Το ισχυρό «ράλι» που έχουν καταγράψει οι ευρωπαϊκές αγορές τους τελευταίους μήνες φαίνεται να «διαβρώνει» μερικώς τη «bullishness» ψυχολογία των διαχειριστών, όπως αποτυπώνεται στην τελευταία έρευνα της Bank of America, στην οποία συμμετείχαν 254 κορυφαίοι διαχειριστές με κεφάλαια που φτάνουν τα 691 δισ. δολάρια.
Το 68% των συμμετεχόντων βλέπει μεν, ανοδικά περιθώρια για τις ευρωπαϊκές αγορές το 2024, αλλά, μετά την απότομη ανοδική κίνηση που ξεκίνησε στα τέλη Οκτωβρίου, το 65% (από 47% τον περασμένο μήνα) αναμένει πλέον μια διόρθωση, βραχυπρόθεσμα. Παράλληλα, το 88% των διαχεριστών αναμένει μια υποχώρηση των ευρωπαϊκών EPS (κέρδη ανά μετοχή), ως απάντηση στην επιβράδυνση της αναπτυξιακής δυναμικής και την υποχώρηση του πληθωρισμού, ενώ ένα καθαρό ποσοστό της τάξεως του 6% θεωρεί πλέον κάπως υπερτιμημένες τις ευρωπαϊκές μετοχές, από το 26% που εκτιμούσε πως ήταν υποτιμημένες τον περασμένο μήνα.
Σχεδόν το ήμισυ των ερωτηθέντων αναμένει πως η ενότητα του «value» θα υποαποδώσει έναντι του «growth», καθώς η επιβράδυνση της ανάπτυξης και η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού οδηγεί σε πιο «dovish» πολιτικές από τις κεντρικές τράπεζες. Ο ευρωπαϊκός κλάδος των ασφαλίσεων και της τεχνολογίας παραμένουν οι πιο «overweight» κλάδοι για το consensus, στους οποίους πλέον προστίθεται και ο κλάδος της υγειονομικής περίθαλψης, ενώ οι κλάδοι των χημικών, των κατασκευών και της αυτοκινητοβιομηχανίας είναι οι λιγότερο δημοφιλείς για το νέο έτος. Να επισημανθεί πως για η αγορά της Φρανκφούρτης και του Λονδίνου αποτελούν τις κορυφαίες επιλογές των διαχειριστών, ενώ για το Μιλάνο και τη Μαδρίτη διατηρούν σύσταση «underweight».
Όπως αποτυπώνεται στην έρευνα της BofA, το 44% των διαχειριστών θεωρεί την υποβάθμιση της κερδοφορίας ως την πιο πιθανή αιτία εκδήλωσης μιας διορθωτικής κίνησης για τις αγορές, με τις αυξημένες χρηματοοικονομικές πιέσεις να έπονται στο 24%.
Από την άλλη, ολοένα και περισσότεροι διαχειριστές θεωρούν πως η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ είναι πλέον αρκετά περιοριστική (στο 35% από 29% τον προηγούμενο μήνα - το επίπεδο αυτό είναι το υψηλότερο από το 2009), κάτι που ισχύει και ευρύτερα, παγκοσμίως. Το 56% βλέπει παράλληλα την «καταστροφή της ζήτησης» ως απάντηση στην επιδείνωση των πιστωτικών συνθηκών και την εξασθένιση της δημοσιονομικής ώθησης ως το κυρίαρχο μακροοικονομικό θέμα για τους επόμενους μήνες (το υψηλότερο ποσοστό από τον Απρίλιο). Το 88% αναμένει επιβράδυνση της αναπτυξιακής δυναμικής στην Ευρώπη τους επόμενους μήνες (από 74% τον περασμένο μήνα), ενώ το 67% αναμένει ένα πιο αδύναμο πλαίσιο στις ΗΠΑ (από 44%), και τα δύο έρχονται ως απάντηση στην αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής.
Παράλληλα, μόνο το 23% των ερωτηθέντων συντάσσεται στο σενάριο του «hard landing» για την παγκόσμια οικονομία τους επόμενους δώδεκα μήνες (οριακή αύξηση από 21% τον περασμένο μήνα), ενώ τα δύο τρίτα των ερωτηθέντων παραμένουν στο «στρατόπεδο» του «soft landing». Αξίζει να σημειωθεί πως το 32% των διαχειριστών βλέπει την παγκόσμια ύφεση ως τον μεγαλύτερο κίνδυνο - «ουράς» για τις αγορές, υπερβαίνοντας τον κίνδυνο του πιο επίμονα, υψηλού, πληθωρισμού (συγκεντρώνει το 27%).