Μετά το σοκ (αναμενόμενο ωστόσο) της εκτόξευσης των κρουσμάτων, αυτό που έχει σημασία είναι να πρυτανεύσει η λογική. Και στους κυβερνώντες αλλά και στους πολίτες. Ώστε οι μεν να λάβουν τις ενδεδειγμένες αποφάσεις για την καλύτερη δυνατή διαχείριση του νέου πανδημικού κύματος χωρίς μικροπολιτικές σκοπιμότητες και επικοινωνιακά τερτίπια και οι δε να δείξουν υπευθυνότητα και να συνεκτιμήσουν τις συνέπειες της αδιαφορίας όχι μόνο προς τους εαυτούς τους αλλά και προς τους πιο ευπαθείς ίσως συμπολίτες τους.
Αν αυτές οι δύο κρίσιμες παράμετροι δεν συνλειτουργήσουν, τότε δεν μπορεί να υπάρξει θετική κατάληξη. Γιατί η πολιτεία με αμφίβολης αποτελεσματικότητας αποφάσεις, οι οποίες δυστυχώς πολλές φορές αντί να κατευνάζουν ρίχνουν λάδι στη φωτιά της αμφισβήτησης και της αντίδρασης - άρνησης, όχι μόνο δεν επιτυγχάνει αλλά αντίθετα πλέον αποτυγχάνει στον έλεγχο της κατάστασης. Από την πλευρά τους, ένα μέρος της κοινωνίας, δείχνει συμπεριφορά ωχαδερφισμού και ανευθυνότητας στα όρια της αντικοινωνικότητας. Δυστυχώς μία κοινωνία με έλλειμμα παιδείας και με πορεία διχασμού (που στο ζήτημα του εμβολιασμού αρχίζει να θυμίζει εικονολάτρες και εικονομάχους) δεν μπορεί ούτε να αυτοπροστατευτεί ούτε να σεβαστεί τον συνάνθρωπο...
Γιατί η σκληρή αλήθεια είναι ότι όποια ευθύνη και αν θελήσει να καταλογίσει κανείς στην κυβέρνηση για ολιγωρία, μη λήψη μέτρων έγκαιρα κλπ., οι εικόνες που όλοι γνωρίζουμε από το ξεσάλωμα των Χριστουγέννων- που γέννησε και τα πολλά κρούσματα- είναι χαρακτηριστικές της αδιαφορίας και της ανευθυνότητας. Και ακριβώς αυτή η ανευθυνότητα είναι που δημιουργεί καταστάσεις λήψης περιοριστικών μέτρων που ασφαλώς πλήττουν ατομικές ελευθερίες κλπ. Αυτό ωστόσο δεν αποτελεί άλλοθι για κυβερνητικές αστοχίες, ή για αποφάσεις που λαμβάνονται με το μυαλό στις... δημοσκοπήσεις. Ούτε μπορεί όμως παράλληλα η πανδημία να αποτελεί δεξαμενή αλίευσης μικροπολιτικών ωφελημάτων από την αντιπολίτευση.
Εν αναμονή λοιπόν των στοιχείων για την επικινδυνότητα του νέου κύματος με την ελπίδα ότι θα αποδειχθεί μειωμένης νοσηρότητας παρά την υπερμετάδοση και με δεδομένη επίσης τη σχετική απροθυμία των κυβερνήσεων για ακραία μέτρα σε σχέση κυρίως με τις επιπτώσεις στην οικονομία που θα συνεπάγονται και τονωτικές ενέσεις στήριξης, είναι ανάγκη να υπάρξει σωφροσύνη. Οι κύριες εστίες μετάδοσης είναι μάλλον ξεκάθαρες. Ας ελεγχθούν και ας περιοριστούν. Αλλά και όλοι μας πλέον γνωρίζουμε μετά από δύο χρόνια και πώς να προστατευτούμε και πώς να προστατεύσουμε τους οικείους μας. Και μπορούμε να το κάνουμε πράξη. Και τέλος, ας αξιοποιήσουμε τα όπλα που πλέον μας παρέχει η επιστήμη χωρίς θεωρίες συνομωσίας, φανατισμό και σκοταδισμό. Ακόμα και αν αυτά δεν έχουν απόλυτη ακόμα επιτυχία. Και όλοι θα βρεθούν κερδισμένοι.