Sell off με αφετηρία την Τετάρτη και συνέχεια μέχρι και σήμερα καταγράφεται στα ελληνικά ομόλογα και ειδικότερα στις λήξεις 2031 και 2052.
Όπως αποτυπώνεται και από τα στοιχεία συναλλακτικής δραστηριότητας της ΗΔΑΤ, την Τετάρτη υπήρξε ένα έντονο ξεπούλημα στους ελληνικούς τίτλους με τα 93 εκατ. ευρώ από τα συνολικά 107 εκατ. ευρώ να περνούν μέσω εντολών πώλησης, εστιάζοντας κυρίως στους ομολογιακούς τίτλους δεκαετίας και τριακονταετίας.
Παράλληλα, η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου ενισχύεται την Παρασκευή κατά 6,26% στο 1,493%, ενώ η απόδοση του 5ετούς κατά 9,29% στο 0,706%. Έτσι, το spread διαμορφώνεται πλέον στις 154,6 μ.β καθώς και το Bund καταγράφει άνοδο κατά 16,18% στο -0,057%.
Οι κινήσεις αυτές οφείλονται τόσο στο fast forward που θέτει η Fed αναφορικά με το tapering και την ακόμη πιο εμπροσθοβαρή βάση σχετικά με τις αυξήσεις των επιτοκίων αλλά και στο ότι εντοπίζεται ένα υψηλό ρίσκο γύρω από το επικοινωνιακό σκέλος και τους χειρισμούς της ΕΚΤ που δείχνει να μειώνει το ρυθμό μείωσης των αγορών στο πλαίσιο του PEPP. Από την άλλη, η πορεία του πληθωρισμού όπου όπως αποτυπώνεται όχι απλά δεν καταγράφει αποκλιμάκωση αλλά έφτασε στο 5% τον Δεκέμβριο στην Ευρωζώνη, περιπλέκει ακόμη περισσότερο το έργο της ΕΚΤ που επιμένει πως η τρέχουσα άνοδος είναι προσωρινή...Βέβαια αν αυτή η ανοδική τροχιά συνεχιστεί η και διατηρηθεί πιθανώς να διαμορφώσει ένα εκρηκτικό τοπίο εντός της ΕΚΤ, καθώς τα «γεράκια» ήδη ακονίζουν τα νύχια τους επιμένοντας πως ο πληθωρισμός λαμβάνει πιο επίμονα και μόνιμα χαρακτηριστικά.
Σε αυτό το σκηνικό καλείται να πορευθεί ο ΟΔΔΗΧ έχοντας θέσει στα 12 δισ. ευρώ τον «πήχη» του δανειακού προγράμματος για το 2022 και έχοντας αντλήσει συνολικά για το 2021, 15,8 δισ. ευρώ μέσω των εκδόσεων 30ετούς, 10ετούς, 5ετούς διάρκειας, των επανεκδόσεων και της τελευταίας ανταλλαγής ομολόγων από το PSI που δεν είχαν συμμετάσχει στο swap του Δεκεμβρίου 2017.
Ο ΟΔΔΗΧ στο βασικό του σενάριο και σε ότι αφορά τις ανάγκες χρηματοδότησης για το νέο έτος εκτιμά πως θα αποπληρωθούν χρεολύσια 8 δισ. ευρώ, τόκοι ύψους 4,7 δισ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένων των swap που αφορούν τα δάνεια GLF του 2010 ύψους 52,9 δισ. ευρώ στο πλαίσιο του μνημονιακού προγράμματος, με τη χρηματοδότηση του ελλείμματος να φτάνει στα 2,7 δισ. ευρώ, την προεξόφληση εντόκων γραμματίων και διμερών δανείων να διαμορφώνεται στα 5,2 δισ. ευρώ και την κάλυψη άλλων αναγκών στα 4,3 δισ. ευρώ. Έτσι, οι τελικές χρηματοδοτικές ανάγκες του ελληνικού δημοσίου τον επόμενο χρόνο αναμένεται να φτάσουν στα 24 δισ. ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί πως οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας δεν ξεπέρασαν το 20% του ΑΕΠ το 2021, κοντά στο μέσο όρο των κρατών της Ευρωζώνης (Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Κύπρος και Ιρλανδία) και θα παραμείνουν αρκετά χαμηλότερα από το 15% το επόμενο διάστημα.
Από την άλλη, σε ό,τι αφορά τις πηγές χρηματοδότησης για το 2022, ο ΟΔΔΗΧ εκτιμά πως οι εισροές από την ΕΚΤ, το RRF, την ΕΤΕπ και το πρόγραμμα SURE θα διαμορφωθούν συνολικά στα 4,2 δισ. ευρώ. Τα κέρδη που θα εκταμιεύσει ο ESM από τα ANFAs και SMPs αναμένεται να φτάσουν τα 1,3 δισ. ευρώ, ενώ τα έσοδα από τις αποκρατικοποιήσεις θα φτάσουν τα 0,7 δισ. ευρώ. Παράλληλα, τα ταμειακά διαθέσιμα εκτιμάται πως θα υποχωρήσουν κατά 6,6 δισ. ευρώ, ενώ στο τέλος της φετινής χρονιάς ξεπερνούν τα 31 δισ. ευρώ.