Γερμανία: Η στιγμή των κρίσιμων αποφάσεων - Ο ρόλος της σε ΕΕ και παγκόσμια γεωπολιτική σκηνή

Κώστας Οικονομάκης
Viber Whatsapp
Μοιράσου το
Γερμανία: Η στιγμή των κρίσιμων αποφάσεων - Ο ρόλος της σε ΕΕ και παγκόσμια γεωπολιτική σκηνή
Ο Μερτς βρίσκεται αντιμέτωπος με σωρεία προκλήσεων τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Είναι αρκετές οι πολιτικές του για να κάνει τη διαφορά;

H Γερμανία έχει επιστρέψει, είναι το πρώτο μήνυμα που έστειλε στην Ευρώπη ο επερχόμενος Καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς, ο οποίος κατέληξε σε συμφωνία με τους Σοσιαλδημοκράτες για να κυβερνήσουν τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, πέντε μήνες μετά την κατάρρευση της προηγούμενης κυβέρνησης.

Επενδύσεις στη βαριά βιομηχανία, φορολογική ελάφρυνση σε μικρές και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις και αξιόπιστο ενεργειακό εφοδιασμό, οι ξεκάθαρες προτεραιότητές του για την επανεκκίνηση της γερμανικής οικονομίας. Πιο θολό ωστόσο το τοπίο της εξωτερικής πολιτικής, με τα μεγάλα γεωπολιτικά ζητήματα σε Ουκρανία, Ρωσία και Μέση Ανατολή να ζητούν ισχυρή διπλωματία, την ώρα που το Βερολίνο κοιτάζει την Ουάσιγκτον στο μέτωπο του εμπορίου αλλά «κλείνει το μάτι» και στο Πεκίνο.

Δύσκολες οι αποφάσεις στη γεωπολιτική σκακιέρα, επείγουσες οι μεταρρυθμίσεις στο εσωτερικό και ο Φρίντριχ Μερτς δεν έχει ούτε χρόνο, ούτε και πολλές επιλογές. Η χρονική συγκυρία πιο δύσκολη από κάθε άλλη φορά στη διάρκεια των τελευταίων ετών, αφού η γερμανική οικονομία οδεύει προς το τρίτο έτος ύφεσης και η ίδια η Γερμανία κινδυνεύει να πορευθεί στη σκιά της πάλαι ποτέ ευρωπαϊκής ηγεμονίας της.

Ένα μέλλον γεμάτο προκλήσεις

Ο Μερτς και οι εταίροι του στον συνασπισμό καλούνται να βάλουν τέλος στο πολιτικό κενό της Γερμανίας. Όμως, ήδη, ο Μερτς βρίσκεται αντιμέτωπος με πτώση της δημοτικότητάς του και με μπαράζ επικρίσεων από τμήματα της συντηρητικής βάσης των Χριστιανοδημοκρατών που πιστεύουν ότι ενέδωσε στις απαιτήσεις των Σοσιαλδημοκρατών (SPD) στις συνομιλίες για τον συνασπισμό. Οι επικριτές του ισχυρίζονται ότι απέτυχε να εκπληρώσει τις προεκλογικές δεσμεύσεις του να μετακινήσει τη Χριστιανοδημοκρατική Ένωση (CDU) προς τα δεξιά σε βασικούς τομείς πολιτικής.

Φρίντριχ Μερτς - Πηγή Φωτογραφίας: @associatedpress

Το Politico χαρακτηρίζει τον Μερτς έναν «τραυματισμένο και αποδυναμωμένο ηγέτη» που ίσως χρειαστεί να αφιερώσει περισσότερο χρόνο για να αποκαταστήσει την κατεστραμμένη εικόνα του στο εσωτερικό της χώρας.

Και ο επερχόμενος συνασπισμός αντιμετωπίζει τέσσερις μνημειώδεις προκλήσεις: ένα περιβάλλον ασφαλείας που καταρρέει και επιδεινώνεται από την υποχώρηση της Αμερικής από την παγκόσμια ηγεσία, μια οικονομία σε παρακμή, μια αυξανόμενη κοινωνική και πολιτική πόλωση και μία πλειοψηφία Γερμανών που στερείται εμπιστοσύνης στην ικανότητα της επερχόμενης κυβέρνησης να λύσει τα προβλήματα της χώρας.

Το ερώτημα λοιπόν είναι πόσο πραγματικά έτοιμη είναι η Γερμανία για να αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο και κατά πόσο η υπόλοιπη Ευρώπη μπορεί να στηριχθεί στη Γερμανία.

Τα σχέδια Μερτς

Οι συνεχείς κινήσεις του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για επιβολή τεράστιων δασμών – που θα βαρύνουν ιδιαίτερα τις ετήσιες εξαγωγές της Γερμανίας στην Αμερική ύψους 161 δισ. ευρώ- δύσκολα θα μπορούσαν να έρθουν σε χειρότερη στιγμή για τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης καθώς βρίσκεται στα πρόθυρα του τρίτου διαδοχικού έτους ύφεσης.

Ο Φρίντριχ Μερτς έχει ήδη στείλει ένα σαφές μήνυμα στη γηραιά ήπειρο ότι το Βερολίνο πρόκειται να αποτινάξει το δημοσιονομικό του συντηρητισμό, να χαλαρώσει το περιβόητο φρένο χρέους του και να διοχετεύσει εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ στις υποδομές και την άμυνά του, καθώς ο Τραμπ αμφιταλαντεύεται στις δεσμεύσεις των ΗΠΑ για την ευρωπαϊκή ασφάλεια.

Οι αμυντικές δαπάνες άνω του 1% του ΑΕΠ θα εξαιρεθούν πλέον από τα όρια δανεισμού και ένας νέος μηχανισμός εκτός προϋπολογισμού 500 δισ. ευρώ θα χρηματοδοτήσει νέα έργα υποδομής, με 100 δισ. ευρώ να προορίζονται για επενδύσεις για το κλίμα. Επιπλέον, όλες οι επενδύσεις πρέπει να πληρούν τον στόχο της κλιματικής ουδετερότητας έως το 2045. Οι κανόνες που περιορίζουν τον δανεισμό από τα ομοσπονδιακά κράτη έχουν επίσης χαλαρώσει ελαφρώς.

Επίσης, θα δημιουργηθεί ένα κρατικό γερμανικό ταμείο ύψους 10 δισ. ευρώ, με την προοπτική να φθάσει τα 100 δισ. ευρώ με τη συνδρομή των ιδιωτών επενδυτών για να στηρίξει τις νεοφυείς επιχειρήσεις και να αναβαθμίσει τις επιχειρήσεις. Η κυβέρνηση υπόσχεται ενίσχυση των επενδύσεων και μείωση του εταιρικού φόρου για να ενθαρρύνει τις επενδύσεις.

Είναι αρκετές οι αλλαγές αυτές;

Από το 2009, το Βερολίνο έχει περιορίσει τα διαρθρωτικά ελλείμματα – το μόνιμο δανεισμό της χώρας - στο 0,35% του ΑΕΠ ετησίως εκτός κρίσεων. Αυτό περιόρισε τις επενδύσεις σε υποδομές ζωτικής σημασίας, την ψηφιοποίηση και τη βιομηχανική ανταγωνιστικότητα.

Εν συνεχεία, μία σειρά από κρίσεις αποκάλυψε τις αδυναμίες του γερμανικού μοντέλου. Η πανδημία του COVID-19 ανάγκασε τη Γερμανία να αναστείλει προσωρινά το φρένο χρέους, ενώ η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία υπογράμμισε τη σημασία της επιτάχυνσης της μετάβασης στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Ωστόσο, το εξαγωγικό μοντέλο της χώρας βρίσκεται υπό πίεση, η ανταγωνιστικότητά της έχει μειωθεί και οι βασικές υποδομές είναι ξεπερασμένες. Και βεβαίως, αντιμετωπίζει τεράστιες ανάγκες σε δημόσιες υπηρεσίες, βιομηχανικό εκσυγχρονισμό και ανθεκτικότητα στο κλίμα.

Παρότι θα αυξήσει σημαντικά τις δημόσιες επενδύσεις την επόμενη δεκαετία, αυτό πιθανότατα να μην κριθεί αρκετό για να καλύψει τα τεράστια κενά. Πολύ περισσότερο, η στροφή του Βερολίνου σε μεγαλύτερες δαπάνες γεννά σοβαρά ερωτήματα για θέματα δημοσιονομικής πειθαρχίας. Σύμφωνα με το think tank Bruegel, η νέα δημοσιονομική στρατηγική της Γερμανίας έρχεται σε άμεση αντίθεση με τους κανόνες της ΕΕ. Το αναθεωρημένο πλαίσιο απαιτεί από τις χώρες με χρέος άνω του 60% του ΑΕΠ να το μειώσουν εντός επτά ετών. Ωστόσο, το χρέος της Γερμανίας, επί του παρόντος 67% του ΑΕΠ, θα αυξάνεται συνεχώς. Για να παραμείνει εντός των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ, η Γερμανία θα πρέπει να μειώνει το έλλειμμά της κάθε χρόνο, ενόσω οι νέες δαπάνες θα οδηγήσουν σε αύξηση των ετήσιων ελλειμμάτων.

Η πραγματική πρόκληση τώρα είναι αν αυτή η αλλαγή επιτρέπει στην ΕΕ να προσαρμοστεί σε αυτή τη νέα πραγματικότητα ή αν οι απαρχαιωμένοι κανόνες θα συνεχίσουν να περιορίζουν το οικονομικό δυναμικό της Ευρώπης, όπως χαρακτηριστικά επισημαίνουν αναλυτές.

Η έκθεση Ντράγκι έχει ήδη παράσχει ένα σχέδιο για δημόσιες επενδύσεις μεγάλης κλίμακας, εκτιμώντας ότι απαιτούνται περί τα 800 δις. ευρώ για τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας της Ευρώπης. Για να καλύψει αυτή την ανάγκη, ο Ντράγκι υποστηρίζει ότι η ΕΕ πρέπει να δανειστεί συλλογικά για να χρηματοδοτήσει ένα ευρωπαϊκό επενδυτικό ταμείο. Μια παρόμοια προσέγγιση συμφωνήθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας Covid-19, αλλά αυτά τα χρήματα θα εξαντληθούν το 2026.

Η γερμανική κυβέρνηση θα πρέπει να δει ότι αυτό είναι επίσης προς το δικό της οικονομικό συμφέρον. Το οικονομικό μοντέλο της Γερμανίας στηρίζεται εδώ και πολύ καιρό στις εξαγωγές, αλλά με τις ΗΠΑ να γίνονται πιο προστατευτικές και η Κίνα να εισάγει λιγότερα αγαθά, η εξωτερική ζήτηση δεν είναι πλέον αξιόπιστη κινητήρια δύναμη ανάπτυξης. Εάν επιτραπούν μεγαλύτερες παραγωγικές επενδύσεις σε ολόκληρη την ΕΕ, θα αυξηθεί η γερμανική και η ευρωπαϊκή ζήτηση, συμπεριλαμβανομένων των προϊόντων γερμανικής κατασκευής.

Εξωτερική πολιτική και διπλωματία

Aναφορικά με την εξωτερική πολιτική, ο Φρίντριχ Μερτς έχει ήδη ανακοινώσει ότι θα ταξιδέψει στο Παρίσι και τη Βαρσοβία το συντομότερο δυνατό και θα συντονιστεί στενά με τις δύο πρωτεύουσες για την αντιμετώπιση του Ντόναλντ Τραμπ.

Οι πρώτες επισκέψεις στους μεγαλύτερους γείτονες της Γερμανίας τόσο στα ανατολικά όσο και στα δυτικά αποτελούν παραδοσιακά προτεραιότητες της ατζέντας των νέων Γερμανών καγκελαρίων. Ωστόσο, ο Όλαφ Σολτς είχε κατηγορηθεί για παραμέληση στενών δεσμών με τους συμμάχους του.

Ο Μερτς έχει πει ότι θα αντιστρέψει αυτή την τάση, ειδικά όταν έχει να κάνει με τον πρόεδρο της Αμερικής, Ντόναλντ Τραμπ. «Θα ταξιδέψω στην Ουάσιγκτον μόνο όταν αποκτήσω κοινή γνώμη και θέση από ευρωπαίους εταίρους για καθοριστικά θέματα», είπε ο Μερτς στην Bild. Έχει αναφέρει τη Γαλλία, την Πολωνία, την Κομισιόν και τη Βρετανία ως κύριους συνομιλητές του πριν από οποιαδήποτε συνάντηση με τον Τραμπ.

Αυτό υποδηλώνει σχέδια επιστροφής στον άτυπο συντονισμό με τα «βαριά» μέλη της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένων των μη μελών της ΕΕ, αντί να συνεργαστεί μέσω των θεσμικών οργάνων της ΕΕ, όπως αναφέρει το Euractiv.

Εν μέσω ωστόσο του ασταθούς παγκόσμιου εμπορικού τοπίου και των μεταβαλλόμενων συμμαχιών, ο Μερτς καταλαβαίνει ότι είναι επείγον να επαναπροσδιορίσει και τις σινο-γερμανικές σχέσεις, μετατρέποντας αυτό που κάποτε ήταν «μήνας του μέλιτος» σε μια πράξη εξισορρόπησης μεταξύ της οικονομικής αλληλεξάρτησης και των αυξανόμενων στρατηγικών ανησυχιών.

Το Βερολίνο θα πρέπει να δώσει έμφαση στη διατήρηση του Πεκίνου ως εταίρου, ειδικά καθώς η σινο-γερμανική συνεργασία μπορεί να αποδειχθεί απαραίτητη για την αντιμετώπιση των οικονομικών και οικονομικών επιπτώσεων της κυβέρνησης Τραμπ. Ενόψει ενός εμπορικού πολέμου και μιας πιθανής παγκόσμιας ύφεσης, η πολυεθνική συνεργασία καθίσταται πλέον απαραίτητη.

Tην ίδια στιγμή, ο Μερτς υποβάθμισε τις ελπίδες μιας ταχείας ένταξης της Ουκρανίας στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ. «Η Ουκρανία είναι μια ευρωπαϊκή χώρα σε πόλεμο και μια χώρα σε πόλεμο δεν μπορεί ούτε να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ ούτε μέλος της ΕΕ», είναι η εκτίμηση του Μερτς, καθιστώντας ακόμη πιο επιφυλακτική τη στάση που είχε ήδη κρατήσει κατά την προεκλογική εκστρατεία του.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

Διαβάστε ακόμη

ΔΝΤ: Στο 2,8% η παγκόσμια ανάπτυξη το 2025 - Καθοδική αναθεώρηση των προβλέψεων για ΗΠΑ, ΕΕ, Ασία

DW: Βρετανο-γερμανική κρίση λόγω των Eurofighter;

Πορεία στα τυφλά για την Ευρώπη - Τι φοβάται η Κριστίν Λαγκάρντ

BEST OF LIQUID MEDIA

gazzetta
gazzetta reader insider insider