Πιθανή έξοδο του ΟΔΔΗΧ στις αγορές «βλέπει» η JP Morgan με μια μέσης διάρκειας έκδοση (5ετούς ή 7έτους διάρκειας) μεταξύ Μαρτίου - Απριλίου, διατηρώντας ωστόσο επιφυλάξεις, εν μέσω της επιθετικότερης στροφής της Fed και των πιέσεων που ασκεί ο επίμονα υψηλός πληθωρισμός στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, οδηγώντας τα χαρτοφυλάκια μακριά από τις αγορές ομολόγων.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της JP Morgan, το spread του ελληνικού 10ετούς έναντι του Bund θα υποχωρήσει από τις 222,4 μονάδες βάσης, στις 170 μονάδες βάσης τον Ιούνιο του 2022, παραμένοντας σε αυτό το εύρος μέχρι τον Σεπτέμβριο, προτού ενισχυθεί μετέπειτα στις 180 μονάδες βάσης παραμένοντας σε αυτά τα επίπεδα μέχρι το Μάρτιο του 2023.
Ένα ερώτημα που δέχονται συνεχώς οι αναλυτές του αμερικανικού οίκου, σχετίζεται με το μακρινό άκρο της ευρωπαϊκής καμπύλης και με τη σταθερότητά της να κινείται ψηλότερα σε ένα μακροοικονομικό περιβάλλον που σαφώς δεν δικαιολογεί πλέον μια δυναμική ιαπωνοποίησης (Japanisation). Τα επιχειρήματα υπέρ των υψηλότερων αποδόσεων στο μακρινό άκρο της καμπύλης είναι πως πρώτον, η περιοχή δεν βρίσκεται πλέον στα πρόθυρα της ιαπωνοποίησης. Στην πραγματικότητα, οι κίνδυνοι για τον πληθωρισμό «γέρνουν» από την άλλη πλευρά λόγω του βραχυπρόθεσμου ενεργειακού «σοκ», αλλά και της μεσοπρόθεσμης μετάβασης σε μια εναλλακτική πηγή ενέργειας και την «πράσινη» μετάβαση (σύμφωνα με το επιχείρημα του «πράσινου» πληθωρισμού που είχε παρουσιάσει η Ι. Schnabel στο παρελθόν).
Επιπλέον, η δημοσιονομική πολιτική και στάση της Ευρωζώνης είναι πιθανό να παραμείνει επεκτατική βραχυπρόθεσμα, λόγω του ενεργειακού «σοκ», αλλά και μεσοπρόθεσμα, με σαφή ανάγκη επενδύσεων στο σκέλος της άμυνας και με μια εκ νέου μετάβαση σε εναλλακτικές πηγές ενέργειας. Η αυστηροποίηση των δημοσιονομικών όρων θα καθυστερήσει τουλάχιστον το 2022 με την αναστολή του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, συμβάλλοντας έτσι περαιτέρω σε μια σταθερή μακροοικονομική προοπτική σε μια χρονική περιόδο που η νομισματική πολιτική εξακολουθεί να είναι υποστηρικτική.
Τρίτον, η ΕΚΤ έχει μια «επιθετική» κλίση ως προς το σκέλος των αγορών των περιουσιακών στοιχείων στα προγράμματά της, αλλά συνεχίζει να διατηρεί μια πιο υπομονετική στάση ως προς τα επιτόκια, συζητώντας για μια σταδιακή κανονικοποίηση και εξομάλυνση των επιτοκίων και όχι για την έναρξη ενός νέου κύκλου σύσφιξης. Αυτό θα απαιτήσει ένα υψηλότερο προθεσμιακό ασφάλιστρο στο μακροπρόθεσμο άκρο της καμπύλης, με αύξηση του ονομαστικού και του πραγματικού επιτοκίου.
Παράλληλα, οι οικονομολόγοι του οίκου αύξησαν τις εκτιμήσεις τους για τον πληθωρισμό, μειώνοντας από την άλλη τις εκτιμήσεις τους για την ανάπτυξη στην Ευρωζώνη, ώστε να αντανακλώνται οι υψηλότερες τιμές ενέργειας. Συγκεκριμένα, αναθεώρησαν προς τα πάνω τον πληθωρισμό κατά 1,5% και μείωσαν το επίπεδο του ΑΕΠ κατά 0,4%, οδηγώντας τις σωρευτικές αναθεωρήσεις από τα μέσα Ιανουαρίου στο 2,5% για το ΑΕΠ και στο 3% για τον πληθωρισμό.