«Πόλεμο» στις ευρωπαϊκές αγορές μετοχών, με έναν νέο γύρο sell off αναμένουν οι αναλυτές στρατηγικής για τις ευρωπαϊκές μετοχές της Bank of America, διατηρώντας έτσι στο ακέραιο την άκρως και επί μακρόθεν αρνητική τους θέση ως προς τις προοπτικές της περιοχής.
Όπως αναφέρουν, τα οικονομικά στοιχεία που συλλέγονται από έρευνες αποτυπώνουν παγκοσμίως μια ζοφερή εικόνα, με τους δείκτες PMI για τις νέες παραγγελίες σε Ευρωζώνη και ΗΠΑ, αλλά και τους δείκτες ISM μεταποίησης και υπηρεσιών για νέες παραγγελίες στις ΗΠΑ (και οι δύο στις 45 μονάδες) να βρίσκονται σε ένα πλαίσιο ύφεσης.
Ωστόσο, οι ευρωπαϊκές αγορές δεν «αποθαρρύνονται» και τιμολογούν έναν δείκτη PMI για την Ευρωζώνη υψηλότερα από τις 55 μονάδες. Αυτές οι «αντοχές» βασίζονται κυρίως στα «σκληρά δεδομένα», όπως το αμερικανικό ΑΕΠ που «τρέχει» με ρυθμό 4% (ισοδύναμο με έναν PMI στις ΗΠΑ γύρω στις 55 μονάδες), υποστηριζόμενο από τον όγκο των ανεκτέλεστων παραγγελιών που δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορονοϊού.
Η BofA εκτιμά ότι η τόσο αισιόδοξη «τιμολόγηση» για την ανάπτυξη θα αποδειχθεί μη βιώσιμη, καθώς τα δεδομένα της οικονομικής δραστηριότητας αναμένεται να εναρμονιστούν με τη χαμηλότερη ζήτηση, καθώς θα «εξουδετερώνεται» το ανεκτέλεστο των παραγγελιών και οι δείκτες της οικονομικής δραστηριότητας αναμένεται να εξασθενήσουν περαιτέρω όσο θα ξεδιπλώνεται ο πλήρης οικονομικός αντίκτυπος της «επιθετικής» αυστηροποίησης της νομισματικής πολιτικής. Κατά συνεπεια, εκτιμούν ότι ο επόμενος μεγάλος «πονοκέφαλος» για τις αγορές θα είναι η απότομη απώλεια της αναπτυξιακής δυναμικής, που συνεπάγεται μια καθοδική πορεία για τις ευρωπαϊκές μετοχές, μείωση των αποδόσεων των ομολόγων, διεύρυνση των ασφαλίστρων κινδύνου, υποβαθμίσεις στα κέρδη ανά μετοχή και υποαπόδοση για τις «κυκλικές» μετοχές έναντι των «αμυντικών».
Οι αντιξοότητες από τη νομισματική αυστηροποίηση κόντρα στην ώθησης από το re-opening της Κίνας
Όπως επισημαίνουν οι αναλυτές στρατηγικής, η εκτίμησή τους ότι ο PMI / ISM θα υποχωρήσει περαιτέρω είναι ιδιαίτερα αμφιλεγόμενη, δεδομένου ότι: (α) οι δείκτες PMI τείνουν να είναι «mean - reverting» (τείνουν να επιστρέψουν στη μακροπρόθεσμη μέση τιμή τους) και είναι ήδη αρκετά χαμηλότερα από τον μακροπρόθεσμο μέσο όρο τους και (β) οι τιμές της ενέργειας έχουν εξασθενίσει σημαντικά, ενισχύοντας την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών. Ωστόσο, ενώ το «βαρίδι» που σχετίζεται με την ενέργεια υποχωρεί, η BofA αναμένει να γίνει αισθητό ένα δεύτερο «κύμα» μακροοικονομικής αδυναμίας ως απάντηση στην «επιθετική» περιοριστική νομισματική πολιτική, που υπονοεί περαιτέρω πτώση για PMI / ISM, την οποία η αγορά δεν τιμολογεί.
Ο βασικός κίνδυνος ανοδικής απόκλισης για τη «bearish» θέση της BofA είναι ότι το μεγαλύτερο μέρος της ώθησης από το re-opening και κατά συνέπεια της δυναμικής της ανάπτυξης της Κίνας έχει αποτιμηθεί πριν από την ανάκαμψη του PMI της που αναμένει ο οίκος (δηλαδή από τα τέλη του πρώτου τριμήνου και έπειτα). Εν τέλει ωστόσο, η «τροχιά» και πορεία που θα ακολουθήσουν οι αγορές για εφέτος εξαρτάται από το τι θα αποδειχθεί πιο επιδραστικό: το re-opening της Κίνας ή η έλευση μιας ύφεσης στις ΗΠΑ λόγω της νομισματικής αυστηροποίησης. «Είμαστε τοποθετημένοι και κλείνουμε προς το δεύτερο, δεδομένης της κλίμακας των αντιξοότητων από τους «επιθετικούς» χειρισμούς των κεντρικών τραπεζών που βρίσκεται μπροστά και της σημασίας των ΗΠΑ για τον παγκόσμιο κύκλο», αναφέρουν οι αναλυτές.
Σε αυτή τη βάση παραμένουν αρνητικοί για την πορεία των ευρωπαϊκών μετοχών, αναμένοντας μια πτώση της τάξεως του 20% σχεδόν για τον Stoxx 600 στις 365 μονάδες κατά το δεύτερο τρίμηνο καθώς και περίπου 15% πτώση έναντι των παγκόσμιων, καθώς η παγκόσμια ανάπτυξη εξασθενεί και οι πραγματικές αποδόσεις των ομολόγων υποχωρούν. Η BofA προτιμά τις «overweight» θέσεις στον κλάδο των εταιρειών των τροφίμων και ποτών, όπως και για τις φαρμακευτικές, ενώ «underweight» θέσεις προτιμά για τις τράπεζες και τον κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας.