Σε νέα μεγαλύτερη υποβάθμιση της τιμής στόχου για τον Γενικό Δείκτη του Χρηματιστηρίου Αθηνών προχώρησε η Goldman Sachs, εξαιτίας και της πιο αρνητικής θέσης που διατηρεί για τις αγορές μετοχών σε ένα ταχύτατα επιδεινούμενο διεθνές οικονομικό περιβάλλον.
Συγκεκριμένα, ο αμερικανικός οίκος θέτει στόχο για το Γενικό Δείκτη του Χρηματιστηρίου στις 900 μονάδες από 1.025 μονάδες που ανέμενε τον Αύγουστο, με την αγορά να βρίσκεται στις 788,46 μονάδες. Αυτό συνεπάγεται ένα περιθώριο ανόδου της τάξεως του 14,14% κατά τους επόμενους δώδεκα μήνες.
Ο δείκτης αποτίμησης P/E (πολλαπλασιαστής κερδών) για την εγχώρια αγορά διαμορφώνεται στο 6,9x, χαμηλότερα από το στόχο της Goldman Sachs (7,5x) τη στιγμή που τα EPS (κέρδη ανά μετοχή) εκτιμάται πως θα ενισχυθούν κατά 9% κατά τους επόμενους δώδεκα μήνες. Από την άλλη, το consensus των αναλυτών αναμένει ελαφρώς χαμηλότερη άνοδο της τάξεως του 8% (από τις χαμηλότερες εκτιμήσεις μετά την αγορά της Πολωνίας, της Τουρκίας, των ΗΑΕ και της Ινδονησίας, αλλά όχι σε αρνητικά επίπεδα), με τη μερισματική απόδοση να εκτιμάται στο 5%, από 2% που ανέμενε τον Αύγουστο.
Ευρύτερα, ο αμερικανικός οίκος κόβει επίσης την εκτίμησή του και για την πορεία του δείκτη MSCI EM (MSCI Αναδυόμενων Αγορών) στις 1.025 μονάδες από τις 1.200 μονάδες προηγουμένως (έχει μειώσει τις τιμές στόχους τόσο για τον S&P 500 όσο και για τον Stoxx 600), επισημαίνοντας ωστόσο τη σημαντική διασπορά εντός του δείκτη. Όπως αναφέρει το μισό τμήμα των αγορών που εντάσσονται στον MSCI EM έχει υπεραποδώσει σημαντικά έναντι του S&P 500 (ο δείκτης των αναδυόμενων αγορών (εκτός Βόρειας Ασίας) έχει υπεραποδώσει κατά 14 ποσοστιαίες μονάδες), αλλά το άλλο μισό των δεικτών έχει καταγράψει μια σημαντική υστέρηση (η Κορέα και η Ταϊβάν έχουν υποαποδώσει κατά 22 ποσοστιαίες μονάδες έναντι του S&P 500, ενώ ο MSCI China έχει υποαποδώσει κατά 9 ποσοστιαίες μονάδες). Σύμφωνα με την Goldman Sachs, η υπεραπόδοση κατά την καθοδική πορεία υποδηλώνει ότι μια ενδεχόμενη ανάκαμψη των παγκόσμιων μετοχών μπορεί να μην ευνοήσει τις αναδυόμενες αγορές που ιστορικά δείχνουν να είναι πιο «προκυκλικές».
Επιπλέον, ως προς το εάν έχει βρει πυθμένα ο MSCI EM η εάν θα υπάρξει περαιτέρω πτώση στις αναδυόμενες αγορές, ο αμερικανικός οίκος αναφέρει πως με έναν απλό υπολογισμό του ERP (το ασφάλιστρο κινδύνου των μετοχών) συμπεριλαμβάνοντας και τις πραγματικές αποδόσεις των αμερικανικών κρατικών τίτλων φαίνεται ότι ο MSCI EM θα μπορούσε να υποχωρήσει κατά 6% επιπλέον για να φτάσει τα επίπεδα ERP των τελευταίων πτώσεων (όπως το 2009 και το 2016) αλλά και κατά 21% για να φτάσει στα χαμηλότερα ιστορικά κατώτατα όρια (2011 και 2020). Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει μια συνεπής «κατώτατη αποτίμηση» και υπό αυτό το πρίσμα συνιστά στους επενδυτές να παραμείνουν τοποθετημένοι με έναν «αμυντικό» προσανατολισμό.
Από την σκοπιά των περιοχών, οι μετοχές των αναδυόμενων αγορών έχουν διαπραγματευτεί στενά με τα μακροοικονομικά τους δεδομένα και οι αναλυτές του αμερικανικού οίκου παραμένουν θετικοί για τις αγορές της Λατινικής Αμερικής (σταθερές τιμές εμπορευμάτων και local rate premium), της ΜΕΝΑ (Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική - αντιστάθμιση έναντι της ανατίμησης του δολαρίου και των αυξανόμενων αποδόσεων στα αμερικανικά ομόλογα) και της Νότιας και Νοτιοανατολικής Ασίας (μεγαλύτερη ευαισθησία σε μια υπεραπόδοση των επιτοκίων της περιοχής). Από την άλλη, η Goldman Sachs παραμένει επιφυλακτική και προσεκτική με τις αγορές της Βόρειας Ασίας (που συνδέονται με τις κυκλικά αναπτυγμένες αγορές) και με τις αναδυόμενες αγορές της Ευρώπης στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και η Ελλάδα, εξαιτίας των γεωπολιτικών κινδύνων και κινδύνων μιας ευρωπαϊκής ύφεσης.