Η είδηση των υπέρογκων μπόνους που έδιναν στους εαυτούς τους τα μέλη της διοίκησης της Thomas Cook την στιγμή που η εταιρεία όδευε προς τα βράχια κάνει τον γύρο του κόσμου και προκαλεί οργή, όπως είναι λογικό. Το πραγματικό εξοργιστικό σημείο στην υπόθεση Thomas Cook όμως δεν είναι αυτό.
Αυτό που θα έπρεπε να προκαλεί αν όχι την οργή, τουλάχιστον τον προβληματισμό, είναι o ρόλος που πιθανότατα έπαιξαν τα κερδοσκοπικά -με την πολύ κακή έννοια- hedge funds στον θάνατο ενός από τους μεγαλύτερους tour operators της Ευρώπης, βυθίζοντας στην αβεβαιότητα πολλές οικονομίες στην κόσμο, μεταξύ των οποίων και της ελληνικής.
Γιατί ακόμη διερευνάται το για ποιον ακριβώς λόγο στράβωσε την τελευταία στιγμή η συμφωνία αναδιάρθρωσης του δανεισμού της Thomas Cook, βάσει της οποίας η κινεζική Fosun, η οποία ήταν μέτοχος της Thomas Cook καθώς και άλλοι επενδυτές θα τοποθετούσαν περί τα 900 εκατ. λίρες για να αγοράσουν το χρέος της εταιρείας σε μια συμφωνία μετατροπής χρέους σε μετοχές (debt to equity).
Με την ολοκλήρωση της συμφωνίας το επενδυτικό σχήμα υπό τη Fosun θα γινόταν ο βασικός μέτοχος της υπηρεσίας ταξιδιών της Thomas Cook, ενώ οι ομολογιούχοι θα αποκτούσαν την πλειοψηφία των μετοχών των -κερδοφόρων - αεροπορικών εταιρειών του ομίλου.
Όμως ξαφνικά το απαιτούμενο ποσό ανέβηκε κατά περίπου 200 εκατ. λίρες, στα 1,1 δισ. λίρες. Το ποσό αυτό οι επενδυτές δεν θέλησαν να το καλύψουν. Παράλληλα, η βρετανική κυβέρνηση αρνήθηκε να διασώσει τη συμφωνία και την εταιρεία, καλύπτοντας αυτά τα επιπλέον 200 εκατ. λίρες και έτσι φθάσαμε στην απόφαση για ρευστοποίηση τη Thomas Cook.
Η παραπάνω ιστορία όμως έχει πολλά κενά και έτσι δημιουργούνται πολλά ερωτήματα. Ποιος ζήτησε αυτά τα επιπλέον 200 εκατ. λίρες και γιατί; Ποιοι αποφάσισαν να βάλουν τέρμα στις συζητήσεις; Είναι μερικά απ’ αυτά τα ερωτήματα, τα οποία βρετανικά και άλλα διεθνή Μέσα προσπαθούν να απαντήσουν.
Για παράδειγμα οι Financial Times αναφέρουν ότι η Fosun και οι υπόλοιποι επενδυτές τελικά άλλαξαν γνώμη και ουσιαστικά ήθελαν να φύγουν, αλλά κανείς δεν ήθελε να ήταν ο υπεύθυνος για την κατάρρευση των συνομιλιών. Το κουβάρι είναι δύσκολο να ξετυλιχτεί αλλά ενδεχομένως δεν χρειάζεται να κοιτάξουμε παρά ένα πράγμα: Ποιος κέρδισε απ’ αυτή την εξέλιξη.
Η απάντηση στο «Cui Bono», δηλαδή στο ποιος ωφελείται από τη ρευστοποίηση της Thomas Cook, είναι τα hedge funds που κατείχαν ασφάλιστρα κινδύνου (Credit Default Swaps - CDS) πάνω στο χρέος της εταιρείας, τα οποία θα βγάλουν περί τα 200 εκατ. λίρες.
Τα CDS είναι παράγωγα τα οποία θα μπορούσαν να παρομοιαστούν με ασφαλιστήρια συμβόλαια, τα οποία προστατεύουν τους δανειστές από την περίπτωση χρεοκοπίας του δανειζόμενου. Όμως επειδή δεν είναι ακριβώς ασφαλιστήρια συμβόλαια, τα CDS διαπραγματεύονται ελεύθερα στη δευτερογενή αγορά και μπορούν να τα αγοράσουν επενδυτές που δεν έχουν καμία έκθεση στο δανεισμό της εταιρείας.
Ομάδα hedge funds που είχε επενδύσει σε αυτά τα CDS και δεν είχε κανένα συμφέρον να προχωρήσει η συμφωνία διάσωσης της Thomas Cook, γιατί δεν ήταν σίγουρο ότι θα έπαιρναν τις αποζημιώσεις. Μάλιστα η συγκεκριμένη ομάδα είχε απειλήσει ανοιχτά ότι θα επιχειρούσε να μπλοκάρει τη συμφωνία και σύμφωνα με το Bloomberg το τελευταίο διάστημα κάποια hedge funds είχαν αρχίσει να αγοράζουν ομόλογα της Thomas Cook για να έχουν λόγο και ψήφο στις διαπραγματεύσεις.
Το πόσο έπαιξαν ρόλο τα συγκεκριμένα hedge funds στην κατάρρευση των διαπραγματεύσεων μένει να φανεί από έρευνα των Αρχών που σύμφωνα με τους FT θα ξεκινήσει σύντομα. Δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά που συμφωνίες αναδιάρθρωσης καταρρέουν λόγω των κατόχων CDS.