Νοέμβριο, εάν ο Τραμπ απαντήσει σε πιθανή ήττα το 2024 αμφισβητώντας το αποτέλεσμα και εάν αξιωματούχοι σε επίπεδο Πολιτείας υποβάλουν εναλλακτικές προτάσεις που να αποδέχονται οι πλειοψηφίες των Ρεπουμπλικάνων στο Κογκρέσο, τότε οι προεδρικές εκλογές του 2024 στις ΗΠΑ μπορεί να να προκαλέσουν συνταγματική κρίση.
Η Κίνα στο εσωτερικό της
Η ολοένα και πιο δύσκολη πολιτική μηδενικών κρουσμάτων («zero-COVID») που ακολουθεί η Κίνα και το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων του Σι Τζινπίνγκ θα προκαλέσουν αναταράξεις στις αγορές και στις εταιρείες το 2022. Το όραμα του Σι για τεχνολογική αυτάρκεια, οικονομική ασφάλεια και κοινωνική αρμονία θα αντιμετωπίσει τις αντιδράσεις από τη Δύση, ένα μοντέλο ανάπτυξης που έχει εξαντλήσει τα όριά του και μία υπερχρεωμένη οικονομία με έναν ταχέως γηρασμένο πληθυσμό, όπως σχολιάζουν ο Bremmer και ο Kupchan.
Ρωσία
Η συγκέντρωση ρωσικών στρατευμάτων κοντά στην Ουκρανία έχει ανοίξει μία ευρύτερη αντιπαράθεση γύρω από την αρχιτεκτονική ασφάλειας της Ευρώπης. Σύμφωνα με την Eurasia, o Πρόεδρος Πούτιν θα μπορούσε να στείλει στρατεύματα για να προσαρτήσει το Ντονμπάς, αλλά η τρέχουσα απαίτησή του είναι να υπάρξουν σημαντικές παραχωρήσεις από ΝΑΤΟ και μη περαιτέρω επέκταση προς την Ανατολή, και καθώς ένα μεγάλο «παζάρι» είναι απίθανο να αποφέρει καρπούς, οι «συναντήσεις» των πλοίων και των αεροσκαφών του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας θα είναι όλο και πιο συχνές και όλο και πιο επικίνδυνες, αυξάνοντας τον κίνδυνο ενός ατυχήματος.
Ιράν
Το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν προχωρά ραγδαία, με τη διπλωματία σε αδιέξοδο, την κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν με λίγες επιλογές και το Ισραήλ να παίρνει ολοένα και περισσότερο την κατάσταση στα χέρια του, κάτι που για ακόμη μια φορά επαναφέρει το «φάντασμα» των ισραηλινών χτυπημάτων στις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις. Φυσικά, η Τεχεράνη μπορεί κάλλιστα να απαντήσει στις ισραηλινές επιθέσεις με αντίποινα εναντίον αμερικανικών στόχων, θέτοντας το Ιράκ στο στόχαστρο το επόμενο έτος και διακινδυνεύοντας έναν ευρύτερο περιφερειακό πόλεμο. Αυτές οι πιέσεις θα ενταθούν φέτος, προκαλώντας νευρικότητα στις τιμές του πετρελαίου και στα περιφερειακά κράτη, αυξάνοντας τον κίνδυνο συγκρούσεων.
Δύο βήματα πιο «πράσινα», ένα βήμα πίσω
Το 2022, οι συνεχιζόμενες πιέσεις από το υψηλό ενεργειακό κόστος θα αναγκάσουν τις κυβερνήσεις να προτιμήσουν πολιτικές που μειώνουν το κόστος αυτό αλλά καθυστερούν την δράση για το κλίμα. Όπως σημειώνουν οι δύο αναλυτές, η άνοδος των τιμών ενέργειας θα αυξήσει τα επίπεδα ανησυχίας τόσο για τους ψηφοφόρους όσο και για τους εκλεγμένους αξιωματούχους. Η πίεση μεταξύ των «πράσινων» στόχων και της ανάγκης να περιοριστεί το ενεργειακό κόστος θα αποδειχθεί τοξική πολιτικά φέτος, με αύξηση του ενεργειακού κόστους, μεγαλύτερη αστάθεια των τιμών και αυξανόμενη πίεση στους καταναλωτές να αλλάξουν τη συμπεριφορά τους. Στα σημεία που επισημαίνει ο όμιλος είναι και τα έντονα καιρικά φαινόμενα που θα προκαλέσουν ταυτόχρονες διακοπές λειτουργίας αυξάνοντας τη ζήτηση ενέργειας παγκοσμίως και αναγκάζοντας σε βιαστικές πολιτικές αποφάσεις γύρω από τις δράσεις για το κλίμα που επιδεινώνουν τις ενεργειακές στρεβλώσεις. Η Eurasia εκτιμά πως η αύξηση του ενεργειακού κόστους λιανικής και χονδρικής στα τέλη του 2021 θα υπονομεύσει τις προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης για μεγάλα τμήματα της Ευρώπης και της Βορειοανατολικής Ασίας μέχρι το 2022.
Κενή γη
Με την Ουάσιγκτον και το Πεκίνο να ασχολούνται με τα εσωτερικά τους θέματα, αλλά την ΕΕ, τη Βρετανία και την Ιαπωνία να μην μπορούν να καλύψουν το κενό εξουσίας, πολλές χώρες και περιοχές μένουν με κρίσεις που κανείς δεν μπορεί να διαχειριστεί. Στο Αφγανιστάν, οι ανοργάνωτοι Ταλιμπάν δεν μπορούν να σταματήσουν το Ισλαμικό Κράτος, ενώ ο κίνδυνος της τρομοκρατίας παραμένει επίσης οξύς στο Σαχέλ της Αφρικής. Οι εμφύλιοι πόλεμοι φέρνουν νέους κινδύνους σε Υεμένη, Μιανμάρ και Αιθιοπία, ενώ Βενεζουέλα και Αϊτή κινδυνεύουν με αυξημένες προσφυγικές κρίσεις.
Οι εταιρείες χάνουν τους πολιτισμικούς πολέμους
Τα μεγαλύτερα brands μπορεί να καρπώνονται κέρδη ρεκόρ, αλλά θα έχουν μια πιο δύσκολη χρονιά στην πολιτική. Οι καταναλωτές και οι εργαζόμενοι, ενδυναμωμένοι από την «cancel culture» και ενεργοποιημένοι από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, θα θέτουν νέες απαιτήσεις στις πολυεθνικές εταιρείες και στις κυβερνήσεις που τις ρυθμίζουν. Οι πολυεθνικές θα πρέπει να ξοδέψουν περισσότερο χρόνο και χρήμα για να περιηγηθούν σε περιβαλλοντικά, πολιτιστικά, κοινωνικά και πολιτικά «ναρκοπέδια».
Τουρκία
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα σύρει την οικονομία και τη διεθνή θέση της Τουρκίας σε νέα χαμηλά το 2022, καθώς προσπαθεί να αντιστρέψει την πτώση της δημοτικότητάς του εν όψει των εκλογών του 2023. Η ανεργία και ο πληθωρισμός είναι σε υψηλά επίπεδα, η λίρα αδύναμη και ευμετάβλητη, αλλά ο Ερντογάν απορρίπτει την ορθόδοξη οικονομική διαχείριση. Η εξωτερική πολιτική του θα γίνει πιο συγκρουσιακή φέτος, για να αποσπάσει την προσοχή των ψηφοφόρων από την οικονομική κρίση.
Η δίκη της Halkbank, η οποία θα πρέπει επιτέλους να ξεκινήσει και να ολοκληρωθεί κάποια στιγμή φέτος, κινδυνεύει να γίνει ένα σημαντικό σημείο ανάφλεξης, ιδιαίτερα εάν η τράπεζα κριθεί ένοχη για παραβιάσεις των κυρώσεων στο Ιράν και ο Ερντογάν αρνηθεί να συμβιβαστεί. Επιπλέον οι προκλητικές προοπτικές που ανοίγονται στην προσπάθεια της Τουρκίας να αποκτήσει περισσότερα F-16 και κιτ εκσυγχρονισμού από τις ΗΠΑ, θα μπορούσε να εκτροχιάσει τις προσπάθειες τόσο στην Άγκυρα όσο και στην Ουάσιγκτον να διατηρήσουν μια οριακά εποικοδομητική διμερή ατζέντα. Ένας ανυπόμονος Ερντογάν, που επιδιώκει να κερδίσει πολιτικούς πόντους στο εσωτερικό, μπορεί να ακυρώσει πρόωρα τις συνομιλίες και να στραφεί στη Ρωσία για περισσότερες αμυντικές συμφωνίες. Αυτό θα πυροδοτούσε πρόσθετες κυρώσεις από τις ΗΠΑ, όπως εκτιμάει η Eurasia. Ακόμα κι αν η Ουάσινγκτον επιλέξει πιο μετριοπαθείς απαντήσεις, οι εξελίξεις θα προκαλέσουν σπασμωδικές αντιδράσεις από τον Ερντογάν. Οι ακανόνιστες επιλογές του θα τροφοδοτήσουν ανησυχίες για τους κινδύνους μεγάλης τουρκικής υπέρβασης στη Συρία και σύγκρουσης με την Ελλάδα ή την Κύπρο για αμφισβητούμενα ύδατα. Καμία από αυτές τις κινήσεις δεν θα δώσουν πόντους στον Ερντογάν στο εσωτερικό της χώρας, με την ανεξέλεγκτη λίρα και τον δραματικό πληθωρισμό να ακρωτηριάζουν την ικανότητα των ψηφοφόρων να τα βγάλουν πέρα.
Εάν οι οικονομικές συνθήκες επιδεινωθούν ταχύτερα, ο Ερντογάν θα μπορούσε να αναγκαστεί να διεξαγάγει πρόωρες εκλογές φέτος, επιδεινώνοντας τους παραπάνω κινδύνους. Δεδομένης της θεσμικής αδυναμίας της Τουρκίας και της πιθανότητας για δημοκρατική οπισθοδρόμηση και βιαιότητες, οι πρόωρες εκλογές θα απειλούσαν να βυθίσουν τη χώρα στο χάος και να εδραιώσουν περαιτέρω τη θέση της ως μια εξέχουσα περίπτωση μεταξύ των αναδυόμενων αγορών, σύμφωνα με την Eurasia.