Κομβική για την πορεία των αγορών θα είναι η επικείμενη εκλογική αναμέτρηση στις ΗΠΑ στις 5 Νοεμβρίου - ιδίως δεδομένων των πιθανών επιπτώσεων για το εμπόριο και τη δημοσιονομική πολιτική.
Οι αναλυτές στρατηγικής της Deutsche Bank έχουν αναφέρονται στο τι συνέβη σε κάποιες προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις για το πώς θα μπορούσε να εξελιχθεί μια αντίδραση των αγορών.
1. Η υπερβολική εξάρτηση από το playbook της αγοράς του 2016 θα μπορούσε να αποδειχθεί επικίνδυνη, δεδομένου ότι η νίκη του Τραμπ ήταν μια μεγάλη έκπληξη εκείνη την περίοδο αναφέρουν οι αναλυτές ως ένα πρώτο σημείο. Ένας λόγος για τη σημαντική αντίδραση της αγοράς το 2016 ήταν επειδή η νίκη του Τραμπ ήταν ένα σημαντικό σοκ. Οι τελικές δημοσκοπήσεις και η πρόβλεψη του FiveThirtyEight του έδιναν μόλις 28% πιθανότητες επικράτησης και οι δημοσκοπήσεις σε διάφορες πολιτείες όπως το Ουισκόνσιν, το Μίσιγκαν και η Πενσυλβάνια σχεδόν όλες έδειχναν ένα προβάδισμα της Χίλαρι Κλίντον. Αντίθετα για τις φετινές εκλογές, η τρέχουσα πρόβλεψη του FiveThirtyEight υποδηλώνει ότι ο Τραμπ έχει 54% πιθανότητες νίκης. Επιπλέον, ο μέσος όρος των στοιχηματικών στο RealClearPolitics έχει επί του παρόντος τον Τραμπ στο 61% για επικράτηση.
«Έτσι, ενώ οι επενδυτές εστιάζουν στην αντίδραση του 2016 και σε αυτό που συνέβη, αξίζει να θυμόμαστε ότι αυτό ήταν ως απάντηση σε ένα αποτέλεσμα έκπληξη. Είναι σαφές ότι οι αγορές θα παρουσιάσουν κάποια αντίδραση στο αποτέλεσμα, δεδομένης της επικρατούσας αβεβαιότητας, αλλά μια νίκη Τραμπ δεν θα προκαλούσε την ίδια έκπληξη που συνέβη την προηγούμενη φορά», αναφέρει η Deutsche Bank.
2. Ιστορικά, τα αμφισβητούμενα εκλογικά αποτελέσματα που επεκτείνουν την αβεβαιότητα αποτελούσαν ένα δύσκολο σκηνικό για τις αμερικανικές μετοχές. Το 2000 και το 1876, το αποτέλεσμα ήταν εξαιρετικά αμφίβολο μετά την ημέρα των εκλογών και για περισσότερο από ένα μήνα και στις δύο περιπτώσεις. Αυτό συνέβη στη Φλόριντα το 2000, όπου ο Τζορτζ Μπους κέρδισε με μικρή διαφορά 0,009%. Εν μέσω αβεβαιότητας, ο S&P 500 υποχώρησε 1,6% την επόμενη μέρα (8 Νοεμβρίου) πριν δει περαιτέρω πτώση 0,7% και 2,4% την Πέμπτη και την Παρασκευή αντίστοιχα. Στην πραγματικότητα, ο Νοέμβριος του 2000 ήταν η χειρότερη μηνιαία απόδοση του S&P 500 εκείνης της χρονιάς, με πτώση 8%.
Πιο πίσω το 1876 η διαμάχη ήταν ακόμη χειρότερη, χωρίς βεβαιότητα για τον νικητή για μήνες αργότερα. Όπως και με τις εκλογές του 2000, οι αγορές μετοχών υποχώρησαν καθώς συνεχιζόταν η διαμάχη για τις εκλογές. Είναι δύσκολο να εξακριβωθεί αν αυτό συνέβη λόγω των αμφισβητούμενων εκλογών, αφού οι εκλογές του 1876 διεξήχθησαν ακριβώς στη μέση αυτού που σήμερα είναι γνωστό ως «Μακρά Ύφεση» του 1873-79. Αλλά το προηγούμενο είναι αξιοσημείωτο.
3. Ο έλεγχος του Κογκρέσου εγείρει επίσης θέματα - εάν ο νέος Πρόεδρος δεν είχε τον έλεγχο σε κανένα από τα σώματα, αυτό θα είχε ουσιαστικό αντίκτυπο στην υλοποίηση της ατζέντας του.
Αυτό αποτελει βασικό ζήτημα σχετικά με τη δημοσιονομική πολιτική, συμπεριλαμβανομένων των λογαριασμών δαπανών ή της ανάγκης να αυξηθεί το ανώτατο όριο του χρέους, κάτι που απαιτεί νομοθέτηση. Απαιτείται επίσης πλειοψηφία στη Γερουσία για την έγκριση των μελών του Υπουργικού Συμβουλίου, των δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου και των Διοικητών της Fed. Ωστόσο σε ένα σενάριο διχασμένης κυβέρνησης, υπάρχει η προοπτική βέτο σε σημαντικούς τομείς πολιτικής που θα μπορούσαν να εμποδίσουν τον Πρόεδρο να εφαρμόσει το νομοθετικό του πρόγραμμα. Αυξάνει επίσης την προοπτική περισσότερων μαχών για τομείς όπως το ανώτατο όριο του χρέους.
4. Οι πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις δείχνουν ότι τα λάθη στις δημοσκοπήσεις έχουν μια κανονική συσχέτικη, οπότε αν η μία πλευρά υποτιμάται σε μια πολιτεία swing, είναι πιθανό τα ίδια λάθη να συμβαίνουν και σε άλλες πολιτείες και στη μάχη για το Κογκρέσο.