Τι φέρνει ο Τραμπ στις αγορές μετοχών

Ανδρέας Βελισσάριος
Viber Whatsapp
Μοιράσου το
Τι φέρνει ο Τραμπ στις αγορές μετοχών
Η Wall Street θα συνεχίζει να απορροφά το μεγάλο χρήμα και το 2025 παρά τα ρίσκα από την «πληθωριστική» ατζέντα Τραμπ. Γιατί η Ευρώπη βρίσκεται στη δυσχερέστερη θέση. Μεικτές τάσεις για Ασία. Τα καμπανάκια διόρθωσης.

Σε αναζήτηση των επόμενων νικητών και ηττημένων των μετοχικών αγορών για το 2025 βρίσκονται κορυφαίοι διαχειριστές και αναλυτές επενδυτικών οίκων, μετά τις χρυσές αποδόσεις της φετινής χρονιάς.

Θέσεις υπεραπόδοσης για όσους διάβασαν σωστά το τρέχον έτος αποτέλεσαν οι κλάδοι των υπηρεσιών, utilities, χρηματοοικονομικών και retail που ήταν μεταξύ των νικητών - αν εξαιρέσει κανείς τις «Mag 7» και τη θεματική του AI - έναντι των μη κυκλικών καταναλωτικών αγαθών, του ενεργειακού κλάδου και των κεφαλαιουχικών αγαθών που βρέθηκαν στην αντίπερα όχθη.

Ωστόσο, το επίπεδο δυσκολίας στη διαμόρφωση των κατάλληλων στρατηγικών σε κλάδους και ζώνες μετοχών ανεβαίνει κατακόρυφα, καθώς οι διαχειριστές θα πρέπει να αποκωδικοποιήσουν και να μετρήσουν τις προθέσεις και την πολιτική, την οποία θα υλοποιήσει ο παντοδύναμος νέος ένοικος του Λ. Οίκου, Ντόναλντ Τραμπ. Το ιδιαίτερο προφίλ του ίδιου και των «αυλικών» του αποτελεί μια πρόσθετη παράμετρο στον επενδυτικό οδηγό.

Ο πληθωρισμός και η πορεία των επιτοκίων παραμένουν το υπ’ αριθμόν ένα θέμα που υποδαυλίζεται από την ατζέντα Τραμπ. Ο πληθωρισμός παραμένει σε επίμονα υψηλά επίπεδα, με τις αγορές να μην τιμολογούν προς ώρας μια αναθέρμανση, την στιγμή που χρέος και έλλειμμα των ΗΠΑ γιγαντώνονται... Μόνο τυχαίο δεν ήταν το «red flag», που σήκωσε πρόσφατα ο κορυφαίος τραπεζίτης στον κόσμο (CEO της JP Morgan) Jamie Dimon, σχετικά με τον όγκο του αμερικανικού χρέους και το πρωτοφανές σε μέγεθος ποσό του 1 τρισ. δολαρίων για ετήσιες πληρωμές τόκων εξυπηρέτησής του.

Η βραδυφλεγής «βόμβα» και άτακτες κινήσεις Τραμπ...

Το τρίπτυχο δασμοί, απελάσεις και χαμηλοί φόροι της ατζέντας Τραμπ ενδέχεται να αποδειχθεί εύφλεκτο μείγμα, στην προσπάθεια της Fed να τιθασεύσει τον πληθωρισμό, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο αναζωπύρωσής του. Και αυτό διότι δασμοί και απελάσεις περιορίζουν την προσφορά αγαθών και υπηρεσιών, αυξάνοντας τις τιμές, την ώρα που η μείωση φόρων θα ενισχύσει το διαθέσιμο εισόδημα. Η υψηλή προθυμία των καταναλωτών να δαπανήσουν χρήματα θα οδηγήσει σε υψηλότερες τιμές, τροφοδοτώντας ακόμη υψηλότερα τις προσδοκίες για περαιτέρω άνοδο τιμών. Το αποτέλεσμα θα ήταν ένας διαρκώς αυξανόμενος πληθωρισμός.

Παράλληλα, ο κλάδος των εμπορικών ακινήτων υποφέρει από την περίοδο της πανδημίας. Εκτός από το μεταβαλλόμενο τοπίο της ζήτησης, τα δάνεια για εμπορικά ακίνητα, που λήγουν βραχυπρόθεσμα, εξακολουθούν να βρίσκονται αντιμέτωπα με τα υψηλά επιτόκια και τις δύσκολες συνθήκες αναχρηματοδότησης. Κατά συνέπεια θα μπορούσαν να υπάρξουν «ρωγμές» σε διάφορους κλάδους και εταιρείες - ειδικά εάν η Fed αναγκαστεί να αυξήσει τα επιτόκια. Εάν και όποτε τα πράγματα γίνουν πραγματικά άσχημα, τι θα κάνει ο Τραμπ; Θα κατηγορήσει όλους τους προηγούμενους (που φυσικά φέρουν ευθύνες) ή θα προχωρήσει σε στροφή 90 μοιρών στους φόρους, τις απελάσεις και τους δασμούς; διερωτάται μερίδα αναλυτών.

Υπό αυτό το πρίσμα οι διαχειριστές υπερθεματίζουν για την ανάγκη διαφοροποίησης μεταξύ των διάφορων γεωγραφικών ζωνών και κλάδων, με τη ρευστότητα να κρίνεται αναγκαία.

Ανάγκη αποφόρτισης μετά το ισχυρό bull run...

Σημείο αναφοράς των περισσότερων επενδυτικών οίκων είναι το risk on, μέσω των μετοχικών αγορών. Βέβαια, με τις αγορές να έχουν προσφέρει πολύ υψηλές αποδόσεις κατά την τελευταία πενταετία και τα επίπεδα αποτιμήσεων σε αρκετές περιπτώσεις να είναι «τεντωμένα», οι τοποθετήσεις θα πρέπει να γίνονται σταδιακά και επιλεκτικά σε εταιρείες, που συνδυάζουν ισχυρά θεμελιώδη, ελκυστικές αποτιμήσεις και δεν βρίσκονται πιθανότατα στο στόχαστρο της πολιτικής Τραμπ ή στη δίνη της πολιτικοοικονομικής αβεβαιότητας, που κυριαρχεί σε πολλές χώρες (βλ. Γερμανία, Γαλλία).

Έμμεσα και αρκετά «χειρουργικά» αρκετοί αναλυτές προειδοποιούν για κάποιας μορφής διόρθωση στις αγορές, που δύναται να αποτελέσει σημείο επανεισόδου κεφαλαίων, μετά από το ισχυρό και πολυετές bull run. Άλλωστε, οι διορθώσεις ή ακόμα και οι είσοδοι σε bear market είναι αναγκαίες και αποτελούν ένα υγιές πλαίσιο, ώστε οι αγορές να αποφορτίζονται και να δίνουν την ευκαιρία και σε άλλα κεφάλαια να συμμετέχουν.

Όπως υποστηρίζει ο Peter Oppenheimer, επικεφαλής στρατηγικής της Goldman Sachs για τις αγορές μετοχών, «η άνοδος του S&P 500 τη φετινή χρονιά είναι μια από τις ισχυρότερες από το 1928. Το πιο εντυπωσιακό είναι ότι η τρέχουσα άνοδος των μετοχών ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2023, λόγω της αισιοδοξίας ότι ο πληθωρισμός «ταβάνιασε» και της προοπτικής του pivot point της Fed. Έκτοτε, ο παγκόσμιος δείκτης MSCI έχει ενισχυθεί κατά 40% περίπου, ο Nasdaq έχει αναρριχηθεί σε επίπεδα υψηλότερα του 50% και η μεγαλύτερη εταιρεία στον κόσμο, η Nvidia, έχει εκτοξευθεί κατά σχεδόν 264%. Οι αποτιμήσεις έχουν ενισχυθεί σημαντικά και η συγκέντρωση είναι ασυνήθιστα υψηλή, περιορίζοντας τα περιθώρια μιας περαιτέρω διεύρυνσης. Αυτό τις καθιστά πιο ευάλωτες σε τυχόν απογοητεύσεις (κερδοφορία, outlook), με την κερδοφορία να αποτελεί βασικό οδηγό της έκθεσης των επενδυτών.

Στην Αμερική πάει το χρήμα και το 2025...

Παρά τις έμμεσες προειδοποιήσεις αναλυτών για κάποια μορφής διόρθωση, η «Μέκκα των Αγορών» αποτελεί την κορυφαία προτίμηση των περισσοτερών. Οι στόχοι, άλλωστε, βασίζονται στο τέλος του 2025 και στο ενδιάμεσο κανείς δεν αποκλείει μια διορθωτική κίνηση. Η Goldman Sachs, θέτει τιμή στόχο στις 6.500 μονάδες για τον S&P 500, ενώ αύξηση της ποσόστωσης που καταλαμβάνουν οι μετοχές στο συνολικό μείγμα επενδύσεων στο 45% από 42% προηγουμένως προτείνει η Societe Generale, εκ του οποίου το 30% αφορά σε αμερικανικές μετοχές (από 27%).

Όπως αναφέρουν οι αναλυτές, ένα risk free rate (δεκαετές αμερικανικό) στο 4,3% και ένα ERP στο 3% συνεπάγονται μια τιμή στις 6.670 μονάδες για τον S&P 500, επίπεδο που καλοβλέπουν οι ίδιοι. Η κυκλική προτίμηση και οι πιο διευρυμένες θεματικές παραμένουν σε ισχύ με τους αναλυτές να βλέπουν (i) υπεραπόδοση του S&P Equal-Weight έναντι του S&P 500, (ii) long σε μετοχές που έχουν έκθεση σε καταναλωτές, στον κλάδο των διυλιστηρίων με ισχυρό capex και στις τράπεζες, (iii) και μια πιο μικρή χρονική βάση προτείνουν και long στον Russell 2000.

Ανάλογη θέση παίρνει και το τμήμα wealth management της UBS, τονίζοντας πως οι «ταύροι» δε θα σταματήσουν, παρά το ράλι που έχει καταγραφεί στη διετία 2023 - 2024. Οι αναλυτές τοποθετούν τον πήχη στις 6.600 μονάδες για τον S&P 500 μέχρι τα τέλη του 2025, τονίζοντας και οι ίδιοι πως οι αποτιμήσεις δεν είναι χαμηλές σε ένα ιστορικό πλαίσιο, καθώς ο δείκτης forward P/E για τον S&P 500 βρίσκεται επί του παρόντος στο 22,3x έναντι 16x μέσου όρου 20ετίας. Ωστόσο, οι αναλυτές εκτιμούν ότι αυτά τα επίπεδα αποτιμήσεων δικαιολογούνται από το υγιές οικονομικό υπόβαθρο των ΗΠΑ και τον υψηλό βαθμό έκθεσης στη διαρθρωτική ανάπτυξη.

Αν και το μακροπρόθεσμο outlook παραμένει αβέβαιο, ο μεγαλύτερος διαχειριστής στον κόσμο, η BlackRock. προτείνει pro - risk σε έναν ορίζοντα 6 - 12 μηνών. Αυτό υποστηρίζεται από ένα πιο ευνοϊκό μακροοικονομικό πλαίσιο και το πιο αισιόδοξο επενδυτικό κλίμα, δεδομένης της μετεκλογικής σαφήνειας και των προσδοκιών για απορρύθμιση. «Πιστεύουμε ότι οι τομείς της ενέργειας, των χρηματοοικονομικών και της τεχνολογίας μπορούν να ωφεληθούν. Παραμένουμε «overweight» για τις αμερικανικές μετοχές και πιστεύουμε ότι η θεματική της τεχνητής νοημοσύνης μπορεί να διευρυνθεί, πέρα ​​από τον τομέα της τεχνολογίας», αναφέρει η ομάδα της BlackRock.

Έντονες επιφυλάξεις εκφράζει από τη μεριά της η JP Morgan. Οι αναλυτές στρατηγικής του οίκου είχαν υποστηρίξει ότι η επικράτηση του Ν. Τραμπ θα φέρει ενθουσιασμό και απότομη άνοδο στη Wall Street (προοπτικές απορρύθμισης) αλλά και ότι η βιωσιμότητα της κίνησης θα εξαρτηθεί από τη συμπεριφορά των αποδόσεων των ομολόγων και από την αλληλουχία των πολιτικών. Εξάλλου, η τοποθέτηση των επενδυτών είναι πολύ υψηλότερη πλέον έναντι του Νοεμβρίου του 2016, όπως και οι αποδόσεις των ομολόγων και το έλλειμμα των ΗΠΑ. Εάν η απόδοση του δεκαετούς πλησιάσει το 5%, θα είναι αρκετά δύσκολο να απορροφηθεί από τις αγορές μετοχών.

Μεταξύ «Σκύλας» (ΗΠΑ) και «Χάρυβδης» (Κίνα) η Ευρώπη...

Η έλευση Τραμπ στο Λ. Οίκο, αλλάζει άρδην την επενδυτική στρατηγική στην Ευρώπη, που μάχεται να κρατήσει ισορροπίες μεταξύ ΗΠΑ - Κίνας. Παράλληλα, η χαμηλή ανταγωνιστικότητα, η υπερβολική γραφειοκρατία, η έλλειψη ηγεσίας για τη λήψη σημαντικών αποφάσεων και η ανάγκη για βαθιές και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και αλλαγές κρατούν μακριά τους επενδυτές. Ενδεικτική είναι η θέση της Morgan Stanley, που κάνει λόγο για λιγοστές ευκαιρίες σε ένα ομιχλώδες μετοχικό σκηνικό.

Η MS εκτιμά ότι το 2,9% των ευρωπαϊκών αγαθών έχουν έκθεση σε υψηλούς δασμούς. Συνεπώς, δασμοί της τάξεως του 10% στο 2,9% θα συνεπάγονταν έναν άμεσο αντίκτυπο -68 μονάδες βάσης στην αύξηση των EPS των ευρωπαϊκών μετοχών, πέρα ​​από τις έμμεσες επιπτώσεις που υπολογίζονται σε -40 μονάδες βάσης. Ωστόσο, η μεγαλύτερη πρόκληση έρχεται από τον κινεζικό «δράκο». Το 8% των σταθμισμένων εσόδων του MSCI Europe έρχεται από την Κίνα και το μεγαλύτερο μέρος των χειρότερων, έναντι των εκτιμήσεων φετινών κερδών στην Ευρώπη έρχεται από της εταιρείες που έχουν υψηλή έκθεση σε αυτή (άνω των 15% των εσόδων - αύξηση 1,5% έναντι 4,4% που ανέμενε το consensus).

«Περισσότερο από τους πιθανούς δασμούς, αναμένουμε ότι η έκθεση στην Κίνα θα συνεχίσει να επιβαρύνει την αύξηση της κερδοφορίας στην Ευρώπη, ιδιαίτερα σε ένα σενάριο επιθετικής πολιτικής ΗΠΑ - Κίνας» αναφέρει η MS.

Ο οίκος στο βασικό του σενάριο βλέπει αύξηση κερδών κατά 4,8% το 2025, έναντι 8,3% που αναμένει το consensus και 4,3% το 2026 έναντι 10,6%. Ακόμη και το bull σενάριο είναι χαμηλότερα από το consensus (8% και 9,5%) ενώ λαμβάνει και δύο «bear» σενάρια με το πρώτο (αναιμική ανάπτυξη EPS κοντά στο 1%) να βασίζεται σε μια πιο «hawskish» πολιτική από τις ΗΠΑ, χωρίς φορολογικά κίνητρα για τα αγαθά σε αυτή και αρνητικές εκτιμήσεις για την οικονομική ανάπτυξη τόσο της Κίνας όσο και της Ευρώπης και το δεύτερο σε ένα hard landing σενάριο για τις ΗΠΑ με πτώση 3,5% στα EPS το 2025 και 1,6% το 2026. Σύσταση «overweight» θέτει για τους κλάδους των τηλεπικοινωνιών, του software, των διαφοροποιημένων χρηματοοικονομικών, της άμυνας, των επιστημών ζωής και των ακινήτων. Από την άλλη, «underweight» θέτει για την αυτοκινητοβιομηχανία, την ενέργεια, τις μεταφορές και τα πολυτελή αγαθά.

Πιο δυσοίωνο είναι το μήνυμα της JP Morgan, που τονίζει πως εάν εφαρμοστούν δασμοί 10% - 20% στις εξαγωγές της ΕΕ προς τις ΗΠΑ, τότε το πλήγμα στο ΑΕΠ θα μπορούσε να φτάσει το 2%, με τη Γερμανία και την Ιταλία να είναι πιο ευάλωτες.

Αμφιβολίες σχετικά με το κατά πόσο η επίλυση του Ουκρανικού, η ενίσχυση της βιομηχανίας και μια ισχυρότερη ευρωπαϊκή απάντηση (και στο δημοσιονομικό) μπορούν να μαγνητίσουν κεφάλαια, εκφράζει και η Goldman Sachs, αναμένοντας τη διατήρηση του μοτίβου υποαπόδοσης των ευρωπαϊκών αγορών. Ο οίκος προτιμά αμυντικές εταιρείες του real estate και των telecoms, όπως και εταιρείες που έχουν έκθεση σε ευρωπαίους καταναλωτές (retail, κλάδος ταξιδιών & αναψυχής).

Το ενδεχόμενο επιβολής δασμών υπό την κυβέρνηση Τραμπ προκαλεί ανησυχία για τις ευρωπαϊκές εταιρείες, ιδιαίτερα τις κυκλικές με έκθεση στην Κίνα, επισημαίνει η UBS. Η αύξηση της κερδοφορίας στην Ευρώπη θα είναι πιο αδύναμη από ό,τι αλλού στον κόσμο και έτσι το πλαίσιο υποαπόδοσης των ευρωπαϊκών μετοχών θα διατηρηθεί έναντι των αμερικανικών. Ωστόσο, η σταθερή (έστω και ισχνή) οικονομική ανάπτυξη, τα χαμηλότερα επιτόκια και οι λογικές αποτιμήσεις μπορούν να προσφέρουν κάποια υποστήριξη. Ο MSCI Europe διαπραγματεύεται με 12μηνο forward P/E στο 12,9x και η UBS αναμένει μια άνοδο της τάξεως του 6% μέχρι τα τέλη του επόμενου έτους.

Μπαλαντέρ και αντιθέσεις για Ασία και αναδυόμενες

Παρότι οι διαχειριστές εμφανίζονται να έχουν μια πιο κοινή στάση σε ΗΠΑ και Ευρώπη, η Ασία αποτελεί μάλλον μια ζώνη που δημιουργεί αντιθέσεις. H Goldman Sachs βλέπει υψηλά περιθώρια ανόδου για τις ιαπωνικές μετοχές («overweight») λόγω της ενίσχυσης των EPS και του αδύναμου γιεν. Από την άλλη, οι περισσότερες αναδυόμενες αγορές και η Κίνα έχουν ιδιαίτερα χαμηλούς δείκτες PEG (δείκτης τιμής προς κέρδη σταθμισμένος προς αύξηση των κερδών ανά μετοχή) κάτι που ωστόσο, δεν αποτελεί ικανή συνθήκη για να προτείνουν οι αναλυτές του οίκου μια ενίσχυση θέσεων έναντι «τριμαρίσματος» στις ΗΠΑ.

Η Ιαπωνία αποτελεί επίσης μία από τι προτιμώμενες αγορές - εντός των αναπτυγμένων - της BlackRock που ευρύτερα δηλώνει «ουδέτερη» για τις αναπτυγμένες αγορές. Η ομάδα αναλυτών στρατηγικής του επενδυτικού «γίγαντα» φαίνεται πως ποντάρει και στις αναδυόμενες αγορές. Όπως σημειώνουν οι αποτιμήσεις έχουν μεγαλύτερη σημασία σε έναν στρατηγικό ορίζοντα. Γι' αυτό προτιμά τις άκρως ελκυστικές αποτιμήσεις μερίδας μετοχών των αναδυόμενων αγορών (EM) έναντι των αναπτυγμένων (DM). Στην κορυφή της προτίμησης βρίσκεται η αγοράς της Ινδίας που βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι μεγάλων δυνάμεων.

«Ταύρος» για τις ασιατικές αγορές εμφανίζεται η UBS αφήνοντας ωστόσο εκτός, την Ιαπωνία. Θεωρεί ότι η αγορά της Ασίας (εκτός Ιαπωνίας) είναι ελκυστική και υπό αυτό το πρίσμα αναμένει ότι ο δείκτης MSCI Asia ex-Japan θα ενισχυθεί κατά 15% περίπου μέχρι τα τέλη του 2025. Ενώ οι δασμοί είναι πιθανό να αποτελέσουν ένα εμπόδιο για την Κίνα, οι δαπάνες για την τεχνητή νοημοσύνη, η υψηλή ανάπτυξη και η μείωση των επιτοκίων στις ΗΠΑ και την περιοχή θα λειτουργήσουν υποστηρικτικά για τις μετοχές της περιοχής. «Αναμένουμε ότι η αυτή η ζώνη θα προσφέρει ένα από τα πιο ελκυστικά προφίλ αύξησης κερδοφορίας παγκοσμίως, που θα φτάσει στο 13% για το 2025», αναφέρει η UBS. Η JP Morgan στέκεται αρνητικά στις μετοχές των αναδυόμενων αγορών λόγω της ισχυροποίησης του δολαρίου.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA

gazzetta
gazzetta reader insider insider