Ήπια κέρδη και μεικτά πρόσημα καταγράφηκαν τη Δευτέρα στα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια καθώς οι επενδυτές επεξεργάζονται νέα αποτελέσματα εταιρειών αλλά κυρίως αναμένουν την απόφαση της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ την Τετάρτη.
Ο πανευρωπαϊκός Stoxx 600 σημείωσε άνοδο 0,11% στις 508,52 μονάδες. Ο Euro Stoxx 50 υποχώρησε κατά 0,48% στις 4.982,95 μονάδες. Στους επιμέρους δείκτες ο γαλλικός CAC 40 υποχώρησε 0,29% στις 8.065,15 μονάδες και ο βρετανικός FTSE 100 έκλεισε στο +0,09% στις 8.147,03 μονάδες. Στην περιφέρεια της Ευρωζώνης, ο ιταλικός FTSE MIB ενισχύθηκε 0,19% στις 34.314,79 μονάδες.
Ο γερμανικός DAX στο Χρηματιστήριο της Φρανκφούρτης διολίσθησε 0,21% στις 18.128,45 μονάδες, μετά την ανακοίνωση ότι επιταχύνθηκε στο 2,4% ο πληθωρισμός στη Γερμανία για πρώτη φορά από τον Δεκέμβριο.
Τέλος, ο ισπανικός IBEX 35 βρέθηκε στα επίπεδα των 11.100,80 μονάδων, με πτώση 0,48%, στον απόηχο της ανακοίνωσης πως ο ισπανικός πληθωρισμός επιταχύνθηκε για δεύτερο διαδοχικό μήνα καθώς η κυβέρνηση εξακολουθεί να αποσύρει τα μέτρα που είχαν στόχο να συγκρατήσουν τα καλπάζοντα κόστη ενέργειας. Αναλυτικά, οι τιμές καταναλωτή ενισχύθηκαν 3,4% σε ετήσια βάση τον Απρίλιο. Ο ρυθμός ευθυγραμμίζεται με τη μέση εκτίμηση οικονομολόγων που συμμετείχαν σε έρευνα του Bloomberg.
Στο ταμπλό, η μετοχή της «ταλαιπωρημένης» από τις οικονομικές δυσκολίες γαλλική εταιρεία πληροφορικής Atos εκτινάχθηκε 19% αφού επιβεβαίωσε ότι είχε λάβει μια πρόταση από το γαλλικό κράτος να αποκτήσει συγκεκριμένους τομείς δραστηριότητας που αφορούν την κυβερνοασφάλεια και τους προηγμένους υπολογιστές.
Η μετοχή η Philips εκτοξεύθηκε 29% μετά την είδηση πως προχώρησε σε διευθέτηση των αγωγών στις Ηνωμένες Πολιτείες που προέκυψαν από τις ανακληθείσες συσκευές άπνοιας ύπνου DreamStation. Η εταιρεία ανακοίνωσε τη Δευτέρα ότι θα πληρώσει τους ασθενείς με άπνοια ύπνου 1,1 δισεκατομμύρια δολάρια ως αποζημίωση, χωρίς ωστόσο να παραδεχτεί το λάθος. Το ποσό είναι σημαντικά χαμηλότερο από αυτό που ανέμεναν οι οικονομικοί αναλυτές. Σύμφωνα με τον αναλυτή της ING Marc Hesselink, η πρόβλεψή τους έφτανε στο ποσό των 3 δισ. δολαρίων.